βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα"

Ηλεκτρονικός χώρος ενημέρωσης και σχολιασμού

Posts Tagged ‘ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ’

ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ – Α’ ΜΕΡΟΣ (ΕΝΩΣΙΣ Αυγούστου

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 1 Σεπτεμβρίου 2013

evrwpi 2

Υπήρξα πάντοτε θιασώτης της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πίστευα και πιστεύω πως η Κύπρος πρέπει να βρίσκεται σε όλους τους οργανισμούς στους οποίους ανήκει και η Ελλάδα. Ακόμη και σε οργανισμούς που είναι γνωστοί για τη δράση τους, όπως είναι το ΝΑΤΟ. Έτσι κι εγώ πάλεψα για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωρίζοντας πολύ καλά τι είναι αυτή η Ένωση και γνωρίζοντας πολύ καλά τις παγίδες που κρύβει και έκρυβε αυτός ο ευρωπαϊκός συνασπισμός κρατών. Η ανυπαρξία ενός εθνικού κινήματος στην Κύπρο μα και στην Ελλάδα και η συνεχιζόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας με έπεισε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι έπρεπε να ταυτίσουμε τη μοίρα μας με αυτήν της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την ελπίδα αλλά και τον ευσεβοποθισμό πως τουλάχιστον αυτή η ένταξή μας θα μας εξασφάλιζε τις ελεύθερες περιοχές και δεν θα επέτρεπε στην Τουρκία ν’ αλωνίζει εις βάρος μας, όπως έκανε κατά τα προηγούμενα της ένταξης χρόνια. Παρ’ όλες τις αδυναμίες της Ένωσης, είναι ταυτοχρόνως γεγονός πως η Τουρκία ΔΕΝ τόλμησε έως τώρα ν’ ασκήσει ουσιώδη πολιτική άγριου στριμώγματος προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Εάν δεν ήμασταν μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνεχίζαμε την πορεία μας ως αδέσμευτοι και αποστρατικοποιημένοι, τώρα με το φυσικό αέριο η Τουρκία, γνωρίζοντας τα χάλια της Ελλάδας μα και της Κύπρου, θα έφτανε έως τα περίχωρα της Πάφου, ούτως ώστε να μην υπάρχει καμμία αμφιβολία για το πού φτάνει η ΑΟΖ της.

Σήμερα, όμως, οφείλουμε να ρίξουμε καινούργιες ματιές προς τους «συμμάχους» μας, οφείλουμε να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας μαζί τους και να δούμε ξανά τι ακριβώς είναι αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να μπορέσουμε να εξυπηρετήσουμε τα δικά μας εθνικά συμφέροντα, έστω και αν αυτό σημαίνει πως θα είμαστε συνεχώς τα μαύρα πρόβατα αυτού του συνασπισμού.

Είναι γεγονός πως αυτή η σχέση είναι μια σχέση υποτέλειας και όχι ισότιμη. Απόδειξη αυτού είναι και η σημερινή τραγική μας οικονομική κατάσταση, που δεν οφείλεται ούτε στην Τουρκία ούτε στους εχθρούς του Βορρά, αλλά στην ίδια την ευρωπαϊκή οικογένεια και στην υποταγή μας στο ευρωπαϊκό μοντέλο διαχείρισης του βίου μας. Θέλω σε αυτό το πρώτο μέρος του σημειώματός μου να υποδείξω, σχεδόν αυθαίρετα, τα σημεία που δείχνουν αυτήν την υποταγή μας στον ευρωπαϊκό πολιτισμό που, ως γνωστόν, όχι μόνο δεν είναι και δικός μας πολιτισμός, αλλά είναι κυρίως μάλιστα ο αντίποδας του δικού μας πολιτισμού. Η Ευρώπη όντως μας μάρανε, που έλεγε κι ο Πανούσης. Η Ευρώπη μάς έχει κατακλύσει με ό,τι χειρότερο διαθέτει, με ό,τι απεχθέστερο παράγει ο πολιτισμός της. Αυτά εμείς δεν τα εισπράττουμε ως κακά αλλά ως παραδείγματα προς μίμηση και γι’ αυτό αδυνατούμε να αντιδράσουμε όπως θα έπρεπε. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ενώ η Ευρώπη μάς έριξε στην πιο μαύρη κατοχή, εμείς αντιδρούμε με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, κάνοντας ψευτοδιαδηλώσεις με αγγεία της κουζίνας, ωσάν να βρισκόμαστε σε πανηγύρι. Είναι επίσης χαρακτηριστική και η απάθειά μας μπροστά σε αυτήν την κατοχή και την πτώχευση που έχει επιφέρει. Είναι επίσης χαρακτηριστική και η ανοχή μας προς τους δικούς μας υπεύθυνους της κρίσης. Ένας άλλος ελληνικός λαός μπαίνει πια στο προσκήνιο, ένας λαός που δεν έχει καμμία σχέση με τους οικοδόμους της δεκαετίας του ’60 ούτε με τους εργάτες και φοιτητές της δεκαετίας του ’70. Μία μάζα ανθρώπων που αντί να έχει ως λάβαρά της τα λόγια της ελευθερίας των ποιητών μας, τραγουδά χαζοχαρούμενα τραγουδάκια και χτυπά κουζινικά σκεύη σαν ολλανδοί γκέυ σε ππαρέιτ. Ένας άλλος λαός κάνει την εμφάνισή του, ακολουθώντας τα χνάρια μιας άλλης αστικής τάξης, η οποία πάλι έχει διαμορφωθεί κατά τα τελευταία 40 χρόνια. Αυτή η ελίτ –πολιτική, οικονομική και πνευματική– όπως και αυτός ο λαός έχει όντως εκσυγχρονιστεί, έχει όντως εξευρωπαϊστεί και όλα αυτά εις βάρος του εαυτού του, εις βάρος των συμφερόντων του Ελληνισμού ή, ίσως, καλύτερα να λέγαμε εις βάρος μιας περιοχής στην ανατολική Μεσόγειο που παλιά λεγόταν Ελλάδα- Κύπρος-Ελληνισμός, διότι πια είμαστε Έλληνες μόνο στο όνομα και όχι στην ουσία, γι’ αυτό άλλωστε βγάζουμε την ελληνική σημαία μόνο όταν παίρνουμε μια καλή θέση στη Γιουροβίζιον ή στην μάππαν και τις άλλες στιγμές ΚΑΙΜΕ την ελληνική σημαία, μέσα σε μια διεθνιστική και ανθελληνική ζάλη που ο τόπος μας δεν γνώρισε ποτέ μέχρι σήμερα στη μακραίωνη ιστορία του.

Τι είναι, τέλος πάντων, αυτή η Ευρώπη και γιατί οφείλουμε πια ν’ αντισταθούμε σ’ αυτήν με νύχια και με δόντια;

evrwpi 1

Το 1962, τέλη Ιουνίου, τέλειωσα το δημοτικό σχολείο Αιγιαλούσης το πρωί και το μεσημέρι φεύγαμε οικογενειακώς για την Αγγλία. Σταματήσαμε για λίγο στην Αθήνα ή στες Αθήναις, όπως τις λέγαμε τότε, και εκεί ο παππούς μου έκανε έναν τρικούβερτο καυγά, γιατί δεν μας άφησαν να κατεβούμε και να επισκεφτούμε «για δέκα λεπτά ολάν» την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Ο παππούς, ήδη εκνευρισμένος διότι τον φράγκεψαν και του έβγαλαν τη βράκα για να μεταναστεύσει, λίγο ήταν να ανατινάξει το αεροπλάνο. Δεν το χωρούσε ο νους του ότι ένα αεροπλάνο γεμάτο με Κυπραίους, που μάλιστα σταματά στες Αθήναις, θα ήταν δυνατόν να μην επισκεφτεί τον Παρθενώνα και να προσκυνήσει. Τελικά φύγαμε χωρίς επεισόδια και φτάσαμε αργά το απόγευμα στο Λονδίνο. Έβρεχε και έβρεχε και ο τόπος ήταν σκοτεινός. Μας παρέλαβε ο πατέρας μου με άλλους συγγενείς και πήγαμε από το αεροδρόμιο με αυτοκίνητα στο Λονδίνο. Διασχίζοντας το Λονδίνο για να φτάσουμε στο σπίτι άλλων συγγενών, είδα το κεντρικό Λονδίνο (Πικαντίλυ, Τραφάλγκαρ Σκουέαρ κτλ.) και έμεινα. Δεν προλάβαινα να βλέπω όλες αυτές τις καινούργιες εικόνες. Εντύπωση μεγάλη μου έκαναν τα φώτα, ειδικά αυτά που αναβόσβηναν τονίζοντας όλα αυτά τα χρώματα. Βλέπετε, στη Γιαλούσα ΔΕΝ είχαμε ρεύμα, δεν γνωρίζαμε τα καλά του ηλεκτρισμού, ειδικά εμείς οι πιο νέοι οι οποίοι, αν και πηγαίναμε εκδρομές στο Βαρώσι, ποτέ δεν διανυκτερεύαμε για να δούμε τα φώτα. Υπόψιν κιόλας πως στη Γιαλούσα ο βρακάς παππούς μου όργωνε τα χωράφια του ακριβώς με το ίδιο τρόπο που το έκαναν και οι πρόγονοί του 3.000 χρόνια πριν. Σε λίγες μέρες φύγαμε για το Κεντ, σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο πολύ γνωστό τότε σε όλους τους Εγγλέζους και ειδικά στους εργάτες της κεντρικής Αγγλίας, οι οποίοι για δεκαπέντε μέρες έκαναν τις διακοπές τους σ’ αυτό το χωριό περίπου κάθε χρόνο. Στο Μάργκεϊτ έπαθα ένα πολιτισμικό σοκ. Μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, έπαθα ένα ΑΝΤΙ-πολιτισμικό σοκ. Όλο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο έβλεπα χιλιάδες Εγγλέζους να κατακλύζουν την τεράστια παραλία κι εκεί να βάζουν κάτι κρέμες πάνω τους και να κάθονται σαν ζώα μες στον ήλιο. Μόνο μερικά πιτσιρίκια και μερικοί άλλοι τολμηροί έπαιρναν το ρίσκο να μπουν σ’ ένα υγρό γκρίζο πράγμα που το έλεγαν θάλασσα. Για δύο μήνες έβλεπα τους Εγγλέζους να περιμένουν στη σειρά για να μπουν μέσα στα εστιατόρια, για να φάνε όλοι το ΙΔΙΟ φαγητό, το ΙΔΙΟ γλυκό και φυσικά το ΙΔΙΟ τσάι. Τα βράδια τους έβλεπα όλους μέσα στις λεγόμενες παμπ, άλλως μπυραρίες, να πίνουν και να φωνάζουν βαρβαριστί διάφορα ακαταλαβίστικα. Σαν τέλειωναν τη δουλειά τους τ’ αδέλφια μου, παίρναμε τον δρόμο για το σπίτι, περνώντας μέσα από τα κάτουρα και τους εμετούς των Εγγλέζων, οι οποίοι, με την πρώτη ευκαιρία, στα πρώτα στενά έξω από τις μπυραρίες κατουρούσαν όπως τα ζώα μας στη Γιαλούσα. Ο παππούς μου άρχισε τη μουρμούρα, δεν μπορούσε να βλέπει «τα χτηνά», όπως αποκαλούσε τους Εγγλέζους, και επέμενε να τον στείλουν πίσω, πράγμα που κατάφερε σε λίγους μόνο μήνες. Εγώ που ήθελα να φύγω από την πρώτη στιγμή, δυστυχώς δεν τα κατάφερα. Τον Σεπτέμβρη με έγραψαν οι γονείς μου σ’ ένα καλό σχολείο, όπου φοιτούσαν και μερικά άλλα Ελληνόπουλα, παιδιά μεταναστών. Εκεί συνειδητοποίησα αμέσως τι σκατόρατσα ήταν οι Εγγλέζοι. Το τι είδα σ’ αυτό το σχολείο δεν περιγράφεται. Το σχολείο μου στη Γιαλούσα σε σχέση με το σχολείο του Μάργκεϊτ ήταν ένα παλάτι και σαν κτήριο αλλά και σε εκπαιδευτική ουσία, αλλά κυρίως στο επίπεδο της μαθητικής κοινωνίας. Από τις πρώτες μέρες είδα τα Εγγλεζούθκια να συμμετέχουν καθημερινώς σε διαγωνισμούς πορδίσματος, ρεξίματος και κατουρήματος, ακόμη και μέσα στην τάξη, πράγματα αδιανόητα για μας τους άξεστους χώρκατους ιθαγενείς. Αυτό, όμως, που ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακό ήταν οι άνευ λόγου μάχες στα διαλείμματα. Δεν γινόταν να περάσει διάλειμμα χωρίς να σπάσουν μύτες και να σχιστούν κεφάλια από τους τσακωμούς που έκαναν οι πιο δυνατοί με τους πιο αδύνατους διά ασήμαντον αφορμή ή χωρίς καμμιά αφορμή. Σου έλεγε κάποιος, «what are you looking at?», και πριν απαντήσεις η μύτη σου ήταν σπασμέ- νη και το αίμα έρρεε στο τσιμέντο. Αν τολμούσες να πεις ποιος το ’κανε, νοείται ότι μετά το σχολείο το ξύλο θα ήταν πολύ περισσότερο. Τις σκηνές με τις μάχες στο σχολείο τις έβλεπε κανείς και έξω και μέσα στις παμπ, μόνο που οι μεγάλοι έσπαζαν και μπουκάλια μπύρας και σε σημάδευαν για μια ολόκληρη ζωή, και αυτό διότι δεν άρεσε η φάτσα σου σε κάποιον νταή, μεθυσμένο και μαστουρωμένο με χάπια κυρίως.

Σαν τέλειωνε το σχολείο και μπαίναμε στα λεωφορεία ή στα τραίνα για να επιστρέψουμε σπίτι, κρατούσα την ψυχή μου. Με μαχαίρια κι άλλα αντικείμενα έσκιζαν τα καθίσματα των λεωφορείων και των τραίνων χωρίς κανέναν λόγο. Κατέστρεφαν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, μέχρι που σταματούσαν τα τραίνα τραβώντας τις ειδικές ασφάλειες που υπήρχαν για να τις τραβήξεις σε περίπτωση κινδύνου. Νοείται ότι η αστυνομία ήταν καθημερινός επισκέπτης στο σχολείο. Στην άγρια Γιαλούσα, την έως προσφάτως αποικία του στέμματος, δεν ήμασταν άγιοι, αλλά τέτοια φαινόμενα δεν υπήρχαν. Κλέβαμε ο ένας τα μέσπιλα του άλλου, αμολούσαμε κανέναν ζίζιρον στην τάξη, τρώγαμε πού και πού και καμμιά μπουνιά επειδή πηγαίναμε να τα βάλουμε με κάποιον πιο δυνατό από εμάς επειδή πρόσβαλε την οικογένειά μας αποκαλώντας μας μπάσταρδο, έστω και αν στη Γιαλούσα πολλά παιδιά ήσαν όντως μπάσταρδοι στην κυριολεξία. Αυτοί, όμως, οι μπάσταρδοι δεν ήξεραν το μεγάλο επίτευγμα των δωδεκάχρονων Άγγλων, το λεγόμενο SNOGGING SESSION, όπου κυριολεκτικά για τριάντα λεπτά ένα ζεύγος παιδιών φιλιούνταν στο στόμα χωρίς να ξεκολλήσουν τα χείλη τους να πάρουν μιαν ανάσα, και όλα αυτά μέσα στο μικρό ξωκλήσι του σχολείου ή πίσω από το ξωκλήσι, όπου υπήρχε μια παράγκα για τα εργαλεία του κηπουρού. Με το σνόγκινγκ είχα καταλάβει πια, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι ανήκα σε έναν άλλον πολιτισμό, σε έναν ανώτερο πολιτισμό που μπορεί να ήταν στο σκοτάδι στη Γιαλούσα τα βράδια, αλλά ήταν τόσο το φως της ημέρας που βλέπαμε ακόμη και χωρίς φεγγάρι. Τη νύχτα στο Μάργκεϊτ, όταν άκουγα το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» ή τον Μπιθικώτση να τραγουδά τη Μαργαρίτα τη Μαργαρω και μετά τον Καζαντζίδη να πονά για τη Μαντουβάλα και κυρίως τη Φυτούση να κλαίει τον ταχυδρόμο της, έπαιρνα την εκδίκησή μου. Είχα καταλάβει πολύ νωρίς ότι δεν θα γίνω ποτέ Άγγλος, δεν θα γίνω ποτέ Ευρωπαίος, διότι απλούστατα ανήκα σε έναν άλλον πολιτισμό, πολύ ανώτερο από τα νυχτερινά έγχρωμα φωτάκια τους.

Β.Φ.

http://vasosftohopoullos.wordpress.com/2013/08/30/%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%89%CF%80%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%83-%CE%B1-%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%83-%CE%B5%CE%BD%CF%89%CF%83%CE%B9%CF%83/

Posted in Γλώσσα & Πολιτισμός, Ευρώπη, Κύπρος | Με ετικέτα: | Leave a Comment »

Νέα Έκδοση: Ο Κόσμος ο Μικρός, ο Μέγας – Αισθητική και Ιδεολογίες του Νέου Ελληνισμού

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 21 Οκτωβρίου 2010

Συγγραφέας: 

Σπύρος Κουτρούλης

 

Έτος Έκδοσης: 2010, Σελ. 237, Τιμή: 14 ευρώ

 Αισθητική και Ιδεολογίες του Νέου Ελληνισμού

 Εισαγωγή

Εξετάζοντας την πορεία του λαού μας, τις αξίες και τα μέτρα που αυτός διαμόρφωσε, τις ιδεολογίες που τον καθόρισαν, είτε ως «απεικόνιση της πραγματικότητας», είτε ως «ψευδή συνείδηση», αλλά και τις αισθητικές του προτάσεις, καταλήξαμε ότι στη σκέψη του Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα και της Δόμνας Σαμίου «σημασία στη ζωή έχει να μπορεί από το τίποτα να γίνει το παν», όπως και στον στίχο του Ο. Ελύτη «ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας» συνοψίζονται, με προσφυή και εύστοχο τρόπο, η εξέλιξη, οι αγωνίες και τα πάθη του νεότερου ελληνισμού.

Στις σελίδες που ακολουθούν, δοκιμάζουμε να απαντήσουμε σε ερωτήματα όπως:

Υπάρχει στον ελληνισμό μία αντίληψη διαφορετική από αυτή που συναντούμε αρχικά στη Δύση και κατόπιν σε όλο τον σύγχρονο κόσμο, όπου ο Άνθρωπος και ο Κόσμος, ο Άνθρωπος και η Φύση, είναι δύο μεγέθη διαφορετικά και ανταγωνιστικά;

Η συνεργασία των βαλκανικών λαών για την απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία ήταν μια παροδική πολιτική συμμαχία, που επρόκειτο μοιραία να τη διαδεχθεί η διαμάχη των εθνικισμών;

Υπάρχει μια πνευματική ατμόσφαιρα, που μαζί με γεωπολιτικούς παράγοντες ευνοεί τη βαλκανική συνεργασία, ώστε να τη θεωρήσουμε, εντέλει, ως ένα «Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο»;

Ο κοινοτισμός και ο συνεργατισμός, που με διάφορες μορφές αναπτύχθηκαν στην ορθόδοξη Ανατολή (από την Ελλάδα μέχρι τη Ρωσία) αποτελεί μια γεωοικονομική αποκλειστικά αναγκαιότητα ή ευνοήθηκε και από άλλους παράγοντες -όπως είναι η θρησκεία- που κομίζουν με έναν βαθύ, συνεχή, επίμονο και υποδόριο τρόπο, αξίες;

Γιατί η Βαλκανική Συνεργασία ενδιέφερε ανθρώπους που είχαν τόσο διαφορετικές κατά τα άλλα κοσμοθεωρίες, όπως ο Π. Κανελλόπουλος, ο Γ. Κορδάτος και ο Ν. Ζαχαριάδης;

Με τέτοια ερωτήματα ξεκινήσαμε αυτό το νοερό, στοχαστικό ταξίδι, όπου οι προσωπικές αγωνίες και εμπειρίες προσπαθούν να συναντηθούν με τις αντίστοιχες της εθνικής και κοινωνικής μας συλλογικότητας. Είχαμε πλοηγούς κάποιους που, σαν τον Νίτσε, αποθεμελίωσαν τον εργαλειακό ορθολογισμό και τα κλειστά συστήματα σκέψης, αλλά και τον Κ. Καραβίδα, τον Ι. Δραγούμη, τον Γιάννη Ρίτσο, τον Νικηφόρο Βρεττάκο.

Στις σελίδες που ακολουθούν, η θεματολογία μας δεν αποσκοπεί να εξαντλήσει το παλίμψηστο του νεότερου ελληνισμού, ούτε να χαρτογραφήσει εξαντλητικά όλα τα ιδεολογικά ρεύματα ή τις αισθητικές αντιλήψεις που έκαναν εμφανή την παρουσία τους, αλλά να επισημάνουμε ορισμένους ουσιώδεις κατά τεκμήριο όρους του.

Με αυτόν τον τρόπο θεωρούμε ότι η ρωμιοσύνη, ο ελληνισμός, ο «Άη Λαός», ο απροσκύνητος χαρακτήρας του, τα πάθη και οι αντιφάσεις του, απεικονίζονται εξίσου σε ένα ποίημα του Ρίτσου και σε έναν πίνακα του Τσαρούχη με θέμα το ζεϊμπέκικο.

Ο Γ. Θεοτοκάς, ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Τζούλιο Καΐμη, ο Μ. Καραγάτσης αποτελούν μέλη της εξαίσιας παρέας που ονομάστηκε «γενιά του ’30». Κινήθηκαν με άνεση ανάμεσα στην τζαζ και το ζεϊμπέκικο, τον Θεόφιλο και τον Ματίς, τον Ντοστογιέφσκι και τον Παπαδιαμάντη, τον Καραγκιόζη και τον Πικάσο, την αρχιτεκτονική του Αιγαίου και τον Λε Κορμπιζιέ, δηλαδή ανάμεσα στα γνήσια και αυθεντικά στοιχεία του νέου ελληνισμού και το άνοιγμα στις πιο προωθημένες αναζητήσεις του «μοντέρνου» κόσμου, όπως ήταν ο σουρεαλισμός. Η μελέτη της σκέψης τους είναι οδηγός και πολύτιμη μαρτυρία.

Ο Ι. Συκουτρής, ο εξαιρετικός φιλόλογος και στοχαστής, που δεν μπόρεσε να ανθέξει στα εμπόδια που του έθεσε η κυρίαρχη θλιβερή πανεπιστημιακή μετριότητα της εποχής του και το πλήρωσε στο τέλος με την ίδια τη ζωή του, μετεώρισε τη σκέψη του ανάμεσα στον πλατωνικό ιδεαλισμό και την «πολυθεΐα των αξιών».

Το ποίημα του Γ. Ρίτσου Αποχαιρετισμός, αποτελεί μια αναφορά στον μαρτυρικό θάνατο του Γρηγόρη Αυξεντίου, αλλά και έναν ύμνο στο «παλικάρι» που, αν και ερωτευμένο με τη ζωή, προτιμά τον αξιοπρεπή, τον αγέρωχο θάνατο, από μια ζωή χωρίς ντροπή, χωρίς σεβασμό.

Ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), ο διεθνιστής επαναστάτης, ο γνήσιος πατριώτης, εναρμονίζει τα αιτήματα της άμεσης δημοκρατίας, του κοινοτισμού και του συνεργατισμού με το Ιερό.

Ο Σ. Ράμφος, ξεκινώντας από μια μαρξιστική νεότητα, όδευσε σε όλα τα πιθανά πνευματικά ρεύματα για να καταλήξει, στα ύστερά του, ενθουσιώδης υμνητής του αμερικανισμού και του δυτικού παραδείγματος. Από αυτή την πλευρά θυμίζει τον Τ. Νέγκρι που από την αυτονομία, τον εργατισμό και μια ριζοσπαστική επανερμηνεία του μαρξισμού, εμφανίζεται στα τελευταία του κείμενα θαυμαστής της Αυτοκρατορίας.

Ο Ν. Δήμου, ένας ευπώλητος συγγραφέας, που επιτίθεται κατά του λεγόμενου νεοελληνικού ανορθολογισμού, εγκλωβίζεται τελικά στις αντιφάσεις της σκέψης του και στις έντεχνες αποσιωπήσεις του. Θαυμαστής του Ελύτη και του Π. Γιαννόπουλου, αποδεικνύεται ότι σε πολλά θεμελιώδη και κρίσιμα θέματα, όπως η πολιτιστική θέση του νεότερου ελληνισμού, έχει παρεμφερείς απόψεις με εκείνους που θεωρεί αντιπάλους του, δηλαδή τους «νεο-ορθόδοξους».

 Η σφριγηλότητα, η πολυμέρεια, η λογική συνέπεια και η ευρύτητα του στοχασμού του Παναγιώτη Κονδύλη, όπως και η ακρίβεια και η τελειότητα της γλώσσας του, αποτελούν μία εξαίρεση και μια ηχηρή αντίθεση στην κυρίαρχη στη χώρα μας σκέψη. Έχοντας αφομοιώσει με κριτικό και γόνιμο τρόπο όλο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό (και μάλιστα στην πρωτότυπη μορφή του, αφού γνώριζε άριστα παραπάνω από πέντε ευρωπαϊκές γλώσσες), παρήγαγε, στη σύντομη ζωή του, μίας τέτοιας ποιότητας και έκτασης έργο που στη χώρα μας έχει πολύ λίγο αποτιμηθεί, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι αντικείμενο συνεχούς και προσεκτικής μελέτης. Όση βαθιά πολιτική και θεωρητική σκέψη δεν μπόρεσαν να παράξουν οι διάφοροι πανεπιστημιακοί, που τράφηκαν πλουσιοπάροχα στο πρυτανείο των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων και τα βαρύγδουπα ιδρύματα διαμόρφωσης της αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής, που χρηματοδοτούνται αφειδώς από το ελληνικό κράτος και από μη κυβερνητικές οργανώσεις του εξωτερικού, τη δημιούργησε ο Π. Κονδύλης, αυτός ο «επαΐων του περιθωρίου», όπως αποκαλούσε τον εαυτό του. Εδώ εξετάζουμε μόνο μια επιμέρους αλλά κρίσιμη πλευρά της σκέψης του: Η Ευρώπη, διατείνεται, θα πρέπει να μετακινηθεί αναγκαστικά, από τον Ευρωαντλαντισμό στην Ευρασία. Όπως και όλο το υπόλοιπο έργο του χαρακτηρίζεται από αξιολογική ουδετερότητα, σαφή διάκριση του Είναι και του Δέοντος, ρεαλισμό, ορθολογική περιγραφή του πραγματικού.

Τέλος, ο Θουκυδίδης είναι ένας τόσο παλιός, αλλά και τόσο σύγχρονος στοχαστής μας. Έδειξε, πολύ νωρίτερα και πολύ πληρέστερα από άλλους μεταγενέστερους στοχαστές, ότι ο άνθρωπος, όσο κι αν περνούν τα χρόνια και αλλάζουν οι εποχές, διατηρεί ως αναλλοίωτη ανθρωπολογική σταθερά την επιθυμία για Ισχύ. Με στόχο την επαύξησή της δημιουργεί συμμαχίες και αντιπαλότητες, φιλίες και εχθρότητες, δηλαδή μετέχει της πολιτικής. Με αυτή την οπτική οι αξίες, οι ιδέες, οι θρησκείες υπάρχουν και παίζουν έναν διόλου ευκαταφρόνητο ρόλο, που όμως δεσμεύεται από άλλες υπέρτερες στοχοθεσίες ώστε:

Για έναν τύραννο ή για μια πολιτεία που ασκεί ηγεμονία τίποτε δεν είναι παράλογο αν είναι συμφέρον, τίποτε δεν είναι οικείο αν δεν εμπνέει εμπιστοσύνη. Ανάλογα με τις περιστάσεις, πρέπει να συμπεριφέρεται σαν φίλος ή σαν εχθρός. Και εκείνο που μας συμφέρει εδώ δεν είναι να βλάψουμε τους φίλους μας, είναι να γίνουν ανίσχυροι οι εχθροί μας, επειδή οι φίλοι μας θα είναι δυνατοί.

 

 

Σπύρος Κουτρούλης

Νέο Ηράκλειο, Μάρτιος 2010

Posted in Βιβλία Νέες Κυκλοφορίες, Γλώσσα & Πολιτισμός, Ελλάδα | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Μια φορά κι έναν καιρό…

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 21 Μαρτίου 2010

«Ο εδικός μας πόλεμος ήταν ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλον έθνος (…) Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησεν ποτέ να θεωρήσει τον ελληνικόν λαόν ως λαόν, αλλ’ ως σκλάβους»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

……………………………………

Διαπιστώνει ο Φίνλεϋ στο έργο του «Ιστορία της Τουρκοκρατίας και της Ενετοκρατίας στην Ελλάδα», για την περίοδο 1453-1676: «Οι αγρότες γίνονται οι αληθινοί εκπρόσωποι του ελληνικού έθνους επί τρεις ολόκληρους αιώνες». Και παρακάτω: «Η πρωταρχική αιτία της καρτερικής απαντοχής των ελλήνων βρισκόταν στην εθνική τους συνείδηση».

……………………………………

Σωτήριον έτος 1611 μ.Χ. Μεγάλη σύσκεψη λαϊκών και κληρικών στην Αλβανία. Λαμβάνουν μέρος Ελληνες, Αλβανοί, Σέρβοι, Κροάτες, Βούλγαροι και Βόσνιοι. Αποφασίζεται γενική εξέγερση κατά των Τούρκων. Ο Διονύσιος, επίσκοπος Τρίκκης, καθαιρεθείς ήδη από το Πατριαρχείο το 1601 και «Σκυλόσοφος» αποκαλούμενος απ’ τους κοτζαμπασήδες, ξεσηκώνει τα Γιάννενα. Οι αγρότες του οπλισμένοι με δικέλλες και κασμάδες διαλύονται με την πρώτη αντεπίθεση των Τούρκων και ο ίδιος πιάνεται απ’ τους Οθωμανούς που τον γδέρνουν ζωντανό…

Μέρες σαν αυτές, τις πρώτες της Ανοιξης, πριν από 240 χρόνια, εκεί γύρω στα 1770, περίπου 5.000 Μανιάτες που, κατά τους νεωτερικούς, δεν ήξεραν και τόσον ότι ήταν Ελληνες, έπαιρναν παραμάζωμα τους Τούρκους πέριξ του Μυστρά και της Μονεμβασιάς -άρχιζαν τα Ορλωφικά…

Αλλα 300 περίπου χρόνια πριν απ’ τα Ορλωφικά και περί τα 500 χρόνια πριν απ’ τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, ένας βασιλιάς μαρμάρωνε στην Πόλη. Ηταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος Δραγάτσης. Ο τελευταίος αυτοκράτορας των Ρωμαίων στην Ανατολή· θα έπεφτε μαχόμενος, δηλώνοντας στον Πορθητή, «το την Πόλιν σοι δούναι ουκ εμόν εστί»…

Λίγο πριν να πέσει και να μαρμαρώσει ο Δραγάτσης, λάβαινε επιστολές από τον Αργυρόπουλο, στις οποίες τον εξόρκιζε να «λάβει τον τίτλο του βασιλέως των Ελλήνων». Και τον διαβεβαίωνε: «Και μόνον αυτός ο τίτλος θα ήταν αρκετός για να εξασφαλίσει τη σωτηρία των ελεύθερων Ελλήνων και την απελευθέρωση των υπόδουλων αδελφών τους».

Ακόμα πιο αλλοπαρμένος κι αλαφροΐσκιωτος από τον Αργυρόπουλο, σε έναν «τόνο σχεδόν προφητικό» (κατά τον Charles Diehl), ο ιστορικός Χαλκοκονδύλης έγραφε: «Η φήμη της ελληνικής γλώσσας είναι μεγάλη και θα μεγαλώσει ασφαλώς στο μέλλον, όταν κάποια μέρα ένας έλληνας βασιλιάς και οι διάδοχοί του θα αποκαταστήσουν ένα βασίλειο που οι γιοι των Ελλήνων, ενωμένοι, θα διοικούν μόνοι τους τις υποθέσεις τους και θα αποτελούν ένα έθνος».

Το ίδιο παράξενος και ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, όταν λίγα χρόνια πριν από την πτώση της Πόλης ο Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος επισκεπτόταν τον Μωριά, έλεγε στον αυτοκράτορα: «Εμείς των οποίων είστε αρχηγός και βασιλεύς, είμαστε απ’ το γένος των Ελλήνων, όπως μαρτυρούν η γλώσσα και τα πάτρια έθιμα της πατρίδας μας».

Περίεργα πράγματα. Τριακόσια περίπου χρόνια πριν τον Διαφωτισμό (όταν κατά τους νεωτερικούς οι Ελληνες τη υποβολή των Δυτικών «επινόησαν τους προγόνους τους»), «έγινε μια παράξενη αλλαγή, ένα ξαφνικό ξύπνημα της ελληνικής εθνικότητας».

*****

Ισως το φαινόμενο να ιχνηλατείται ήδη από το 1204, όταν με την Αλωση της Πόλης απ’ τους Φράγκους κλονίσθηκε το «ρωμαϊκό αυτονόητο» και το απαρασάλευτο της θεϊκής τάξης πραγμάτων στην ελληνόφωνη και χριστιανική ανατολή. Καθότι,

και στα έργα των συγγραφέων της εποχής «βλέπουμε να επανεμφανίζονται τα ονόματα και τα έργα που οι «ένδοξοι πρόγονοι» κατόρθωναν για το «κοινό» και την «πατρίδα»», ενώ στην πολιτική ρητορική η λέξη «έλληνας να αποκτά νέα και μοναδική αξία».

Πράγματι, μετά το 1204 το Βυζάντιο επί μακρόν ψυχορραγούσε, αλλά ταυτοχρόνως «ο ελληνισμός συγκέντρωνε για να εκπέμψει μια τελευταία λάμψη, όλες τις πνευματικές δυνάμεις του, σαν να ήθελε επικαλούμενος τις δόξες του παρελθόντος, να συμβολίσει και να αναγγείλει το μέλλον».

«Κι όντως», σημειώνει ο βυζαντινολόγος Charles Diehl, «αν η βυζαντινή αυτοκρατορία είχε διαρκέσει περισσότερο, πιθανόν να είχε βρει την πραγματική εθνικότητά της μέσα σε αυτές τις ιδέες».

Ομως η Ιστορία δεν έχει «αν», ο θρόνος των Καισάρων είχε σαπίσει – ο ίδιος ο Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος, για παράδειγμα, συνέδραμε με στράτευμα τους Οθωμανούς, για να καταλάβουν την τελευταία βυζαντινή κτήση στη Μικρασία, τη Φιλαδέλφεια..!

Ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Δραγάτσης Παλαιολόγος το είδε αλλοιώς, δήλωσε μολών λαβέ, έπεσε και μαρμάρωσε.

Με τον μαρμαρωμένο βασιλιά, μύθο στα παραμύθια της γιαγιάς, αναθρέφονταν τα ρωμιόπουλα – όσα δεν τα ‘παιρναν γενίτσαρους, και γίνονταν έμποροι στην Τεργέστη, μισθοφόροι στον Ναπολέοντα ή τους Αγγλους, παπάδες στα χωριά ή την Πόλη, υπουργοί στη Μόσχα ή Βεζύρηδες στην Υψηλή Πύλη, ραγιάδες ή πειρατές, επαναστάτες σαν τον Ρήγα ή αρνησίθρησκοι, νεομάρτυρες ή προσκυνημένοι…

……………………………..

Σαράντα χρόνια μετά τα Ορλωφικά, 400 περίπου απ’ την Αλωση της Πόλης και 190 πριν από σήμερα ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης εξηγούσε στον Αμιλτων που ζητούσε συμβιβασμό με τους Τούρκους:

«Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάνατος! Εμείς καπιτάν Αμιλτων ποτέ συμβιβασμόν δεν εκάμαμεν με τους Τούρκους. Αλλους έκοψαν, άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί κι άλλοι, καθώς εμείς, εζούσαμε ελεύθεροι από γενεά σε γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτεινόν πόλεμο με τους Τούρκους και δυο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα»

»Με είπε: «Ποια είναι η βασιλική φρουρά του, ποια είναι τα φρούρια;».

»Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι λεγόμενοι Κλέφται, τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και τα βουνά.

Ετσι δεν ωμίλησε πλέον…»

Μετά ήρθαν οι Βαυαροί και ο Κολοκοτρώνης, περίπου 200 χρόνια μετά το γδάρσιμο του Σκυλόσοφου, (ξανα)μπήκε στη φυλακή…

Κι έβλεπε, λέει, ονείρατα τον Ρήγα Φεραίο, τον Παπαφλέσσα, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Κοσμά τον Αιτωλό σε ένα νεκρόδειπνο λαμπρό με τον Αριστείδη τον Δίκαιο, τον Λεωνίδα, τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά κι όλα τα άλλα παραμύθια της γιαγιάς…

ΣΤΑΘΗΣ Σ. 20.ΙΙΙ.2010 stathis@enet.gr

Posted in Ιστορία | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Ιστορική διάρκεια του ελληνικού έθνους

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 9 Φεβρουαρίου 2010

Παλλάδιο ηθικό των Ελλήνων της γενεάς μου, η επί αιώνες πολλούς παρουσία του ελληνικού έθνους στην ιστορία της ανθρωπότητας, από τους προ Χριστού χρόνους έως την εποχή μας και με συμβολή μεγαλουργό κάποτε, αμφισβητείται και πάλι, από Ελληνες τώρα μάλιστα, και χαρακτηρίζεται έωλο θεώρημα, γέννημα του ελληνικού ρομαντισμού του ΙΘ΄ αιώνα είτε κατασκεύασμα ιδεολογικό της εκπαιδευτικής πολιτικής του νεοσύστατου κράτους.

Δεν κατονομάζω πρόσωπα, εφόσον αδυνατώ να τα επαινέσω. Δεν ανέχομαι όμως την οικτρή αυτή απάρνηση της ιστορικής αλήθειας, συνοδευμένη, άλλωστε, και από την αξίωση να εισαχθεί στα διδακτικά βιβλία της Ιστορίας.

Επικαλούμαι, λοιπόν, τα εξής προς τους διδασκάλους της Ιστορίας ή και προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο:

1. Ο φιλόσοφος Πλήθων, στον 15ο αιώνα, είχε ζητήσει, πριν από την Αλωση, ο τελευταίος αυτοκράτωρ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, να ανακηρυχθεί Βασιλεύς των Ελλήνων, ώστε και να συμμορφωθεί προς την ιστορική τότε πραγματικότητα.

2. Ο πρώτος μετά την Αλωση Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, απευθυνόμενος στους μοναχούς της Πάτμου, τονίζει προς αυτούς ότι με την περίσωση των ευρισκομένων στη Μονή χειρογράφων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας συμβάλλουν στην επιβίωση του υπόδουλου Γένους.

3. Ο Ιανός Λάσκαρις και άλλοι Ελληνες λόγιοι στην Ιταλία, πολύ πριν από τον 19ο αιώνα, όχι μόνο διδάσκουν τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και με αμείωτο ζήλο επιδιώκουν να προκαλέσουν πολεμική επιχείρηση των Δυτικοευρωπαίων για την απελευθέρωση των συγχρόνων τους Ελλήνων.

4. Στον 17ο αιώνα, ο Ελληνας Επίσκοπος Βελιγραδίου έγραφε για τον σύγχρονό του φιλόσοφο Θεόφιλον Κορυδαλλέα ότι δεν υστερεί όχι μόνο των διάσημων τότε φιλοσόφων της Ιταλίας, αλλά και των ημετέρων φιλοσόφων της αρχαίας εποχής.

5. Ο μέγας ζωγράφος Θεοτοκόπουλος, στον 17ο αιώνα, ονομάζεται για τους Ευρωπαίους «Ελ Γκρέκο», ο Ελληνας με όσα ένδοξα υποβάλλει τότε η λέξη αυτή, ενώ και υπενθύμιζε την ύπαρξη του Γένους των Ελλήνων, μεγαλουργού άλλοτε και υπόδουλου τότε.

6. Αλλά και στον 18ο αιώνα, Ελληνες έμποροι και λόγιοι, που ζούσαν και δρούσαν στις ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα στη σημερινή Ρουμανία, διατηρούσαν ακμαίο το ελληνικό φρόνημά τους, μάλιστα ήκμαζαν τότε οι «Αδελφότητες» Ελλήνων στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

7. Ο Διονύσιος Σολωμός, στον Υμνον εις την Ελευθερίαν, γραμμένον πριν να υπάρξει ακόμη ελληνικό ανεξάρτητο κράτος, όχι λοιπόν ως φερέφωνο της εκπαιδευτικής πολιτικής του, αναφέρεται σε «περασμένα μεγαλεία» και χαρακτηρίζει «σαν πρώτα αντρειωμένη» την ελευθερία, δηλαδή εμπνέεται από την ιστορική διάρκεια του ελληνικού έθνους.

8. Ο φιλελληνισμός, το υπέροχο αυτό κίνημα των ηθικά αισθαντικών Ευρωπαίων και Αμερικανών, εξηγείται μόνο από την πεποίθησή των ότι ένα μεγαλουργό στους αρχαίους χρόνους έθνος έχει εξεγερθεί για την απόσειση της επί αιώνες δουλείας του.

9. Εκφραστικότατο είναι και ό,τι διακήρυξε ο ραδιοσταθμός της Μόσχας τον Νοέμβριο του 1940: Οι Ελληνες στην Πίνδο έγραψαν νέον Μαραθώνα. Και ο ρωσικός φιλελληνισμός υπάρχει έντονος ήδη από τον δέκατο όγδοο αιώνα.

10. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η συγκινητική αντοχή του ελληνικού φρονήματος συμπαγών ελληνικών πληθυσμών υπό εξουσία τουρκική επί αιώνες σε περιοχές των εσχατιών της Μικράς Ασίας και ιδιαίτερα του Πόντου, όπου η τοπική ελληνική γλώσσα διατήρησε χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής πολύ έκδηλα.

Η διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους, λοιπόν, είναι διάτορα μαρτυρημένη από την ιστορική πραγματικότητα και δεν είναι απλώς εφεύρημα του «ελληνικού ρομαντισμού του 19ου αιώνα», προς ιδεολογική στήριξη «εθνικών επεκτατισμών», όπως επιπόλαια γράφεται σε πρόσφατο δημοσίευμα. Στον 19ο αιώνα συζητήθηκε απλώς η «διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους» με αφορμή την αμφισβήτησή της από μη Ελληνες. Πριν δεν συζητούσαν γιʼ αυτήν, καθώς δεν συζητεί κανείς για τα δεδομένα και αυτονόητα.

Οι πολέμιοι της ιστορικής αλήθειας για την αδιάκοπη επί αιώνες πολλούς ύπαρξη του ελληνικού έθνους δεν επιτρέπεται να συγχέουν τη λεγόμενη συχνά «προγονοπληξία» με τη νηφάλια επίγνωση από τους σημερινούς Ελληνες των αρχαιότατων εθνικών τίτλων τους, εμπνευστική μάλλον προς εθνική αξιοπρέπεια ή και υποκινητική σε προσπάθεια για ιστορική μεγαλουργία. Στους αρχαίους Ελληνες διάχυτη κατά Ηρόδοτον ήταν η πίστη ότι «απεκρίθη εκ παλαιτέρου του βαρβάρου έθνεος το ελληνικόν, εόν και δεξιώτερον και ηλιθίου ευηθείης απηλλαγμένον μάλλον». Η πίστη αυτή όμως δεν τους εμπόδισε να μεγαλουργήσουν.

Κωνσταντινος Δεσποτοπουλος – Ακαδημαϊκός – πρώην υπουργός Παιδείας/ Στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/ Γράμματα Αναγνωστών/ 30η Ιανουαρίου 2010

Posted in Γλώσσα & Πολιτισμός, Ιστορία | Με ετικέτα: | Leave a Comment »

Τα αυτονόητα και τα ανόητα

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 1 Φεβρουαρίου 2010

Το παρακάτω κείμενο του μεγαλύτερου εν ζωή Έλληνα φιλοσόφου δημοσίευσε η Καθημερινή ως επιστολή αναγνώστη!

Κωνσταντίνου Δεσποτοπουλου – Ακαδημαϊκού – πρώην υπουργoύ Παιδείας

Κύριε διευθυντά

Παλλάδιο ηθικό των Ελλήνων της γενεάς μου, η επί αιώνες πολλούς παρουσία του ελληνικού έθνους στην ιστορία της ανθρωπότητας, από τους προ Χριστού χρόνους έως την εποχή μας και με συμβολή μεγαλουργό κάποτε, αμφισβητείται και πάλι, από Ελληνες τώρα μάλιστα, και χαρακτηρίζεται έωλο θεώρημα, γέννημα του ελληνικού ρομαντισμού του ΙΘ΄ αιώνα είτε κατασκεύασμα ιδεολογικό της εκπαιδευτικής πολιτικής του νεοσύστατου κράτους.

Δεν κατονομάζω πρόσωπα, εφόσον αδυνατώ να τα επαινέσω. Δεν ανέχομαι όμως την οικτρή αυτή απάρνηση της ιστορικής αλήθειας, συνοδευμένη, άλλωστε, και από την αξίωση να εισαχθεί στα διδακτικά βιβλία της Ιστορίας.

Επικαλούμαι, λοιπόν, τα εξής προς τους διδασκάλους της Ιστορίας ή και προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο:

1. Ο φιλόσοφος Πλήθων, στον 15ο αιώνα, είχε ζητήσει, πριν από την Αλωση, ο τελευταίος αυτοκράτωρ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, να ανακηρυχθεί Βασιλεύς των Ελλήνων, ώστε και να συμμορφωθεί προς την ιστορική τότε πραγματικότητα.

2. Ο πρώτος μετά την Αλωση Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, απευθυνόμενος στους μοναχούς της Πάτμου, τονίζει προς αυτούς ότι με την περίσωση των ευρισκομένων στη Μονή χειρογράφων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας συμβάλλουν στην επιβίωση του υπόδουλου Γένους.

3. Ο Ιανός Λάσκαρις και άλλοι Ελληνες λόγιοι στην Ιταλία, πολύ πριν από τον 19ο αιώνα, όχι μόνο διδάσκουν τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και με αμείωτο ζήλο επιδιώκουν να προκαλέσουν πολεμική επιχείρηση των Δυτικοευρωπαίων για την απελευθέρωση των συγχρόνων τους Ελλήνων.

4. Στον 17ο αιώνα, ο Ελληνας Επίσκοπος Βελιγραδίου έγραφε για τον σύγχρονό του φιλόσοφο Θεόφιλον Κορυδαλλέα ότι δεν υστερεί όχι μόνο των διάσημων τότε φιλοσόφων της Ιταλίας, αλλά και των ημετέρων φιλοσόφων της αρχαίας εποχής.

5. Ο μέγας ζωγράφος Θεοτοκόπουλος, στον 17ο αιώνα, ονομάζεται για τους Ευρωπαίους «Ελ Γκρέκο», ο Ελληνας με όσα ένδοξα υποβάλλει τότε η λέξη αυτή, ενώ και υπενθύμιζε την ύπαρξη του Γένους των Ελλήνων, μεγαλουργού άλλοτε και υπόδουλου τότε.

6. Αλλά και στον 18ο αιώνα, Ελληνες έμποροι και λόγιοι, που ζούσαν και δρούσαν στις ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα στη σημερινή Ρουμανία, διατηρούσαν ακμαίο το ελληνικό φρόνημά τους, μάλιστα ήκμαζαν τότε οι «Αδελφότητες» Ελλήνων στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

7. Ο Διονύσιος Σολωμός, στον Υμνον εις την Ελευθερίαν, γραμμένον πριν να υπάρξει ακόμη ελληνικό ανεξάρτητο κράτος, όχι λοιπόν ως φερέφωνο της εκπαιδευτικής πολιτικής του, αναφέρεται σε «περασμένα μεγαλεία» και χαρακτηρίζει «σαν πρώτα αντρειωμένη» την ελευθερία, δηλαδή εμπνέεται από την ιστορική διάρκεια του ελληνικού έθνους.

8. Ο φιλελληνισμός, το υπέροχο αυτό κίνημα των ηθικά αισθαντικών Ευρωπαίων και Αμερικανών, εξηγείται μόνο από την πεποίθησή των ότι ένα μεγαλουργό στους αρχαίους χρόνους έθνος έχει εξεγερθεί για την απόσειση της επί αιώνες δουλείας του.

9. Εκφραστικότατο είναι και ό,τι διακήρυξε ο ραδιοσταθμός της Μόσχας τον Νοέμβριο του 1940: Οι Ελληνες στην Πίνδο έγραψαν νέον Μαραθώνα. Και ο ρωσικός φιλελληνισμός υπάρχει έντονος ήδη από τον δέκατο όγδοο αιώνα.

10. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η συγκινητική αντοχή του ελληνικού φρονήματος συμπαγών ελληνικών πληθυσμών υπό εξουσία τουρκική επί αιώνες σε περιοχές των εσχατιών της Μικράς Ασίας και ιδιαίτερα του Πόντου, όπου η τοπική ελληνική γλώσσα διατήρησε χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχαίας ελληνικής πολύ έκδηλα.

Η διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους, λοιπόν, είναι διάτορα μαρτυρημένη από την ιστορική πραγματικότητα και δεν είναι απλώς εφεύρημα του «ελληνικού ρομαντισμού του 19ου αιώνα», προς ιδεολογική στήριξη «εθνικών επεκτατισμών», όπως επιπόλαια γράφεται σε πρόσφατο δημοσίευμα.

Στον 19ο αιώνα συζητήθηκε απλώς η «διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους» με αφορμή την αμφισβήτησή της από μη Ελληνες. Πριν δεν συζητούσαν γιʼ αυτήν, καθώς δεν συζητεί κανείς για τα δεδομένα και αυτονόητα.

Οι πολέμιοι της ιστορικής αλήθειας για την αδιάκοπη επί αιώνες πολλούς ύπαρξη του ελληνικού έθνους δεν επιτρέπεται να συγχέουν τη λεγόμενη συχνά «προγονοπληξία» με τη νηφάλια επίγνωση από τους σημερινούς Ελληνες των αρχαιότατων εθνικών τίτλων τους, εμπνευστική μάλλον προς εθνική αξιοπρέπεια ή και υποκινητική σε προσπάθεια για ιστορική μεγαλουργία.

Στους αρχαίους Ελληνες διάχυτη κατά Ηρόδοτον ήταν η πίστη ότι «απεκρίθη εκ παλαιτέρου του βαρβάρου έθνεος το ελληνικόν, εόν και δεξιώτερον και ηλιθίου ευηθείης απηλλαγμένον μάλλον». Η πίστη αυτή όμως δεν τους εμπόδισε να μεγαλουργήσουν.

_________________
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μέσα
σε καπιταλιστικό καθεστώς, είτε είναι απραγματοποίητες,
είτε είναι αντιδραστικές»(Λένιν)

Posted in Ελλάδα | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Η συνέχεια του ελληνισμού και οι αμφισβητίες

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 6 Ιανουαρίου 2010

του Κωνσταντίνου Χολέβα (Αντίβαρο.gr)       

     Μέσα σέ ὅλη τήν πνευματική σύγχυση τῆς ἐποχῆς μας παρατηροῦμε ὁρισμένους διανοητές νά ἀμφισβητοῦν τή συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί νά ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Νέος Ἑλληνισμός «κατασκευάσθηκε» τόν 19ο αἰῶνα καί ὅτι ἡ σχέση μας μέ τούς Ἀρχαίους Ἕλληνες καί τό Βυζάντιο-Ρωμανία εἶναι μύθος «ἐθνικιστικός». Βεβαίως στή χώρα μας ἔχουμε καί ὀρθῶς ἐλευθερία ἐκφράσεως. Ὅμως ἡ ἀνησυχία μας αὐξάνεται ὅταν τέτοιες ἀνιστόρητες ἀπόψεις ἐκφράζονται ἀπό συγγραφεῖς σχολικῶν βιβλίων καί ἀπό στελέχη πού διορίζονται σέ καίριες θέσεις τοῦ πάλαι ποτέ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δογματίζουν αὐθαιρέτως καί ἀγνοοῦν ἤ διαστρέφουν τίς πάμπολλες ἱστορικές πηγές, οἱ ὁποῖες ἀποδεικνύουν τήν ἐθνολογική καί πολιτιστική συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ. ὑπενθυμίζουμε μερικές χρήσιμες ἱστορικές ἀλήθειες:

            Μπορεῖ τό Βυζαντινό κράτος νά ἦταν πολυεθνικό καί ὁ Αὐτοκράτωρ νά διατηροῦσε γιά πολιτικούς λόγους τόν τίτλο «Βασιλεύς Ρωμαίων», ὅμως μέσῳ τῆς παιδείας καί τῆς γλώσσας τό κράτος διεκήρυττε τήν ἑλληνικότητά του. Ἡ Αἰνειάδα τοῦ Βιργιλίου, τό ἔπος τῆς λατινικῆς Ρώμης, οὐδέποτε ἐδιδάχθη σἐ ὁποιαδήποτε βαθμίδα τῆς ἐκπαιδεύσεως, ἐνῷ ἀντιθέτως μικροί καί μεγάλοι μάθαιναν ἀπό στήθους τά Ὁμηρικά ἔπη.

            Τό 1250, μετά τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Σταυροφόρους,  ὁ Αὐτοκράτωρ τῆς Νικαίας Ἰωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης γράφει πρός τόν Πάπα Νικόλαο Θ΄ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί Αὐτοκράτορες χρησιμοποιοῦν  τόν τίτλο «Βασιλεύς Ρωμαίων», ἀλλά κατάγονται ἀπό τό ἀρχαῖο γένος τῶν Ἑλλήνων, τό ὁποῖο γέννησε τή σοφία τοῦ κόσμου. Προσθέτει δέ ὅτι στούς Ἕλληνες ἐδόθη ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο ἡ Πόλις καί ὅτι οἱ οἰκογένειες Δούκα καί Κομνηνῶν εἶναι ἑλληνικές. (1)

            Κατά τή συγκινητική τελευταία ὁμιλία του πρός τούς πολιορκημένους στίς 28-5-1453 ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος -ὅπως καταγράφει ὁ Φραντζῆς- χαρακτηρίζει τούς ὑπηκόους του ἀπογόνους Ἑλλήνων καί Ρωμαίων καί τήν Κωνσταντινούπολη καταφύγιο τῶν Χριστιανῶν, «ἐλπίδα καί χαράν πάντων τῶν Ἑλλήνων».

            Στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἡ ἑλληνική συνείδηση διατηρεῖται στίς ψυχές τῶν κατατατρεγμένων προγόνων μας χάρις κυρίως στούς ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες. Γύρω στό 1700 ὁ φλογερός ἱεροκῆρυξ καί Ἐπίσκοπος Κερνίτσης καί Καλαβρύτων Ἠλίας Μηνιάτης ὁμιλῶν στή Βενετία παρακαλεῖ ὡς ἑξῆς τήν Παναγία: «Ἕως πότε πανακήρατε Κόρη τό τρισάθλιον Γένος τῶν Ἑλλήνων ἔχει νά εὑρίσκεται εἰς τά δεσμά μιᾶς ἀνυποφέρτου δουλείας….». (2)

            Κατά τήν περίοδο αὐτή χρησιμοποιοῦνται καί τά τρία χαρακτηριστικά ὀνόματα:Ἕλλην, Ρωμηός, Γραικός. Τό Γραικός στό στόμα τῶν ξένων δέν ἔχει πάντα θετική σημασία, ὅμως χρησιμοποιεῖται καί ἀπό πολλούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες συγγραφεῖς. Π.χ. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος ὀνομάζει τήν Ἑλλάδα Γραικία (3). Τήν σύνθεση καί τῶν τριῶν ὀνομάτων βλέπουμε στό ποίημα «Ἅλωσις Κωνσταντινουπόλεως» τοῦ Ἐπισκόπου Μυρέων Ματθαίου τό 1619:

            Ἀλλοίμονον, ἀλλοίμονον στό γένος τῶν Ρωμαίων….

            Ὦ, πῶς ἐκαταστάθηκε τό γένος τῶν Ἑλλήνων…

            Σ’ἐμᾶς εἰς ὅλους τούς Γραικούς νά ἔλθῃ τούτ’ τήν ὥρα. (4)

 

           
            Οἱ Ἕλληνες ἀκόμη καί μέσα στή δυστυχία καί τή μερική ἀγραμματωσύνη λόγῳ δουλείας- δέν λησμονοῦν τίς ἀρχαῖες ἑλληνικές ρίζες τους. Ἀπό τό 1529 μέχρι τό 1821 τό δημοφιλέστερο λαϊκό ἀνάγνωσμα εἶναι «Ἡ Φυλλάδα τοῦ Μεγαλέξανδρου» πού θυμίζει τή δόξα τῶν Ἑλλήνων Μακεδόνων. Στούς νάρθηκες πολλῶν ναῶν καί μοναστηριῶν ζωγραφίζουν οἱ ἁγιογράφοι τούς ἀρχαίους Ἕλληνες σοφούς γιά νά δείξουν στό ἐκκλησίασμα καί στούς μαθητές τῶν Κρυφῶν Σχολειῶν ποιά εἶναι ἡ πραγματική καταγωγή τους. Λίγα χρόνια πρίν ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση οἱ ναυτικοί μας τοποθετοῦν στά πλοῖα τους ὡς ἀκρόπρωρα τά κεφάλια μεγάλων μορφῶν τῆς Ἀρχαιότητος, ὅπως τοῦ Θεμιστοκλέους κ.ἄ.

Ἀλλά καί ἡ σύνδεση μέ τή βυζαντινή Ρωμηοσύνη ( ὁ ὅρος ἀπό τή Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη) παραμένει σταθερή καί διατρανώνει  τή συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τά Συντάγματα τῶν Ἐθνοσυνελεύσεων τοῦ Ἀγῶνος (1821-1827) καθιερώνουν ὡς νομοθεσία τῆς Νέας Ἑλλάδος «τούς νόμους τῶν Χριστιανῶν ἡμῶν Αὐτοκρατόρων». Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας, ὁ πρῶτος Κυβερνήτης τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδος, θεσμοθετεῖ τήν Ἑξάβιβλο τοῦ Κωνσταντίνου Ἀρμενοπούλου, ἕναν βυζαντινό κώδικα τοῦ 1345, ὡς τό ἀστικό δίκαιο τῆς χώρας καί τοῦτο ἴσχυσε μέχρι τό 1946!  

            Οἱ ἀγωνιστές τοῦ 1821 αἰσθάνονταν ὅτι συνεχίζουν καί τήν ἀρχαία ἑλληνική καί τή βυζαντινή παράδοση. Σέ ἰταλική ἐφημερίδα τοῦ 1821 ἀναφέρονται τά λόγια τοῦ Ἀθανασίου Διάκου ὅτι ἀγωνίζεται «γιά τόν Χριστό καί γιά τόν Λεωνίδα» (5).  Καί ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συζητῶντας μέ τόν Ἄγγλο Ναύαρχο Χάμιλτον θεωρεῖ ἑαυτόν ὡς συνεχιστή τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε συνθηκολόγησε, καί χαρακτηρίζει τό Σοῦλι καί τή Μάνη μαζί μέ τούς κλεφταρματολούς ὡς τή φρουρά τοῦ τελευταίου Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορος.

            Εἶναι, λοιπόν, ἀντεπιστημονική θέση καί φανατική ἰδεοληψία ἡ προσπάθεια νά μᾶς πείσουν κάποιοι ὅτι δῆθεν μέχρι τό 1821 δέν ξέραμε ποιοί εἴμαστε καί ὅτι ὁρισμένοι διανοητές δημιούργησαν ἕνα τεχνητό νεοελληνικό ἔθνος. Ὅσοι ψάχνουν γιά τεχνητά ἔθνη ἄς μήν ματαιοπονοῦν ἀλλοιώνοντας τήν ἐλληνική Ἱστορία. Ἄς κοιτάξουν λίγα πρός βορρᾶν καί θα βροῦν τό τεχνητό «μακεδονικό ἔθνος» τῶν Σκοπίων. Ἐμεῖς θά μελετοῦμε τήν ἱστορική ἀλήθεια χωρίς φόβο καί πάθος καί θά διατηροῦμε τήν ἑλληνική μας συνείδηση ἐνθυμούμενοι ὅτι ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δεχόμαστε τόν γνήσιο πατριωτισμό καί ἀπορρίπτουμε τά δύο ἄκρα:Τόν ἐθνοφυλετισμό καί τόν ἐθνομηδενισμό.

 

<!–[if !supportLists]–>(1)    <!–[endif]–>Ἀπ. Βακαλοπούλου, Πηγές Ἱστορίας τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, Α΄τόμος, Θεσσαλονίκη 1965, σελ. 50-53.

<!–[if !supportLists]–>(2)    <!–[endif]–>Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Τουρκοκρατία, ἐκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ, Ἀθήνα 1988, σελ. 207.

<!–[if !supportLists]–>(3)    <!–[endif]–>Στό ἔργο του «Ὁμολογία Πίστεως». Κυκλοφορεῖται ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Παροναξίας σέ πανομοιότυπη ἔκδοση τῆς Α΄ ἐκδόσεως

      τοῦ 1819, Νάξος 2009.

<!–[if !supportLists]–>(4)    <!–[endif]–>Ἀνθολογεῖται στή «Βυζαντινή Ποίηση» τοῦ Γεωργίου Ζώρα. Τό βρῆκα στό βιβλίο τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ:1204, ἡ Διαμόρφωση τοῦ Νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ, Ἐναλλακτικές Ἐκδόσεις, Ἀθήνα 2007 ( Β΄ἔκδοση), σελ. 44.

<!–[if !supportLists]–>(5)    <!–[endif]–>Κωνσταντίνου Σάθα «Ἕλληνες Στρατιῶται ἐν τη Δύσει», ἐκδόσεις ΦΙΛΟΜΥΘΟΣ, Ἀθήνα 1993, σελ. 65.

Posted in Γλώσσα & Πολιτισμός, Ιστορία | Με ετικέτα: , , , | Leave a Comment »

Για μια νέα σχέση των δύο παραδόσεων

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 26 Δεκεμβρίου 2009

Θεόδωρος Ι. Ζιάκας

     Καθώς και οι δύο παραδόσεις* απαλείφουν τον μεταξύ τους χώρο, που δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της δράσης του «άλλου,» αλλά και των δύο (και εν μέρει «κανενός»: σχετική αυτονομία των συλλογικών δομών) και απολυτοποιούν η καθεμιά τη σχετική αλήθεια τους, δεν είναι σε θέση να εννοήσουν ότι δρουν σε έναν κόσμο στον οποίο υπάρχει νόμιμη θέση και για τις δύο. Διαχωρίζονται έτσι «κάθετα» και ρίχνει η μια στην άλλη τις ευθύνες για τη νεοελληνική αποτυχία.

     Όμως το «εκτρωματικό» παρόν, που και οι δύο καταγγέλλουν, υπήρξε καρπός της δικής τους σχέσης. Ενός μεταξύ τους «ιστορικού συμβιβασμού». Οι φορείς της ορθόδοξης παράδοσης αρκέστηκαν στη θρησκευτική εξουσία, με αντάλλαγμα την κρατικοποίησή τους. Η δυτική παράδοση αρκέστηκε στην πολιτική κυριαρχία και την εκπαιδευτική ηγεμονία. Ήταν μια συνάρθρωση των εθνικών μας παραδόσεων υπό την ηγεμονία της Δύσης. Ο «ελληνοχριστιανισμός», ως κοινωνικό κατεστημένο και ως πολιτιστικός τύπος, είναι βεβαίως άσχετος τόσο με την αυθεντική Ορθοδοξία όσο και με τον δυτικό ουμανισμό, άνθησε όμως κάτω από το σκήπτρο της δυτικής Προστασίας και δη της αγγλικής, με τοποτηρητή τη δυναστεία των Γλύξμπουργκ και είχε την υποστήριξη των οπαδών τόσο της μιας όσο και της άλλης παράδοσης.

     Η καθεμιά απολακτίζει σήμερα τον «ελληνοχριστιανικό» καρπό της ιστορικής σχέσης τους, σαν αποκλειστικό τέκνο του άλλου, για να διαφύγει στον φαντασιώδη χώρο μιας «υπερεθνικής» ταυτότητας. Αλλά η «αποκλήρωση» του δύσμορφου «τέκνου» δεν απαντά στις επιτακτικές προκλήσεις του επικίνδυνου παρόντος. Το ζητούμενο είναι μια νέα σχέση μεταξύ των δύο παραδόσεων, βασισμένη ακριβώς στον μεταξύ τους διάλογο, διάλογο που πρέπει να έχει ως αντικείμενο την επιβίωση τον ελληνισμού. Και ακριβώς η σχέση που θα προκύψει απ’ αυτό τον διάλογο, στο πλαίσιο της σημερινής κρίσης, θα είναι και το περιεχόμενο που θα πάρει η εθνική μας ταυτότητα στο εξής.

     Στο θεμελιώδες ερώτημα «Τι προσφέρουμε στον κόσμο;» οι απαντήσεις που δίνουν οι δύο παραδόσεις είναι συνοπτικά οι ακόλουθες:

     Η «ευρωπαϊκή» παράδοση: Έχουμε μια μοναδική φυσική και αρχαιολογική κληρονομιά, ανεκτίμητο μορφωτικό αγαθό για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Θα προσφέρουμε λοιπόν τουρισμό υψηλού επιπέδου. Μας λείπει βέβαια το απαιτούμενο «ευρωπαϊκό» ήθος και το κατάλληλο κράτος. Αλλά αυτά θα μας τα φτιάξει η Ευρώπη.

     Η «ρωμανική» παράδοση: Έχουμε το ζωτικότερο πάντων, την εναλλακτική λύση στο αδιέξοδο του δυτικού πολιτισμού που οφείλεται στον οντολογικό του μηδενισμό. Αυτή βρίσκεται στον ορθόδοξο κοινοτισμό, τον ησυχασμό και τη θεολογία του. Είναι η Ορθοδοξία, ως το ισχυρότερο «εμπόρευμα», κατά τη φρικτή, αλλά ποικιλοτρόπως σημαδιακή, διατύπωση του μακαρίτη Πατριάρχη Δημητρίου στα Τρίκαλα.

     Οι δυο αυτές απαντήσεις δεν είναι ανταγωνιστικές, σε βαθμό «αλληλοαποκλεισμού», όπως θέλουν να τις βλέπουν. Απλώς είναι τόσο ανεπαρκείς που, αν και επισημαίνουν κάτι, δεν είναι σε θέση να το διατυπώσουν σε κατανοήσιμη και εφαρμόσιμη μορφή. Αποτελούν αφετηριακές σκέψεις που πρέπει να αναπτυχθούν και να συγκεκριμενοποιηθούν.

     Η συνέχιση της πόλωσης μεταξύ των δύο παραδόσεων οδηγεί στην Τουρκοκρατία. Επ’ αυτού δεν θα έπρεπε πλέον να χωρούν ψευδαισθήσεις. Η Τουρκοκρατία δεν είναι παρά υποπροϊόν της εσωτερικής πόλωσης του ελληνισμού. Βεβαίως το ξεπέρασμα της πόλωσης είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν λάβουμε υπόψη ότι το ζητούμενο είναι να αναδείξουμε τις δικές μας διαχρονικές αξίες, αξίες που βρίσκονται στους αντίποδες του σημερινού δυτικού πολιτισμού.

Απ’ το βιβλίο: Θεόδωρος Ζιάκας, Έθνος και παράδοση, Εναλλακτικές Εκδόσεις

 


* Η «κρίση ταυτότητας» εκφράζεται στην περίπτωσή μας ως τάση φυγής προς μια «υπερεθνική» ταυτότητα. Εξετάσαμε ως κυρίαρχες εκδοχές «υπερεθνικής» ταυτότητας τη «ρωμανική» (βυζαντινή), μέσα από την προβληματική του π. Ι. Ρωμανίδη και τη «δυτική» («ευρωπαϊκή»), μέσα από την προβληματική του Γερ. Κακλαμάνη. […]

Posted in Ελλάδα, Κοινωνία - Οικονομία - Περιβάλλον | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

Ο Έλληνας ανα τους αιώνες (Οξυρρύγχειοι πάπυροι)

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 17 Δεκεμβρίου 2009

 

Το 1994, σε μια πτήση προς Λουξεμβούργο, διάβασα στο περιοδικό “4 Τροχοί” ένα κείμενο στο οποίο ο Κώστας Καββαθάς μεταφέρει κάποια αποσπάσματα επιστολών μεταξύ δύο Ρωμαίων, ενός Συγκλητικού και ενός έπαρχου κάπου στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, τα αποσπάσματα είναι μεταφράσεις από τα λατινικά, τις οποίες έκανε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος. Παραθέτω ολόκληρο το κείμενο του Κώστα Καββαθά με κάποιες δικές μου επισημάνσεις, χωρίς τη δυνατότητα να επικυρώσω την αυθεντικότητά του. Είναι μεγάλο, αλλά αξίζει.

_Β.Β.

ΟΞΥΡΥΓΧΕΙΟΙ ΠΑΠΥΡΟΙ

Πολλά έχουν γραφτεί για τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των Ελλήνων, αλλά τα όσα θα διαβάσετε πιο κάτω σίγουρα θα σας εντυπωσιάσουν. Τα βρήκα σ’ ένα φυλλάδιο που μου έδωσε ένας φίλος και στο οποίο ο Κωνσταντίνος Τσάτσος παρουσίαζε τις, γραμμένες σε λατινική γλώσσα, επιστολές κάποιου Μενένιου Απιου, Ρωμαίου συγκλητικού που είχε ζήσει στην Ελλάδα και που απευθύνονται, όπως ο K.T. αναφέρει στο εισαγωγικό του σχόλιο, σ’ έναν ανθύπατο με το όνομα Ατίλιος Νάβιος ο οποίος, απ’ ό,τι φαίνεται από την ανάγνωση των επιστολών, έχει αναλάβει υπηρεσία στην Αχαϊα. O K.T. σημειώνει ότι «οι επιστολές βρέθηκαν από κάποιον παλιό συμφοιτητή του, σε μια ομάδα παπύρων, στην Οξύρρυγχο, το σημερινό Μπενεζά, πλάι σε μια αναποδογυρισμένη σαρκοφάγο».O Μενένιος Απιος αρχίζει την πρώτη του επιστολή περιγράφοντας τη ζωή του «συνταξιούχου» στο Τούσκουλο, κάποια περιοχή μακριά από «το συρφετό της -ρωμαϊκής- αγοράς και τους κούφιους λόγους της Συγκλήτου». Στη συνέχεια μακαρίζει το φίλο του Νάβιο που είναι «αφοσιωμένος στα νέα του καθήκοντα, εκεί κάτω στον ασυννέφιαστο ουρανό της Αχαϊας», και μετά του λέει ότι επειδή ανησυχεί για το πώς θα τα καταφέρει στην Ελλάδα του γράφει «για να βοηθήσει με την πείρα που έχει θησαυρίσει το έργο του» και για να τον «αποτρέψει από τίποτα λάθη ή και από κάποιες κατ’ αρχή αδιόρατες αδεξιότητες που όμως υπονομεύουν κάποτε ένα πολυμήχανο έργο».«Αφησε λοιπόν», τελειώνει τον πρόλογό του ο Νάβιος «τον παλιόν ανθύπατο της επαρχίας σου να σου προσφέρει, κατά το λόγο του Αχιλλέα, _δώρον ολίγον τε φίλον τε_» (στο σημείο αυτό ο Κωνσταντίνος Τσάτσος που έχει μεταφράσει τις επιστολές από τα λατινικά, σημειώνει ότι στο πρωτότυπο η τελευταία φράση είναι γραμμένη στα ελληνικά.Πάμε λοιπόν να διαβάσουμε μαζί μερικά αποσπάσματα από τις γραμμένες πριν χιλιάδες χρόνια (ή μήπως σήμερα;) επιστολές του Μενένιου. Όπως θα δείτε, τα όσα γράφει δεν ισχύουν σήμερα μόνο για τους Έλληνες, αλλά και για άλλους, σύγχρονους κοσμοκράτορες! Όταν τελειώσετε την ανάγνωση αναρωτηθείτε πόσο άλλαξαν τα πράγματα τα τελευταία 2.000 χρόνια! (σ.σ. οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).

*** Κερδίσαμε, αγαπημένε Ατίλιε, τον κόσμο με τις λεγεώνες μας, αλλά θα μπορέσωμε να τον κρατήσωμε μονάχα με την πολιτική τάξη που θα του προσφέρωμε. Διώξαμε τον πόλεμο στις παρυφές της γης. Από τον Περσικό κόλπο ως τη Μαυριτανία, από τη γη των Αιθιόπων ως την Καληδονία αδιατάρακτη βασιλεύει η ρωμαϊκή ειρήνη. Δύσκολο φαίνεται να εξηγήσει κανείς, πως μια πόλη έφτασε να κυβερνά την οικουμένη. Μέσα στους λόγους όμως που θα αναφέρονταν για μια τέτοια εξήγηση, θα έπρεπε να ήταν πρώτος ετούτος: καταλάβαμε καθαρά και έγκαιρα πως υποτάσσοντας τους λαούς, αναλαμβάνομε μιαν ευθύνη για την ευημερία τους.Τούτη η συνείδηση της ευθύνης διακρίνει τους βαρβάρους κατακτητές από τους κοσμοκράτορες. Μονάχα ο Αλέξανδρος πριν από μας είχε τη συνείδηση τούτης της ευθύνης. Ευτυχώς για τη δόξα της Ρώμης πέθανε νέος, γιατί αλλιώς θα ήτανε οι έλληνες σήμερα οι άρχοντες του κόσμου. Αλλοίμονο στους λαούς όταν τις προσπάθειές τους τις ενσαρκώνουν μονάχα σε μονωμένα άτομα που περνούν και όχι σε ανθρώπινες κοινότητες, σε θεσμούς, που αντέχουν στη ροή των πραγμάτων και σηκώνουν άνετα τον όγκο των πολύχρονων έργων.Έχομε τη σοφία να μη θέλωμε να είμαστε δυσβάσταχτοι εκμεταλλευτές των λαών που υποτάχτηκαν στην εξουσία μας. Καταλάβαμε πως μια τέτοια εκμετάλλευση καταντάει ζημιά και ανησυχία δαπανηρή, όταν ξεπερνάει το πρεπούμενο μέτρο. Και μάλιστα όσο πιο εκτείνεται η εξουσία, όσο πιο αραιώνουν οι φρουρές και αυξαίνει η δυσαναλογία του αριθμού των αρχόντων και των αρχομένων, τόσο η εκμετάλλευση πρέπει να γίνεται πιο ανεπαίσθητη, ένας ελαφρύς τόκος που οι λαοί μας πληρώνουν για την τάξη και την ειρήνη που τους εξασφαλίζομε.Αλλά δε φτάνει να τους χαρίζωμε ειρήνη και τάξη, γιατί αυτά είναι αρνητικά στοιχεία, είναι όροι. δεν αποτελούν την ουσία της ευδαιμονίας των ανθρώπων. Πρέπει να προάγωμε την υλική ευημερία των λαών μας. πρέπει με την υπερέχουσα τεχνική μας να τους κατασκευάζωμε υδραγωγεία και αιωνόβιους δρόμους, λιμάνια, γιοφύρια και άλλα έργα που κάνουν τη ζωή των ανθρώπων πιο άνετη και πιο εύκολη. Θα έπρεπε ακόμη και της φιλοσοφίας και της ποίησης τα δώρα να σκορπούσαμε στις χώρες που κυβερνούμε. Το μέγα όμως τούτο έργο είμαστε άξιοι να το κάνωμε μόνο στις δυτικές επαρχίες, γιατί εκεί που βρίσκεσαι εσύ, οι έλληνες το επιτελούν ακόμη σήμερα καλλίτερα από μας. Ας επαναλάβωμε και εμείς τη δυσάρεστην ομολογία του Οράτιου Φλάκκου:Graecia capta, ferum victorem cepit, et artes Intulit agresti Latio.

*** Μάθε, φίλτατέ μου Ατίλιε, πως όσοι θέλουν να είναι κοσμοκράτορες, πρέπει να έχουν νοοτροπία πατρικίων και όχι νοοτροπία ιππέων (σ.σ. Όπως εξηγεί ο K.T, οι ιππείς αποτελούσανε τη δεύτερη κοινωνική τάξη στην αρχαία Ρώμη, ύστερα από τους πατρίκιους. Ήταν οι εύποροι, που δεν ήταν αριστοκράτες) …*** O έλληνας είναι πιο εγωιστής από μας και συνεπώς και από όλα τα έθνη του κόσμου. Το άτομό του είναι «πάντων χρημάτων μέτρον» κατά το ρητό του Πρωταγόρα. Αδέσμευτο, αυθαίρετο, και ατίθασο, αλλά και αληθινά ελεύθερο ορθώνεται το εγώ των ελλήνων. Χάρις σε αυτό σκεφθήκανε πηγαία, πρώτοι αυτοί, όσα εμείς αναγκαζόμαστε σήμερα να σκεφθούμε σύμφωνα με τη σκέψη τους. Χάρις σε αυτό βλέπουν με τα μάτια τους και όχι με τα μάτια εκείνων που είδαν πριν απ’ αυτούς. Χάρις σε αυτό η σχέση τους με το σύμπαν, με τα πράγματα και τους ανθρώπους δεν μπαγιατεύει, αλλά είναι πάντα νέα, δροσερή και το κάθε τι, χάρις σε αυτό το εγώ, αντιχτυπάει σαν πρωτοφανέρωτο στην ψυχή τους. Είναι όμως και του καλού και του κακού πηγή τούτο το χάρισμα. Το ίδιο «εγώ» που οικοδομεί τα ιδανικά πολιτικά συστήματα, αυτό διαλύει και τις πραγματικές πολιτείες των Ανθρώπων. Και ήρθανε οι καιροί όπου ο ελληνικός εγωισμός ξέχασε την τέχνη που οικοδομεί τους ιδανικούς κόσμους, αλλά δεν ξέχασε την τέχνη που γκρεμίζει τις πραγματικές πολιτείες.Και εμείς τους συναντήσαμε, καλέ Ατίλιε, σε τέτοιους καιρούς και γι’ αυτό η κρίση μας γι’ αυτούς συμβαίνει να είναι τόσο αυστηρή, που κάποτε καταντάει άδικη.Αλλά και πώς να μην είναι; H μοίρα μας έταξε νομοθέτες του κόσμου και το ελληνικό άτομο περιφρονεί το νόμο. Δεν παραδέχεται άλλη κρίση δικαίου παρά την ατομική του, που δυστυχώς στηρίζεται σε ατομικά κριτήρια. Απορείς πώς η πατρίδα των πιο μεγάλων νομοθετών έχει τόση λίγη πίστη στο νόμο. Και όμως από τέτοιες αντιθέσεις πλέκεται η ψυχή των ανθρώπων και η πορεία της ζωής των. Σπάνια οι έλληνες πείθονται «τοις κείνων ρήμασι». Πείθονται μόνο στα ρήματα τα δικά τους και ή αλλάζουν τους νόμους κάθε λίγο, ανάλογα με τα κέφια της στιγμής ή όταν δεν μπορούν να τους αλλάξουν, τους αντιμετωπίζουν σαν εχθρικές δυνάμεις και τότε μεταχειρίζονται εναντίον τους ή τη βία ή το δόλο. A! τόσο τη χαίρεται ο έλληνας την εύστροφη καταδολίευσή τους, τους σοφιστικούς διαλογισμούς που μεταβάλλουν τους νόμους σε ράκη!O έλληνας έχει πιο αδύνατη μνήμη από μας έχει λιγότερη συνέχεια στον πολιτικό του βίο. Είναι ανυπόμονος και κάθε λίγο, μόλις δυσκολέψουν κάπως τα πράγματα, αποφασίζει ριζικές μεταρρυθμίσεις. Θες να σαγηνέψης την εκκλησία του δήμου σε μια πόλη ελληνική; Πες τους: «Σας υπόσχομαι αλλαγή». Πες τους:«Θα θεσπίσω νέους νόμους». Αυτό αρκεί. με αυτό χορταίνει η ανυπομονησία του, το αψίκορο πάθος του. Τι φαεινές συλλήψεις θα βρης μέσα σε αυτά τα ελληνικά δημιουργήματα της ιδιοτροπίας της στιγμής! Εμείς δειλά-δειλά και μόνο με το χέρι του πραίτορα τολμήσαμε , διολισθαίνοντας μέσα στους αιώνες, να ξεφύγωμε από τους άκαμπτους κλοιούς της Δωδεκαδέλτου μας, και πάλι διατηρώντας όλους τους τύπους, όλα τα εξωτερικά περιβλήματα. Τούτη η υποκρισία των μορφών, όταν η ουσία αλλάζει, δείχνει πόση είναι η ταπεινοφροσύνη μας μπρος σε κάθε τι που είναι θεσμός και έθος και παράδοση, πόσο το παρελθόν και η συνέχεια του βαραίνουν στην πορεία μας και πόσο δίκαια αντέχομε αιώνες εκεί που οι έλληνες εκάμφθηκαν σε δεκαετηρίδες.Μέσα στους πιο πολλούς έλληνες, άμα σκαλίσης λίγο, θα βρης έναν ισχνόν υπερόπτη Κοριολάνο, έναν άσημο εκδικητικόν Αλκιβιάδη, ένα εγώ μεγαλύτερο από την πατρίδα. Όχι βέβαια σε όλους. αλλιώς δε θα υπήρχαν σήμερα πια ελληνικές πόλεις. Αλλά όποιος διοικεί, σαν και σένα, ένα λαό, πρέπει να γνωρίζη τις άρχουσες ροπές, που δε φτάνουν βέβαια ως τη φανερή ακρότητα του ωραίου αθηναίου ή του δικού μας Γάιου Μάρκου, αλλά που τείνουν προς τα εκεί. Οι πολλοί, από χίλιους δυο λόγους, γιατί είναι πιο μικροί και πιο αδύνατοι, σταματούν μεσοδρομίς. Μα και μ’ αυτούς το κακό γίνεται.Οι έλληνες λίγα πράγματα σέβονται και σπάνια όλοι τους τα ίδια. Και προς καλού και προς κακού στέκουν απάνω από τα πράγματα. Για να κρίνουν αν ένας νόμος είναι δίκαιος, θα τον μετρήσουν με το μέτρο της προσωπικής των περίπτωσης, ακόμα και όταν υπεύθυνα τον κρίνουν στην εκκλησία ή στο δικαστήριο. O έλληνας ζητεί από το νόμο δικαιοσύνη για τη δική του προσωπική περίπτωση. Αν τύχη και ο νόμος, δίκαιος στην ολότητά του, και δεν ταιριάζει σε λίγες περιπτώσεις, όπως η δική του, δεν μπορεί αυτό να το παραδεχτή. Και εν τούτοις τετρακόσια χρόνια τώρα το διακήρυξε ο μεγάλος τους Πλάτων, πως τέτοια είναι η μοίρα και η φύση των νόμων. Πως άλλο νόμος και άλλο δικαιοσύνη. το διακήρυξε και ο Σταγειρίτης, χωρίζοντας το δίκαιο από το επιεικές. Αλλά δεν τ’ ακούει αυτά ο έλληνας! Δε δέχεται να θυσιάση τη δική του περίπτωση, το δικό του εγώ σ’ ένα νόμο σκόπιμο, και δίκαιο στη γενικότητά του. Έτσι είναι οι πολλοί στις πόλεις που πρόκειται τώρα να διοικήσης, έτσι διαφορετικοί, αν όχι από μας, όμως από τους πατέρες μας, που θεμελίωσαν το μεγαλείο την παλιάς, της αληθινής μας δημοκρατίας.

Όσο περνούν οι αιώνες τόσο κι εμείς και οι λαοί που κυβερνούμε γινόμαστε περισσότερο ατομιστές, ως που μια μέρα να μαραθούμε όλοι μαζί μέσα στη μόνωση των μικρών εαυτών μας.Νομίζω πως οι έλληνες απάνω στους οποίους εσύ τώρα άρχεις είναι πρωτοπόροι σε αυτόν το θανάσιμο κατήφορο. Δε σου έκανε κιόλας εντύπωση, καλέ μου Νάβιε, η αδιαφορία του έλληνα για το συμπολίτη του; Όχι πως δε θα του δανείσει μια χύτρα να μαγειρέψει, όχι πως αν τύχη μια αρρώστια δε θα τον γιατροπορέψη, όχι πως δεν του αρέσει να ανακατεύεται στις δουλειές του γείτονα, για να του δείξει μάλιστα την αξιοσύνη του και την υπεροχή του. σε τέτοιες περιπτώσεις βοηθάει ο έλληνας περισσότερο από κάθε άλλον. Βοηθάει πρόθυμα και τον ξένο, με την ιδέα μάλιστα, που χάρις στους μεγάλους στωϊκούς, πάντα τον κατέχει, μιας πανανθρώπινης κοινωνίας. Του αρέσει να δίνη στον ασθενέστερο, στο αβοήθητο. είναι και αυτό ένας τρόπος υπεροχής.Λέγοντας πως ο έλληνας αδιαφορεί για τον πλησίον του, κάτι άλλο θέλω να πω. Αλλά μου πέφτει δύσκολο να στο εξηγήσω. Θα αρχίσω με παραδείγματα, που, αν προσέξης, ανάλογα θα δης και εσύ ο ίδιος πολλά με τα μάτια σου. Ακόμη υπάρχουνε ποιητές πολλοί και τεχνίτες στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Πλησίασέ τους, καθώς είναι χρέος σου, και πες μου αν άκουσες κανέναν απ’ αυτούς ποτέ να επαινή τον ομότεχνό του. Δε χάνει τον καιρό του σε επαίνους των άλλων ο έλληνας. Δε χαίρεται τον έπαινο. Χαίρεται όμως τον ψόγο και γι’ αυτόν βρίσκει πάντα καιρό. Για την κατανόηση, την αληθινή, αυτήν που βγαίνει από τη συμπάθεια γι’ αυτό που κατανοείς, δε θέλει τίποτα να θυσιάση. Το κίνητρο της δικαιοσύνης δε τον κινεί για να επαινέση ό,τι αξίζει τον έπαινο. Όχι που δεν θα ήθελε να είναι δίκαιος, αλλά δεν αντιλαμβάνεται καν την αδικία που κάνει στον άλλο. Αλλού κοιτάζει. θαυμάζει ό,τι είναι ο δικός του κόσμος. κάθε άλλον τον υποτιμά. Όταν ένας πολίτης άξιος δεν αναγνωρίζεται κατά την αξία του, λέει ο έλληνας: αφού δεν αναγνωρίζομαι εγώ ο αξιώτερός του, τι πειράζει αν αυτός δεν αναγνωρίζεται; O εγωκεντρισμός αφαιρεί από τον έλληνα τη δυνατότητα να είναι δίκαιος. Και αυτό εννοούσα λέγοντας πως ο έλληνας αδιαφορεί για τον πλησίον του. το πάθος του εγωισμού τον εμποδίζει να ασχολείται με τον άλλο, να συνεργάζεται μαζί του.Και φυσικά από την έλλειψη τούτη της αλληλεγγύης ματαιώνονται στις ελληνικές κοινωνίες οι κοινές προσπάθειες. H δράση του έλληνα κατακερματίζεται σε ατομικές ενέργειες, που συχνά αλληλοεξουδετερώνονται και συγκρούονται.Κάποτε και τους νεκρούς ακόμα, όπου θάλεγε κανείς πως φθόνος δε χωρεί, τους αφήνουν ατίμητους οι έλληνες, γιατί δε βρίσκουν μέσα τους τη διάθεση να θυσιάσουν κάτι από το νου και την καρδιά τους για ένα τέτοιο έργο δικαιοσύνης. Μόνο ο ηδονισμός του μίσους μπορεί να τους κάνει τυμβωρύχους. Το εγώ -το τρομερό αυτό εγώ- το πάντα γυρισμένο προς τον εαυτό του, για να υψωθή, ταπεινώνει και τους νεκρούς και εκδικείται ακόμη και για την περασμένη του δόξα.Μόνο όταν δημιουργηθούν συμφέροντα που συμβαίνει να είναι κοινά σε πολλά άτομα μαζί, βλέπεις τη συναδέλφωση και την αλληλεγγύη. πολύ σπάνια για την προάσπιση κοινών ιδανικών. Κοινά ιδανικά σχεδόν δεν υπάρχουν. Στον κάθε έλληνα τα ιδανικά είναι ατομικά. Γι’ αυτό οι πολιτικές των φατρίες είναι φατρίες συμφερόντων. και το ιδανικό του κάθε ηγέτη είναι ο εαυτός του.

Νάβιε, ο Κάτωνας από καιρό έχει πεθάνει και πέθανε μαζί του η παλιά μας δημοκρατία. Τώρα βαδίζομε και εμείς το δρόμο των ελλήνων. ως που και οι δικοί μας εγωισμοί, κάθε μέρα ωμότεροι και βιαιότεροι, να σκεπάσουν με την πλημμυρίδα τους τη Σύγκλητο και την αγορά και ολόκληρη την αθάνατη πόλη.

Εδώ και δυο βδομάδες σου έγραφα για το φυγόκεντρον εγωισμό των ελλήνων. Δε θυμάμαι όμως αν σου έγραψα το χειρότερο. Κινημένος από την ίδια αυτήν εγωπάθεια, τη ρίζα αυτήν κάθε ελληνικού κακού, -ας βοηθήσουν οι θεοί να μη γίνη και των δικών μας δεινών η μολυσμένη πηγή- ο έλληνας δε συχωρνάει στο συμπολίτη του καμμιά προκοπή. Όποιον τον ξεπεράση, ο έλληνας τον φθονεί με πάθος. και αν είναι στο χέρι του να τον γκρεμίση από εκεί που ανέβηκε, θα το κάνη.Μα το πιο σπουδαίο, για να καταλάβης τον έλληνα, είναι να σπουδάσης τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει το φθόνο του, τον τρόπο που εφεύρε για να γκρεμίζη καλλίτερα. Είναι ένας τρόπος πιο κομψός από το δικό μας, γέννημα σοφιστικής ευστροφίας και διανοητικής δεξιοτεχνίας. Δεν του αρέσει η χονροκομμένη δολοφονία στους διαδρόμους του Παλατιού, αλλά η λεπτοκαμωμένη συκοφαντία, ένα είδος αναίμακτου ηθικού φόνου, ενός φόνου διακριτικότερου και εντελέστερου, που αφήνει του δολοφονημένου τη σάρκα σχεδόν ανέπαφη, να περιφέρη την ατίμωση και τη γύμνια της στους δρόμους και στις πλατείες.Γιατί και τη συκοφαντία, αγαπητέ μου, την έχουν αναγάγει σε τέχνη οι θαυμάσιοι, οι φιλότεχνοι έλληνες, οι πρώτοι δημιουργοί του καλού και του κακού λόγου. Το να επινοήσης ένα ψέμα για κάποιον και να το διαλαλήσης, αυτό είναι κοινότυπο και άτεχνο. Σε πιάνει ο άλλος από το αυτί και σε αποδείχνει εύκολα συκοφάντη και σε εξευτελίζει. H τέχνη είναι να συκοφαντής, χωρίς να ενσωματώνεις πουθενά ολόκληρη τη συκοφαντία, μόνο να την αφήνεις να τη συνάγουν οι άλλοι από τα συμφραζόμενα και έτσι ασυνείδητα να υποβάλλεται σε όποιον την ακούει. H τέχνη, είναι να βρίσκης το διφορούμενο λόγο, που άμα σε ρωτήσουν γιατί τον είπες, να μπορής να πης πως τον είπες με την καλή σημασία, και πάλι εκείνος που τον ακούει να αισθάνεται πως πρέπει να τον εννοήση με την κακή του σημασία.Αυτό είναι το αγχέμαχο όπλο με το οποίο πολεμάει ο έλληνας τον έλληνα, ο ηγέτης τον ηγέτη, ο φιλόσοφος το φιλόσοφο, ο ποιητής τον ποιητή, αλλά και ο ανάξιος τον άξιο, ο ουσιαστικά αδύνατος τον ουσιαστικά δυνατό.Αν και ξένος, θα δοκιμάσης την αιχμή τούτου του όπλου και εσύ όπως τη δοκίμασα και εγώ. Θα απορήσης σε τι κοινωνική περιωπή βάζουν οι έλληνες τους δεξιοτέχνες της συκοφαντίας, πώς τους φοβούνται οι πολλοί και αγαθοί, πώς τους υπολήπτονται οι χρησιμοθήρες και πώς γλυκομίλητα τους χαιρετούν όταν τους συναντούν στις στοές και στην αγορά.

Το ανυπόταχτο σε κάθε πειθαρχία, η περιφρόνηση των άλλων και ο φθόνος, η αρρωστημένη διόγκωση της ατομικότητας, σπρώχνουν σχεδόν τον κάθε έλληνα να θεωρή τον εαυτό του πρώτο μέσα στους άλλους. Αδιαφορώντας για όλους και για όλα, παραβλέποντας ό,τι γίνηκε πριν και ό,τι γίνεται γύρω του, αρχίζει κάθε φορά από την αρχή και δεν αμφιβάλλει πως πορεύεται πρώτος στο δρόμο το σωστό. Ταλαιπωρεί από αιώνες την ελληνική ζωή η υπέρμετρη εμπιστοσύνη του έλληνα στην προσωπική του γνώμη και στις προσωπικές του δυνατότητες. Παρά να υποβάλη τη σκέψη του στη βάσανο μιας ομαδικής συζήτησης, προτιμάει να ριψοκινδυνεύση με μόνες τις προσωπικές του δυνάμεις. Πρόσεξε τις συσκέψεις των ηγετών των πολιτικών τους μερίδων με τους δήθεν φίλους των και θα δης ότι οι περισσότερες είναι προσχήματα. O ηγέτης λέει τη γνώμη του, βελτιώνει τη διατύπωσή της με τις πολλές επαναλήψεις χωρίς ούτε να περιμένη, ούτε να θέλη καμμίαν αντιγνωμία. Και οι φίλοι του το ξέρουν αυτό καλά και συχνάζουν σε αυτές τις συσκέψεις ή για να μάθουν τα νέα της ημέρας ή για να βρουν ευκαιρία να κολακεύσουν τον ηγέτη. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο έλληνας πολιτικός ανακυκλώνεται μόνος του μέσα στις δικές του σκέψεις, γιατί πιστεύει πως αυτές αρκούν για το έργο του ή, το χειρότερο, γιατί η χρησιμοποίηση και των άλλων στην εκτέλεσή του, θα περιώριζε την κυριότητά του απάνω στο έργο. θα το έκανε, περισότερο τέλειο, αλλά λιγότερο δικό του. και εκείνο που προέχει για τον έλληνα δεν είναι το πρώτο, αλλά το δεύτερο. Έτσι σε πρώτη μοίρα έρχεται η τιμή του εγώ και σε δεύτερη η αξία του έργου. Αυτή είναι η αδυναμία του πολιτικού ήθους που θα παρατηρήσης στους έλληνες δημόσιους άνδρες, που κατά τα άλλα και πιο υψηλόφρονες είναι και πιο αδέκαστοι και σχεδόν όλοι πιο φτωχοί από τους σύγχρονους δικούς μας. Οι παλιοί όμως ρωμαίοι, αυτοί κατείχαν την αρετή της μετριοφροσύνης που απουσιάζει και απουσίασε πάντα από την ελληνική πολιτική ζωή και γι’ αυτό τότε κατορθώσανε, αν και σε τόσα καθυστερημένοι, να πάρουν την κοσμοκρατορία από τα χέρια των ελλήνων. Γιατί, βλέπεις, τούτη η μοιραία για την τύχη των ελλήνων εγωπάθεια φέρνει και ένα άλλο χειρότερο δεινό: όπου βασιλεύει, τα έργα σχεδιάζονται πάντα μέσα στα στενά όρια της ατομικότητας, σύντομα και βιαστικά, για να συντελεσθούν όλα, πριν το πρόσωπο εκλείψη.

H πολιτική όμως που θεμελιώνει τις μεγάλες πολιτείες δε σηκώνει ούτε βιασύνη ούτε συντομία. Σχεδιάζεται σε έκταση αιώνων. Δεν προσδένεται σε άτομα, αλλά σε ομάδες προσώπων, σε διαδοχικές γενεές. Στην εκτύλιξή της εξαφανίζεται το εφήμερο άτομο και παίρνουν την πρώτη θέση, διαρκέστερες υποστάσεις, λαοί, οικογένειες, πολιτικές μερίδες ή κοινωνικές τάξεις. Τα εδραία πολιτικά έργα μέσα στην ιστορία είναι υπερπροσωπικά. Και δυστυχώς οι έλληνες μόνο σε προσωπικά έργα επιδίδονται με ζήλο. Γι’ αυτό ή δε φτάνουν ως την τελείωση ενός άξιου πολιτικού έργου ή όταν φτάσουν, φέρνει μέσα του το έργο τους το ίδιο, το σπέρμα της φθοράς. Και αυτό είναι δίκαιο. Γιατί σκοπός των ελλήνων είναι η πρόσκαιρη λάμψη του πρόσκαιρου ατόμου, όχι η μόνιμη απρόσωπη ευόδωση του έργου του ίδιου.Έπρεπε εξαιρετικά ευνοϊκές περιστάσεις να συντρέξουν με τη μεγαλοφυϊα του Αλέξανδρου του Μακεδόνα για να αποκτήσουν για λίγα χρόνια οι έλληνες μια κυρίαρχη πολιτική θέση στην οικουμένη. Αλλά και εκεί το έργο, στηριγμένο σ’ ένα πρόσωπο, όχι σε μιαν κοινότητα ανθρώπων, ούτε σε μια πολύχρονη παράδοση, μόλις εξαφανίστηκε ο δημιουργός, διαλύθηκε μέσα στα χέρια των ίδιων εκείνων ανθρώπων, που, όταν ο Αλέξανδρος ζούσε, στάθηκαν οι απαραίτητοι συντελεστές του. Αλλά το έργο, βλέπεις, δεν ήταν δικό τους. Δεν τους είχε κάνει ο αυταρχικός ηγέτης κοινωνούς στην τιμή του έργου, αλλά θήτες του γιγάντιου εγωισμού του.… Ποτέ, μα ποτέ δε θέλησα να σου πω, ότι λείπει η πολιτική σκέψη στην Ελλάδα. Απεναντίας πιστεύω πως αφθονεί, περισσότερο μάλιστα από ό,τι φαντάζεται όποιος βλέπει τα πράγματα απ’ έξω. Μόνο που δεν μας είναι αισθητή η παρουσία της, γιατί οι άνδρες που τη κατέχουν φθείρονται ο ένας από τον άλλο σε μιαν αδιάκοπη, πεισματική και το πιο συχνά μάταιη σύγκρουση. Αν λείπει κάτι των ελλήνων πολιτικών δεν είναι ούτε η δύναμη της σκέψης, ούτε η αγωνιστική διάθεση. Στο χαρακτήρα, στο ήθος φωλιάζει η αρρώστια. Φωλιάζει στην άρνησή τους να δεχθούν να εξαφανίσουν το άτομό τους για την ευόδωση ενός ομαδικού έργου.Δεν κρίνουν ποτέ με δικαιοσύνη το συναγωνιστή τους και γι’ αυτό δεν υποτάσσονται ποτέ στην υπεροχή του. Δεν έχουν την υπομονή, μέσα στον κύκλο των ισότιμων, να περιμένουν με την τάξη του κλήρου ή της ηλικίας της σειρά τους. Έτσι διασπαθίζοντας τη δύναμή του και τις αρετές του σε περιττούς αγώνες κατάντησε ο λαός με την υψηλότερη και την πλουσιώτερη στη θεωρία πολιτική σκέψη, να μείνη τόσο πίσω από μας στις πρακτικές πολιτικές του επιδόσεις.Τα δεινά, όσα υποφέρανε ως τα σήμερα οι έλληνες, μα θαρρώ και όσα θα υποφέρουν στο μέλλον μιαν έχουν κύρια και πρώτη πηγή, την φιλοπρωτία, τη νόμιμη θυγατέρα του τρομερού των εγωισμού.

Μου γράφεις πως αυτό συμβαίνει και αλλού και προ παντός σ’ εμάς. H διαφορά, καλέ μου φίλε, έγκειται στο μέτρο και στην ένταση της φιλοπρωτίας. Βέβαια και εμείς σήμερα δεν υστερούμε. Αλλά την εποχή που θεμελιώνονταν το μεγαλείο της Ρώμης δεν είχαν υπερβή οι δικοί μας το πρεπούμενο μέτρο.Υποτάσσονταν στο κοινό νόμο και στους γενικούς σκοπούς της πολιτείας. ενώ οι έλληνες το ξεπέρασαν πριν προφτάσουν να στεριώσουν τη δύναμή τους στην οικουμένη. Όσο όμως αυστηρότερος και αν θέλω να είμαι, καθώς είναι χρέος μου, για μας τους ρωμαίους, δεν ξέρω αν μεταξύ των ρωμαίων, και σήμερα ακόμα, υπάρχουν τόσοι φανατικοί και αδίστακτοι στο κυνήγημα των τιμών, όσοι υπήρξανε μεταξύ των ελλήνων στους ενδοξώτερούς των αιώνες.Μήπως όμως υπερβάλλω, καλέ μου φίλε; Μήπως βλέπω το θαυμαστό γένος των ελλήνων με τα μάτια της γεροντικής κακίας; Μα είναι χρόνια τώρα που με το λυχνάρι και με του ήλιου το φως διαβάζω Αριστοφάνη, Δημοσθένη, Ευριπίδη, Θεόφραστο, Επίκουρο, Ζήνωνα, Χρύσιππο και όλο και βεβαιώνομαι περισσότερο πως δεν είμαι μόνος στον τρόπο που τους κρίνω. Όχι, φίλε μου, δε βλέπω πως είμαι άδικος όταν λέγω πως πρόθεσή τους συνήθως δεν είναι να ξεπεράσουν σε αξιότητα ή και σε καλή φήμη τον αντίπαλό τους, αλλά να τον κατεβάσουν στα μάτια του κόσμου κάτω από τη δική τους θέση, όποια και αν είναι. Την αρχαίαν «ύβριν» των (Σ.Μ. η λέξη στο πρωτότυπο είναι γραμμένη με ελληνικά στοιχεία) την κατεβάσανε στο χαμηλότερο επίπεδο! Κάποτε με τούτην την ισοπέδωση προς τα κάτω νομίζουν πως επαναφέρουν το πολίτευμά τους στην ορθή του βάση. Μάταια ξεχώρισε ο μεγάλος Σταγειρίτης τη «δημοκρατία» (Σ.Μ. την παρεκβατική δημοκρατία, δηλ. την οχλοκρατία) από την «πολιτεία» (Σ.Μ. την ορθή δημοκρατία). H θέλησή τους για ισότητα, άμα την αναλύσης, θα δης ότι δεν απορρέει από την αγάπη της δικαιοσύνης, αλλά από το φθόνο της υπέρτερης αξίας. «Μια που εγώ, λέει ο έλληνας, δεν είμαι άξιος να ανεβώ ψηλότερα από σένα, τότε τουλάχιστον και εσύ να μη ανεβής από μενά ψηλότερα. Συμβιβάζομαι με την ισότητα».Συμβιβάζεται με την ισότητα ο έλληνας, γιατί τι το άλλο είναι παρά συμβιβασμός να πιστεύης ανομολόγητα πως αξίζεις την πρώτη θέση και να δέχεσαι μιαν ίση με των άλλων. Μέσα του λοιπόν δεν αδικεί τόσο ο έλληνας, όσο πλανάται. Γεννήθηκα με την ψευδαίσθηση της υπεροχής.Και ύστερα θα συναντήσης και μεταξύ των ελλήνων την άλλη την ψευδαίσθηση που τους κάνει να υπερτιμούνε τη μιαν αρετή που έχουν και να υποτιμούνε τις άλλες που τους λείπουν. Είδα δειλούς που φαντάζονταν πως μπορούν να ξεπεράσουν όλους μονάχα με την εξυπνάδα τους και ανδρείους που πίστευαν πως φτάνει για να ξεπεράσουν όλους η ανδρεία τους. Είδα έξυπνους που φαντάζονταν πως δε χρειάζεται για να γίνουν πρώτοι ούτε επιστήμη, ούτε αρετή. Είδα κάτι σοφούς που θέλαν να σταθούν απάνω και από τους έξυπνους και από τους ανδρείους με μόνη την επιστήμη και τη σοφία. Πόσο αλήθεια άμαθοι της ζωής μπορεί να είναι αυτοί οι αφεντάδες της γνώσης! Τι κακό μας έκανε αυτός ο Πλάτωνας! Πόσους δασκάλους πήρε στο λαιμό του που νομίσανε πως είναι «άνδρες βασιλικοί»! (Σ.Μ. με ελληνικά στοιχειά στο πρωτότυπο). Μα είδα τέλος, αγαπητέ μου Νάβιε, και κάτι ενάρετους, που δεν το χώνευαν να μην είναι πρώτοι στην πολιτεία, αφού είταν πρώτοι στην αρετή. Και βέβαια δε στασίαζαν όπως οι βάναυσοι και οι κακοί, αλλά ή αποσύρονταν σιωπηλοί και απογοητευμένοι στους αγρούς των, αφήνοντας το δήμο στα χέρια των δημαγωγών και των συκοφαντών, ή δηλητηριάζανε την ίδια τους την αρετή και τους ωραίους της λόγους με την πίκρα της αποτυχίας των. ωσάν οι ηγεσίες των πολιτειών να μην ήταν μοιραία υποταγμένες στις ιδιοτροπίες της τύχης και του χρόνου και σε λογής άλλους συνδυασμούς δυνάμεων που συνεχώς τις απομακρύνουν απ’ την ιδεατή τους μορφή και τις παραδίνουν στα χέρια των ανάξιων ή των μέτριων.Τέτοια είναι τα πάθη και οι αδυναμίες που φθείρουν τους ηγέτες των ελληνικών πόλεων.

Όσο για τους οπαδούς των ηγετών αυτών, έχουν και αυτοί την ιδιοτυπία τους στον μακάριον εκείνον τόπο. Είναι οπαδοί, πραγματικοί οπαδοί, μόνο όσοι χάσαν οριστικά την ελπίδα να γίνουν και αυτοί ηγέτες. Έτσι θα παρατηρήσης πως πιστοί οπαδοί είναι μόνο οι γεροντώτεροι από τον ηγέτη τους. Ελάχιστοι είναι οπαδοί από πίστη ιδεολογική ή από πίστη στον ηγέτη οι πολλοί είναι πειθαναγκασμένοι από τα πράγματα γιατί ατύχησαν, γιατί βαρέθηκαν ή λιποψύχησαν. Γι’ αυτό είναι και όλοι προσωρινοί, άπιστοι, ενεδρεύοντες οπαδοί, ως που να περάσει η κακή ώρα.Μα και αυτοί που μένουν και όσο μένουν οπαδοί, προσπαθούν συνεχώς να αναποδογυρίσουν την τάξη της ηγεσίας και να διευθύνουν αυτοί από το παρασκήνιο τον ηγέτη. Γι’ αυτό και βλέπεις τόσο συχνά να είναι περιζήτητοι οι μέτριοι ηγέτες, που προσφέρονται ευκολώτερα στην παρασκηνιακήν ηγεσία των οπαδών των. Σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει σημασία να ξέρης ποιος είναι ο ονομαστικός ηγέτης μιας πολιτικής μερίδας, αλλά ποιοι εκ του αφανούς τον διευθύνουν. Βλέπεις, είναι μερικοί άνθρωποι που δεν είναι προικισμένοι με τα χαρίσματα με τα οποία αποκτάς τα φαινόμενα της ηγεσίας, αλλά μόνο με εκείνα που χρειάζονται για την ουσία της, για την άσκηση της εξουσίας. είναι αναγκασμένοι λοιπόν οι τέτοιοι να περιορισθούν στο ρόλο του υποβολέα και να αφήνουν τους άλλους, που κατέχουν τα φαινόμενα, να χαριεντίζωνται απάνω στη σκηνή.

Και ύστερα, μήπως δε βλέπω και την άλλην όψη του πράγματος; Ας παραπονιόμαστε για την ελληνική εγωπάθεια εμείς που διαρκώς απάνω της σκοντάβομε, γιατί έχομε να κάνωμε με την ελληνική πόλη και τους πολιτικούς της. Έχει και την εξαίσια πλευρά της η υπερτροφία αυτή της προσωπικότητας, που στις κακές της όψεις την ονομάζομε εγωπάθεια. Έχει την πλευρά τη δημιουργική στη φιλοσοφία, στην ποίηση, στις τέχνες, στις επιστήμες, ακόμη και στο εμπόριο και στον πόλεμο. Από αυτήν αναβλύζει όλη η δόξα των ελλήνων, η μόνη δόξα στην ιστορία που μπορεί να σταθή πλάι στη δική μας. Φοβάμαι μονάχα, -γιατί, και ας μην το βλέπης εσύ, κατά βάθος με γοητεύουν και εμένα οι έλληνες, που είναι και θα είναι πάντα οι δάσκαλοί μου- φοβάμαι πως φτάσαμε στον καιρό, που η φωτεινή πλευρά της προσωπικότητάς των πηγαίνει όλο μικραίνοντας και αντίθετα η σκοτεινή όλο και αυξάνει. και δεν ξέρω, δεν μπορώ να ξέρω, αν ετούτος ο κατήφορος μπορεί ποτέ πια να σταματήση.

Δε σου κρύβω πως με πείραξε ο λόγος σου, πως δείχνομαι τάχα κακός και άδικος με τους έλληνες. Ας αρχίσω λοιπόν σήμερα το γράμμα μου με έναν έπαινο γι’ αυτούς, για να ξεπλύνω έτσι κάπως τη μομφή σου. O εγωισμός δεν κάνει τους έλληνες μόνο κακούς πολίτες στην αγορά, τους κάνει και καλούς στρατιώτες στον πόλεμο. Έχουν αιώνων τρόπαια που μέσα στη μνήμη τους γίνονται σα νόμοι άγραφοι και επιβάλλουν την περιφρόνηση της κακουχίας και του κινδύνου. Μη συγχέης τη διάλυση της στρατιωτικής δύναμης, που έχει αφορμή τις εμφύλιες έριδες, με την ατομική γενναιότητα καθώς και την πολεμική δεξιοτεχνία των ελλήνων.Μα και δεν είναι μόνο στον πόλεμο ο έλληνας γενναίος και άξιος μαχητής, αλλά και στην ειρήνη. Ακριβώς γιατί η γενναιότητά του δεν είναι συλλογική, σαν των περισσότερων λαών, αλλά ατομική, γι’ αυτό δε φοβάται, και εκεί που βρίσκεται μόνος του, να ριψοκινδυνεύη, στην ξενητιά, στο παράτολμο ταξίδι, στην εξερεύνηση του αγνώστου. Γι’ αυτό και τόλμησε τέτοια που εμείς δε θα τολμούσαμε ποτέ και θεμέλιωσε για αιώνες αποικίες έξω από τις στήλες του Ηρακλέους και πέρα, μέσα στα χιόνια της Σκυθίας. και στον καιρό μας ακόμη έλληνες δεν είναι εκείνοι που τόλμησαν να διασχίσουν άγνωστες θάλασσες για να φτάσουν στη χώρα των Ινδών και στις έμπυρες χώρες πιο κάτω από τη γη των Αιθιόπων; Αναρωτιέσαι κάποτε γιατί τα τολμάει αυτά τα παράτολμα ο έλληνας;

Επειδή είναι γενναίος ο έλληνας, είναι και παίκτης. Παίζει την περιουσία του τη ζωή του και κάποτε και την τιμή του. Γεννήθηκε για να σκέπτεται μόνος, για να δρα μόνος, για να μάχεται μόνος και γι’ αυτό δε φοβάται τη μοναξιά. Εμείς αντίθετα είμαστε από τα χρόνια τα παλιά μια υπέροχα οργανωμένη αγέλη. Σκεπτόμαστε μαζί, δρούμε μαζί, μαχόμαστε μαζί και μοιραζόμαστε μαζί την τιμή, τα λάφυρα και τη δόξα. Οι έλληνες δε δέχονται, όσο αφήνεται η φύση τους ελεύθερη, να μοιρασθούν τίποτα με κανέναν. Το εθνικό τους τραγούδι, αρχίζει με έναν καυγά, γιατί θελήσανε να κάνουν μοιρασιά ανάμεσα σε άντρες που μοιρασιά δε δέχονται.Και μια που πήρα το δρόμο των επαίνων, άκουσε και τούτο, που δεν είναι και ο μικρότερος. Οι αυστηρές κρίσεις που τώρα βδομάδες σου γράφω, θαρρείς πως είναι μόνο δικές μου; Τις πιο πολλές τις διδάκτηκα από ένα έλληνα, από τον Επίκτητο. Νέος τον άκουσα να εξηγή το μέγα δράμα του γένους του. Ήσυχα καθαρά, με την ακριβολογία και τη χάρη που σφράγιζε το λόγο του, μας ετοίμαζε για έναν κόσμο που είχε πια περάσει, για μιαν Ατλαντίδα που είχε κατακαλύψει ο Ωκεανός. Κάποτε κάνοντας την απολογία της πατρίδας του, μας έλεγε: «Δεν είναι τόσο δίκαια τα ανθρώπινα, ώστε μόνο αμαρτήματα να είναι οι αιτίες των τιμωριών.

H Τύχη, η τυφλή θεά, η τελευταία στην οποία θα πάψω να πιστεύω, πρόδωσε συχνά τους έλληνες στο δρόμο τους. Αλλά και αυτοί, πρόσθετε, τη συντρέξανε με το δικό τους τρόπο».Μη νομίσης όμως πως μόνο ένας Επίκτητος κατέχει την αρετή του «γνώθι σαυτόν» (Σ.Μ. Στο πρωτότυπο γραμμένο ελληνικά). Σε κάθε κόγχη απάγκια της αγοράς κάθε πόλης, σε κάθε πλάτανο από κάτω της ευλογημένης ελληνικής γης, θα βρης και έναν έλληνα, αδυσώπητο κριτή του εαυτού του. Και εύκολα θα σου ξανοιχθή και ας είσαι ξένος. Αρκεί εσύ να μην αρχίσης να κακολογής τίποτα το ελληνικό, γιατί τότε μέσα του ξυπνάει μια άλλη αρετή, η περηφάνια.Ναι, ναι, σε βλέπω να γελάς, Ατίλιε Νάβιε, αυτούς του ταπεινούς κόλακες που σέρνονται στους προθαλάμους μας, γελάς που τους ονομάζω περήφανους. Και όμως θα αστοχήσης στο έργο σου αν αγνοήσης αυτή την αλήθεια. Πρόσεξε την υπεροψία και τη φιλοτιμία των ελλήνων. Μην πλανάσαι! Έχουν την ευαισθησία των ξεπεσμένων ευγενών. Είναι γκρεμισμένοι κοσμοκράτορες, ποτέ όμως τόσο χαμηλά πεσμένοι, ώστε να ξεχάσουν τι ήτανε. H πολυσύνθετη ψυχή τους χωράει λογής αντιφάσεις και έρχονται ώρες που για πολλούς είναι δίκαιος ο ειρωνικός λόγος του Ιουβενάλιου Graeculus esuriens, in coelum jusseris, ibit [Σ.Μ. «Το λιμασμένο γραικύλο κι’ αν στον ουρανό τον προστάξης (να πάη), θα πάη.»] Αλλοι όμως είναι τούτοι οι γραικύλοι και άλλοι οι έλληνες. Και το πιο περίεργο: οι ίδιοι τούτοι σε άλλες ώρες είναι γραικύλοι και σε άλλες έλληνες (Σ.Μ. ο συγγραφέας παίζει εδώ με τις λέξεις graeculus και graeci. Στη μετάφραση φυσικά το λογοπαίγνιο χάνεται).

Δεν πρέπει ποτέ να δώσης στον έλληνα την εντύπωση ότι του αφαίρεσες την ελευθερία του. Αφησέ τον, όσο μπορείς, να ταράζεται, να θορυβή και να ικανοποιή την πολιτική του μανία, μέσα στη σφαίρα που δεν κινδυνεύουν τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας. Εσύ πρέπει να έχης την τέχνη να επεμβαίνης μόνο την τελευταία στιγμή, όταν δεν μπορείς να βάλης τους έλληνες τους ίδιους να αποτρέψουν το δυσάρεστο. Πάντοτε βρίσκονται οι διαφωνούντες μεταξύ των ελλήνων, που θα είναι πρόθυμοι να σε βοηθήσουν είτε θεληματικά, είτε, συνηθέστερα, αθέλητά τους.Υποβοηθώντας το τυφλό παιχνίδι των φατριών από το παρασκήνιο, χωρίς να προσβάλλης την περηφάνια τους, μπορεί να οδηγήσης τις ελληνικές πόλεις προς το καλό πολύ ευκολώτερα παρά με τις σοφώτερες διαταγές που θα εξέδιδες, αν είσουνα ανθύπατος στην Ισπανία ή στην Ιλλυρία. Valde aveo scire quid agas. Data Nonis Juniis ex Tusculo.… Όμως αν θέλης στην Ελλάδα πραγματικά να επιβάλης μιαν απόφασή σου, όσο σωστή και αν είναι, κοίταξε να μη φανή η πρόθεσή σου. Πρέπει να θυσιάσης την τιμή μιας απόφασης για να την επιβάλης μεταξύ των ελλήνων. Κάλεσε ιδιατέρως έναν έναν τους αρχηγούς των μερίδων. δώσε στον καθένα την ευκαιρία μιας επίπλαστης πρωτοβουλίας. Φυσικά, αν δυστροπούν, να τους τρομάξης. Αλλά και αυτό υπό εχεμύθειαν, χωρίς να αναγκάσης τη φιλοτιμία τους να πάρη τα όπλα. Δώσε τους κάποια περιθώρια έντιμης υποχώρησης, και όταν ακόμα στην πραγματικότητα διατάσσης.

Μην τους πης ότι διατάσσεις, πες τους ότι δεν διατάσσεις, αλλά ότι αν δεν γίνη τούτο και εκείνο, τότε οι ρωμαϊκές λεγεώνες θα αναγκασθούν να μεταθασταθμεύσουν, για λόγους ασφάλειας, σε άλλη επαρχία και τότε μπορεί τίποτε Γέτες ή Κέλτες ή Δακοί να στείλουν τα στίφη τους να δηώσουν τη χώρα και ας αναμετρήσουν οι ίδιοι τις συνέπειες και ας αποφασίσουν. Όλα αυτά δε σου τα λέω για να σε κάνω να περιφρονής τους έλληνες. απεναντίας σου τα λέω για να τους καταλάβης και να τους προσέξης. Ακόμη και σήμερα διατηρούν τα ίχνη μερικών αρετών που μοιάζουν με τη χόβολη μιας μεγάλης πυράς. Μελετητές της ψυχής των ατόμων και του όχλου, θα τους δης να εκτελούν μερικούς θαυμάσιους ελιγμούς, να χαράζουν πολιτικά σχέδια περίλαμπρα, με μιαν ευκινησία στη σκέψη και μια γοργότητα στις αντιδράσεις που εμείς εδώ ποτέ δε φτάσαμε. Μόνο που ύστερα θα μελαγχολήσεις βλέποντας πως είναι πια ασήμαντοι οι σκοποί για τους οποίους ξοδεύονται αυτά τα εξαίσια χαρίσματα.

http://vescoukis.wordpress.com/

Posted in Ελλάδα, Ιστορία, Κοινωνία - Οικονομία - Περιβάλλον | Με ετικέτα: | 1 Comment »

Η Αγροτική Τράπεζα και ο κεφαλικός φόρος

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 15 Νοεμβρίου 2009

Φάνης Μαλκίδης

Η Αγροτική Τράπεζα της Τουρκίας (Ziraat Bankasi) και ο κεφαλικός φόρος (verlik vergisi)

1. Η Zirat Bankasi

Είχαμε κάνει αναφορά για τη Ziraat Bankasi (Αγροτική Τράπεζα) και τη λειτουργία του υποκαταστήματός της στην Κομοτηνή, όταν η διοίκηση (;) της τράπεζας επέλεξε να στείλει τις προσκλήσεις στην τουρκική και αγγλική γλώσσα. Το κείμενο όμως θα δείξει ότι η τράπεζα συνδέεται εδώ και χρόνια με τους Έλληνες και μάλιστα με σχέσεις εκμετάλλευσης και οικειοποίησης των περιουσιών τους. Η Τράπεζα ιδρύθηκε στις 20 Νοεμβρίου 1863, από τον κυβερνήτη του Νις, Μιχάτ Πασά, αρχικά με το όνομα «Ταμεία της Πατρίδας». Το 1888 μετονομάστηκε σε Ziraat Bankası, έδρα την Κωνσταντινούπολη, και κεφάλαιο ύψους 10 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών. Από το 1919 το υποκατάστημα της Τράπεζας χρηματοδότησε τον κεμαλικό αγώνα ενάντια στους Έλληνες και από το 1922 κράτησε πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική πολιτική που ακολούθησε το νέο καθεστώς. Στη δεκαετία του 1970 άνοιξε υποκαταστήματα στη Γερμανία, στην κατεχόμενη Κύπρο, στην Ολλανδία, στα Βαλκάνια, στην Κεντρική Ασία και στον Καύκασο, στις αρχές του 1980 στη Νέα Υόρκη, ενώ το 1988 χρηματοδότησε το γνωστό πρόγραμμα Νοτιοανατολικής Ανατολίας (GAP). Το 2005 κατέγραψε τα υψηλότερα κέρδη στην ιστορία του τουρκικού τραπεζικού συστήματος και το 2009 έκανε την εμφάνισή της και στη Θράκη (Σύμφωνα με δημοσίευμα σε εφημερίδα της Κομοτηνής «οι καταθέσεις στα ελληνικά υποκαταστήματα της Ζιράτ άγγιξαν τα 20 εκατομμύρια ευρώ μέσα στους πρώτους μήνες λειτουργίας»). Εδώ οφείλουμε να κάνουμε μία παρένθεση, και παραλληλίζουμε την δραστηριότητα της Ζιράτ με την παρουσία της Εθνικής Τράπεζας στην Τουρκία, μέσω της Finansbank. Ο Οσμάν Ορ, επιθυμούσε να αγοράσει ένα ακίνητο σε κεντρικό σημείο της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου, και συμφώνησε με τη Finansbank, για την σύναψη δανείου ύψους 17,5 εκατ. δολαρίων, με σκοπό να επεκτείνει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Είναι όμως παγκοσμίως γνωστό ότι όταν λαμβάνεις δάνειο υποχρεώνεσαι σε εγγύηση. Η άρνηση σύναψης του δανείου, δικαιολογήθηκε από τους κρατικούς μηχανισμούς με το αιτιολογικό ότι η σχετική αίτηση δανειοδότησης του επιχειρηματία είχε γίνει σε τραπεζικό όμιλο ξένων συμφερόντων. Το κράτος έκρινε σκόπιμο να αποτραπεί η έγκριση του δανείου, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε και υποθήκευση του ακινήτου για όσο χρονικό διάστημα θα διαρκούσε το δάνειο, γεγονός που περιείχε το διακύβευμα, σε περίπτωση μη αποπληρωμής του δανείου, να περιέλθει το εν λόγω ακίνητο στην Εθνική. Ο Ορ «προσανατολίστηκε» προς άλλους ομίλους, «καταλήγοντας», ναι σωστά καταλάβατε, στη Ζιράτ, η οποία παραχώρησε το δάνειο, με βαρύτερους όμως όρους από τη Finansbank, με αποτέλεσμα «καπέλο» 300.000 ευρώ (Εφημερίδα Aksam 13/8/2009). Το ερώτημα είναι το εξής: αντίστοιχη ρήτρα για δάνεια, υποθήκες, μη αποπληρωμή και τελικά μεταβίβαση ακινήτου στη Θράκη στην τράπεζα τουρκικών συμφερόντων ισχύει ή όχι;

2. Ziraat Bankasi και Varlık Vergisi
Ας πάμε στο άλλο ζήτημα. Ο Varlık Vergisi ( “φόρος περιουσίας”) ήταν ένας τουρκικός φόρος που επιβλήθηκε στην Τουρκία το 1942, με δεδηλωμένο στόχο την αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα της χώρας στην περίπτωση μιας ενδεχόμενης συμμετοχής της χώρας στον Β ‘ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Όπως είναι γνωστό η Τουρκία μπήκε στον πόλεμο τρεις μήνες πριν την λήξη του…..)
Το νομοσχέδιο για το φόρο προτάθηκε από την κυβέρνηση του Sukru Saracoglu, και εγκρίθηκε από το τουρκικό κοινοβούλιο στις 11 Νοεμβρίου 1942. Επιβλήθηκε επί των παγίων στοιχείων, όπως κτήματα, κτίρια, οικίες, επιχειρήσεις. Ενώ όμως θεωρητικά ο φόρος είχε σαν ομάδα -στόχο όλους τους Τούρκους πολίτες, εκείνοι που επλήγησαν περισσότερο ήταν οι μη μουσουλμάνοι, όπως οι Εβραίοι, οι Έλληνες, οι Αρμένιοι, οι λεβαντίνοι, οι οποίοι έλεγχαν ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας. Άλλωστε αυτό τόνισε και ο πρωθυπουργός: « η τουρκική αγορά να περάσει στα χέρια των Τούρκων». (Faik Ahmet Barutçu, Siyasi Anılar 1939-1954, Milliyet Y. s. 263; Ayhan Aktar, Varlık Vergisi ve Türkleştirme Politika).
Παρά το επιχείρημα ότι ο φόρος επιβλήθηκε για να καλύψει την ταμειακή κατάσταση σε περίπτωση που οι Γερμανοί ή οι Ρώσοι εισέβαλλαν στη χώρα, ωστόσο, ο βασικός λόγος ήταν να εθνικοποιήσει την τουρκική οικονομία, μειώνοντας την επιρροή και τον έλεγχο των μειονοτικών πληθυσμών στο εμπόριο, τις χρηματοδοτήσεις, τις επιχειρήσεις και τις βιομηχανίες της χώρας.
«Oι ξένες εταιρείες και οι μουσουλμάνοι γλύτωσαν εύκολα από αυτό το φόρο ή πλήρωσαν συμβολικά ποσά. H ντόπια εμπορική αστική τάξη πήρε αυτό που ήθελε από τα χέρια του ξένου βιομήχανου (δηλ. της μειονότητας), για ένα κομμάτι ψωμί. Έψαχνε τρόπους να δημιουργηθεί βιομηχανική αστική τάξη» (Yalcin Kucuk, Turkiye, 1999). Ο έφορος της Κωνσταντινούπολης Φαικ Οκτέ ανέλαβε το συντονισμό και τη συλλογή του φόρου, έφορος ο οποίος έγραψε και ένα σχετικό έργο, το οποίο αποτελεί σημαντικότατη μαρτυρία για το στόχο που είχε ο ρατσιστικός φόρος. (Faik Ökte, Varlık Vergisi Faciası, Nebioğlu Y. 1951 )
Ο φόρος που αντιστοιχούσε σε κάθε πολίτη επιβλήθηκε με αυθαίρετα κριτήρια, με στόχο την οικονομική ακόμη και την βιολογική εξόντωση των πολιτών. Αφού περίπου 2.000 μη-μουσουλμάνοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες, οι οποίοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν το τεράστιο ποσό που απαιτούνταν για το φόρο, εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, συνελήφθησαν και στάλθηκαν στο στρατόπεδο αναγκαστικής εργασίας στο Aşkale στην ανατολική Τουρκία. 21 από αυτούς πέθαναν εκεί.
Μέσα σε δύο μήνες ( Δεκέμβριος 1942 – Ιανουάριος 1943), είχαν αλλάξει χέρια χιλιάδες ακίνητα, ειδικά στην κεντρική Λεωφόρο Istiklal (Aktar, Ayhan 2002 Varlık Vergisi ve “Türkleştirme” Politikaları İletişim Yayınları 2002)
Ο ρατσιστικός φόρος είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο πληθωρισμού που πίεσε ακόμη περισσότερο την τουρκική οικονομία. Ο νόμος καταργήθηκε την 15η Μαρτίου 1944 και αφού είχε προετοιμάσει το έδαφος για την εκδίωξη των Ελλήνων, η οποία κορυφώθηκε το 1955.
Ο κεφαλικός φόρος είχε σαν αποτέλεσμα να εισρεύσουν τεράστια έσοδα στα τουρκικά ταμεία. O φόρος για τα αγροτικά προϊόντα την περίοδο 1944-1948 για όλη την τουρκική επικράτεια ήταν 229 εκατομμύρια λίρες, ενώ τα έσοδα του Varlik Vergisi ήταν 221 εκατομμύρια λίρες σε δύο μόνο μήνες. «Και όμως το ποσό που κατάφερε να συγκεντρώσει η κυβέρνηση από το φόρο αυτό, ήταν πολύ μικρότερο από ότι υπολόγισε» (Emre Kongar Turkiye’ nin toplumsal yapisi, 2003).

3. Η πραγματικότητα της ιστορίας
Το μεγαλύτερο μέρος της λείας, του πλιάτσικου των ελληνικών περιουσιών κατέληξε στην Ζιράτ. Η Ζιράτ ήταν η τράπεζα στην οποία η εφορία της Κωνσταντινούπολης, το τουρκικό κράτος δηλαδή, κατέθετε τα χρήματα τα οποία έπαιρνε από το ρατσιστικό φόρο.
Η Αγροτική Τράπεζα ήταν αυτή που δέχτηκε τα χρήματα από τον κεφαλικό φόρο και μετά από δεκάδες χρόνια, ένας αγωνιστής, ο Αρμένιος δικηγόρος Βαρνές Γεγκαγιάν, ο οποίος πέτυχε την αποζημίωση των απογόνων των θυμάτων της γενοκτονίας Ελλήνων και Αρμενίων, ετοιμάζεται να μηνύσει την Τράπεζα. Η είδηση αυτή και η σημασία που μπορεί να έχει η συγκεκριμένη περίπτωση και μία ενδεχόμενη καταδίκη της Τράπεζας από αμερικανικό δικαστήριο μπορεί να ανοίξει ακόμη ένα περιθωριοποιημένο ζήτημα, όπως ήταν και οι αποζημιώσεις των απογόνων των θυμάτων της γενοκτονίας. Η υπόθεση έχει μεγάλο ενδιαφέρον, συνέχεια και μάλιστα με Θρακικές πτυχές.

ziraat-bankasi-yunanistan-a-sube-acacak-12181296731

Posted in Ελλάδα | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Πότε τέλειωσε ιστορικά ο Ελληνισμός;

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 3 Αυγούστου 2009

Tου Χρήστου Γιανναρά
Πότε τελειώνει ιστορικά ένας λαός που σημάδεψε με την παρουσία του την πορεία της ανθρωπότητας; Προφανώς, όταν πάψει να παράγει ή να συντηρεί καινοτόμο ιδιαιτερότητα. Οταν χάσει ακόμα και την επίγνωση της κάποτε προσφοράς του, όταν εκπέσει σε ρητορικές μόνο καυχήσεις για κατορθώματα που δεν μπορεί πια να κατανοήσει τη σημασία τους.

Αν είναι αυτό το κριτήριο του ιστορικού τέλους, πότε τέλειωσε ιστορικά ο Ελληνισμός;

Στο σχολείο μαθαίναμε τη δόλια απάντηση της δυτικής ιστοριογραφίας που είχε υιοθετήσει και ο Κοραής: Ο Ελληνισμός τέλειωσε το 529, όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε και τυπικά τα τελευταία απομεινάρια φιλοσοφικών σχολών της Αθήνας.

Από τα τέλη του 19ου αιώνα, η απροκατάληπτη έρευνα άρχισε να κατεδαφίζει τη μεθοδική κατασυκοφάντηση του ψευδωνύμως, για χλεύη, λεγόμενου «Βυζαντίου»: να καταδείχνει τα ιλιγγιώδη επιτεύγματα πολιτισμού, με ακραιφνή ελληνική ιδιαιτερότητα, που το χαρακτηρίζουν και σημαδεύουν την ανθρώπινη Ιστορία. Τότε μεταθέσαμε το τέλος του Ελληνισμού στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, το 1453.

Η λεγόμενη «Γενιά του ’30» μας έδειξε ότι ακόμα και κάτω από τον ζυγό των Τούρκων οι Ελληνες, φτωχοί, αγράμματοι, σκλάβοι, συνέχισαν να παράγουν ιδιαιτερότητα πολιτισμού, Τέχνη και θεσμούς με τους ίδιους άξονες αναφοράς και τις ίδιες ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων που χαρακτήριζαν ανέκαθεν την ελληνικότητα. Και τότε μεταθέσαμε το ιστορικό τέλος του Ελληνισμού στο 1833, όταν Βαυαροί και Κοραϊκοί συγκρότησαν το νεωτερικό ελλαδικό κρατίδιο, προγραμματικά αποκομμένο από την οργανική ιστορική του συνέχεια, με πολιτιστικές επιδόσεις μόνο στη μίμηση των δυτικών προτύπων και την ελληνική ταυτότητα μεταποιημένη σε φολκ λορ και ιδεολόγημα.

Αποδίδεται στον ηπειρώτη πατριάρχη Αθηναγόρα η εκτίμηση ότι ο Ελληνισμός τέλειωσε με τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922: Μπορεί το ελλαδικό κρατίδιο των Αθηνών να ήταν καταγωγικά αφελληνισμένο, να κατανοούσε τον Ελληνισμό με τους όρους του νεωτερικού εθνικισμού, δηλαδή να τον καταδίκαζε να είναι βαλκανική επαρχία. Ομως, υπήρχε παράλληλα η πληθυσμική πραγματικότητα εκατομμυρίων Ελλήνων της Μικρασίας, του Πόντου, της Ανατολικής Θράκης, της Ανατολικής Ρωμηλίας, Ελληνισμός με συνείδηση κοσμοπολίτικης αρχοντιάς και ταυτότητα πολιτισμού, όχι κρατικής εθνότητας.

Με ποια κριτήρια πιστοποιούμε τη συνέχεια ή την ασυνέχεια (το ιστορικό τέλος) της ελληνικής ιδιαιτερότητας; Οχι βέβαια με τη συντήρηση και παγίωση των ίδιων πάντα σχημάτων του βίου και της έκφρασης. Η συνέχεια της ταυτότητας (δημιουργικής ετερότητας) ενός λαού γίνεται φανερή στη διατήρηση των ίδιων προτεραιοτήτων, της ίδιας ιεράρχησης αναγκών, της ίδιας αξιολόγησης ποιοτήτων.

Το πέρασμα από την «κοινωνία της χρείας» στην «πολιτική κοινωνία» (από την ατομοκεντρική χρησιμοθηρία στο κοινό «άθλημα αληθείας») είναι σταθερό γνώρισμα ελληνικότητας. Τόπος και τρόπος του αθλήματος στην Αρχαία Ελλάδα ήταν η αυτόνομη πόλις – κράτος, πραγμάτωση και φανέρωση του τρόπου η «εκκλησία του δήμου». Τόπος και τρόπος του αθλήματος στον εκχριστιανισμένο Ελληνισμό (Βυζάντιο και Τουρκοκρατία) ήταν η αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα – ενορία και φανέρωση του τρόπου η «εκκλησία των πιστών».

Ο στόχος στον οποίο απέβλεπε η πόλις (ο τρόπος του όντως αληθούς) αποτυπώνεται στη λογική αρμονία των αρχιτεκτονικών μελών του Παρθενώνα, στην αφαιρετική υποδήλωση του καθολικού λόγου της ουσίας (όχι του εφήμερου ατόμου) που σαρκώνει το άγαλμα, στην τραγωδική δραματουργία της θεατρικής εκφραστικής. Αντίστοιχα, ο στόχος της ευχαριστιακής κοινότητας αποτυπώνεται στο αρχιτεκτονικό (στατικής) ρίσκο της διαδοχής θόλων, ημιθολίων, σφαιρικών τριγώνων που λογοποιεί την ύλη, παραπέμπει στην «κένωση» – σάρκωση του Λόγου ως τρόπο τής όντως υπάρξεως. Aποτυπώνεται στη «διάβαση επί το πρωτότυπον» που κατορθώνει (με την ίδια αφαιρετική επιδίωξη του αγάλματος) η βυζαντινή Εικόνα ή στην «αποκαλυπτική» δραματουργία (με πιστότητα στο αρχαίο σκηνικό υπόδειγμα) της εκκλησιαστικής Ευχαριστίας.

Σήμερα δεν καταλαβαίνουμε τίποτα από τις προτεραιότητες αναγκών και στόχων που εξασφάλιζαν τη συνέχεια του τρόπου της ελληνικότητας, δεν μπορέσαμε να διασώσουμε στο ελλαδικό κρατίδιο αυτόν τον τρόπο ούτε ως μνήμη, θησαύρισμα παιδείας. Μας είναι αδύνατο να κατανοήσουμε (δεν έχουμε προσλαμβάνουσες παραστάσεις), πώς μπορεί μια συλλογικότητα να οργανώθηκε κάποτε με προτεραιότητα ανάγκης την υπαρκτική γνησιότητα και όχι τη χρησιμότητα. Ερμηνεύουμε την Αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο, την Τουρκοκρατία με τα κριτήρια και τα δόγματα του Ιστορικού Υλισμού ή με τις προ-πολιτικές ατομοκεντρικές αξιώσεις του Διαφωτισμού – μιλάμε για την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία σαν το προανάκρουσμα «αυτοθεσμιζόμενης» κολλεκτίβας ή «κομμούνας».

Ο Ελληνισμός τέλειωσε ιστορικά με αργό και βασανιστικό (ταπεινωτικό) ψυχορράγημα που ξεκίνησε το 1833 και συνεχίζεται, άγνωστο για πόσο ακόμη. Παλεύουμε να πιθηκίσουμε με συνέπεια τα «φώτα» της Εσπερίας, την παραχάραξη του αθλήματος της σχέσης σε μονοτροπία της χρήσης. Και ούτε αυτό δεν καταφέρνουμε, ο μεταπρατισμός μάς καθηλώνει σε τριτοκοσμικά επίπεδα υπανάπτυξης, διαφθοράς, οργανωτικής διάλυσης, απαιδευσίας, βαναυσότητας στην καθημερινή συμπεριφορά.

Αν συνεχίζουμε κωμικά να καυχώμαστε για την Αρχαία Ελλάδα, είναι επειδή μάς μάθανε ότι στο δικό της κληροδότημα βασίστηκε, και αυτό αξιοποίησε ο καταναλωτικός πολιτισμός της Δύσης, που εμείς αποκλειστικά θαυμάζουμε και είναι το ίνδαλμά μας. Ωσάν να ήταν ποτέ δυνατό η ταύτιση του «αληθεύειν» με το «κοινωνείν» να γεννήσει τον ατομοκεντρισμό του cogito ή της αισθησιοκρατίας, η μεταφυσική στόχευση της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας να παραγάγει το όνειδος της σημερινής εμπορευματοποιημένης κομματοκρατίας.

Το ιστορικό ψυχορράγημα του Ελληνισμού είναι βασανιστικό και ταπεινωτικό, γιατί συνεχίζουμε να υπάρχουμε χωρίς πια να είμαστε Ελληνες και χωρίς να μπορούμε να γίνουμε «Ευρωπαίοι». Και απομνημείωση αρχιτεκτονική του χαμένου προσώπου μας είναι η βλάσφημη αισχρουργία του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης: Αυτάρεσκη αναίδεια μιας αφελληνισμένης κοινωνίας, που χρυσοπληρώνει Αμερικανοελβετό για να φιλοτεχνήσει «μοδέρνο» νεοπλουτίστικο πορτραίτο της αμάθειας και ασχετοσύνης της.

Σε κάθε παραμικρή πτυχή του το σημερινό ελληνώνυμο κρατίδιο είναι μια ύβρις της ελληνικότητας.

Copyright: Χρήστος Γιανναράς & εφημ. «Η Καθημερινή» (19/7/2009)

Posted in Ελλάδα, Ιστορία | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

 
Αρέσει σε %d bloggers: