βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα"

Ηλεκτρονικός χώρος ενημέρωσης και σχολιασμού

Posts Tagged ‘ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΝ’

Τάσσος Παπαδόπουλος. Ο πολιτικός που δεν υπέκυψε σε Αμερικανούς και Βρετανούς και που ενέταξε την Κυπριακή Δημοκρατία σε ΕΕ και ΟΝΕ

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 13 Δεκεμβρίου 2013

tassos1

Στις 12 Δεκεμβρίου του 2008, ο Τάσσος Παπαδόπουλος έφυγε με το κεφάλι ψηλά.

Η δράση του ξεκινά από τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ του ’55-59, για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ένας αγώνας, που τελικά κατέληξε σε ανεξάρτητο κράτος, στην εισβολή του ’74 και εν συνεχεία, διά του Σχεδίου Ανάν, σε μια προσπάθεια διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και νομιμοποίησης της διχοτόμησης.

Ο Παπαδόπουλος είχε πει το πρώτο του «Όχι» στη Ζυρίχη, ως εκπρόσωπος του πολιτικού σκέλους της ΕΟΚΑ, της ΠΕΚΑ (Πολιτική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνα), και του Γρίβα Διγενή, αρχηγού της ΕΟΚΑ.

Ο Παπαδόπουλος με τον Μακάριο

Εν συνεχεία, σε ηλικία 24 ετών, είχε διοριστεί υπουργός Εσωτερικών από τον Αρχιεπίσκοπο και Πρόεδρο Μακάριο, στην πρώτη κυπριακή κυβέρνηση. Διετέλεσε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Μακάριου και είχε συλληφθεί από τους πραξικοπηματίες το 1974. Ήταν ο υπουργός που εφάρμοσε το σύστημα Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην Κύπρο και είχε υπηρετήσει με επιτυχία στα υπουργεία Εργασίας, Υγείας και Οικονομικών.

Ως υπουργός υπηρέτησε τις κυβερνήσεις του Μακάριου, από το 1960 μέχρι το 1972, όταν εξελέγη βουλευτής με το Ενιαίο Κόμμα, το οποίο είχε συνιδρύσει με τον Πολύκαρπο Γιωρκάτζη και τον Γλαύκο Κληρίδη.

Το 1978, διετέλεσε για μικρό χρονικό διάστημα πρόεδρος της Βουλής και διαμεσολαβητής στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, μετά το ’74, υπό τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.

Το 2000 ανέλαβε την Προεδρία του ΔΗΚΟ και το 2003 εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, από τον πρώτο γύρο των εκλογών.

Ο Τάσσος του «Όχι»

Στην ιστορία θα μείνει γνωστός κυρίως για το γενναίο του «Όχι» στο Σχέδιο Ανάν και ως ο σύγχρονος εκφραστής της αξιοπρέπειας των Ελλήνων της Κύπρου και του Ελληνισμού.

Ήταν ο πολιτικός που δεν υπέκυψε ούτε στις πιέσεις των Βρετανών ούτε των Αμερικανών, ούτε της διεθνούς κοινότητας, που προσπαθούσαν, με απειλές, να τον αναγκάσουν να πει «Ναι» στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Όπως είχε τονίσει χαρακτηριστικά στο διάγγελμά του, με το οποίο καλούσε τους Έλληνες της Κύπρου να πουν «Όχι» στο Σχέδιο tassos2Ανάν, «παρέλαβα κράτος και δεν πρόκειται να παραδώσω κοινότητα».

Ανυποχώρητος μαχητής, πατριώτης και πολέμιος του λαϊκισμού

Μετά θάνατον, ακόμη και οι μεγαλύτεροι κατήγοροί του, προσέτρεξαν να του πλέξουν το εγκώμιο, υποστηρίζοντας κατά γενική παραδοχή ότι ήταν πατριώτης, πείσμων και πιστός στις αρχές και αξίες, στην ελευθερία και τη δημοκρατία.

Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν αποδόθηκαν στον Τάσσο Παπαδόπουλο μόνο από τους στενούς του συνεργάτες, αλλά και από τους αντιπάλους τους, και κυρίως από τα στελέχη του Δημοκρατικού Συναγερμού, Νίκο Αναστασιάδη, Αβέρωφ Νεοφύτου και Ιωάννη Κασουλίδη.

Ανάλογη ήταν και η στάση όλων των πολιτικών αρχηγών και του Προέδρου Χριστόφια για τον Τάσσο Παπαδόπουλο, ο οποίος σήκωσε το βάρος του «Όχι» στο Σχέδιο Ανάν διεθνώς και ανέστρεψε το αρνητικό κλίμα, που είχε δημιουργηθεί στην ΕΕ.

Ήταν ένας ανυποχώρητος αγωνιστής και μαχητής. Ήταν πολέμιος του λαϊκισμού. Αρνείτο να γίνει λαϊκιστής, για να κερδίσει αξιώματα.

Ραούφ Ντενκτάς, Κόφι Ανάν, Τάσσος Παπαδόπουλος

Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους, που έχασε τις εκλογές τον Φεβρουάριο του 2008.

Η Κύπρος στην ΟΝΕ

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος όχι μόνο υπέγραψε, τον Απρίλιο του 2004, την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, αλλά την ενέταξε και στην ΟΝΕ. Παρέδωσε μια οικονομία με πλεόνασμα, που έφθασε το 3% και πλέον επί του ΑΕΠ. Για την ένταξη της Κύπρου στην ΟΝΕ, ήρθε σε σύγκρουση με το ΑΚΕΛ και τον νυν Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια, συνεταίρο του τότε στην εξουσία.

Δημοκρατία και ελευθερία

Ολόκληρη η πολιτική του καριέρα, όπως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους πολιτικούς άνδρες, συμπυκνώθηκε σε δύο φράσεις, που πέρασαν στην Ιστορία. Δύο φράσεις από το ιστορικό διάγγελμα που απηύθυνε προς τον κυπριακό λαό, στις 7 Απριλίου 2004, εναντίον του Σχεδίου Ανάν.

«Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω κοινότητα, χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα», διακήρυξε υπερήφανος ο Τάσσος Παπαδόπουλος.

Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 24 Απριλίου 2004, οι Ελληνοκύπριοι απαντούσαν μ” ένα εκκωφαντικό 76% στο προσκλητήριο πουtasos4 τους είχε απευθύνει: «Ελληνικέ κυπριακέ λαέ… Σε καλώ να απορρίψεις το Σχέδιο Ανάν. Σε καλώ να πεις, στις 24 του Απρίλη, ένα δυνατό ΟΧΙ».

Το μίσος των Ευρωπαίων ηγετών εναντίον του

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν υπήρξε ένας ηγέτης κοινής αποδοχής. Καθώς οι ώρες ήταν κρίσιμες, δίχασε βαθιά.

Πάνω απ” όλους όμως, τον μίσησαν οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Ευρώπης, οι δήθεν «εταίροι» της ΕΕ. Δεν του συγχώρησαν ποτέ το γεγονός ότι, σε μια εποχή που οι «ναιναίκοι» βρίθουν στις ηγετικές αυλιτικές θέσεις του Ελληνισμού, ξεπετάχθηκε ξαφνικά αυτός, σε μια κρίσιμη ώρα, για να ξαναενώσει το παρόν με την ιστορική παράδοση του «ΟΧΙ».

Πηγή: Το Παρόν, Κυριακή, 21/12/2008

 

Posted in Ιστορία, Κύπρος | Με ετικέτα: | Leave a Comment »

Σχέδιο Ανάν και Κυπριακή ΑΟΖ: Τώρα εξηγούνται όλα… .

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 10 Ιουνίου 2011

1zoakipr

Η ιστορία, μας έχει δείξει πως πολύ σπάνια μια σημαντική πολιτική απόφαση εκτιμάται στο ποσοστό που της αναλογεί την ώρα που αποφασίζεται.

 Σήμερα σε περίπου καθημερινή βάση διαβάζουμε τα αποτελέσματα επιτυχίας της Κύπρου σχετικά με την οριοθέτηση του θαλασσίου χώρου γύρω από το νησί μέσω της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Το τι μεσολάβησε, ποιοι και με ποιο τρόπο προσπάθησαν να την εμποδίσουν είναι κάτι που έρχεται πια σε δεύτερη μοίρα μιας και σήμερα εξετάζουμε απλώς το δεδομένο. Την οριοθέτηση δηλαδή Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και τα οφέλη αυτής.

Ας θυμηθούμε και αυτό…

Τίτλος: Σχέδιο Ανάν – ΑΟΖ: Τώρα εξηγούνται όλα…

Κώστας Μαυρίδης – Υποψήφιος Βουλευτής ΔΗΚΟ – Επαρχίας Κερύνειας (20.03.2011)

Η οριοθέτηση του θαλάσσιου χώρου γύρω από την Κύπρο μέσω της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) είναι κατά την άποψή μου, η σημαντικότερη πολιτική ευκαιρία των τελευταίων δεκαετιών που παρέχει την δυνατότητα για τεράστιες πολιτικές και οικονομικές ανατροπές. Ωστόσο, ο επιστημονικός εντοπισμός ενεργειακού πλούτου (φυσικού αερίου/πετρελαίου)  στον υποθαλάσσιο χώρο της Κύπρου έγινε ΠΡΙΝ το Σχέδιο Ανάν. Για αυτό, στο Σχέδιο υπήρχαν πρόνοιες-παγίδες που αφαιρούσαν την αξιοποίηση του ενεργειακού πλούτου από το Κυπριακό κράτος και έδιναν σε Τουρκία-Αγγλία πρωτεύοντα ρόλο στην θαλάσσια περιοχή.

Προσωπικά, αισθάνομαι δικαιωμένος που πρωτοστάτησα στην αποκάλυψη εκείνης της συνωμοσίας πριν το δημοψήφισμα. Για παράδειγμα,  φανερώσαμε την ένσταση της Τουρκίας για την συμφωνία μεταξύ Κύπρου-Αιγύπτου για ρύθμιση της θαλάσσιας ΑΟΖ. Η παγίδα ήταν χωσμένη στις 10,000 σελίδες του Σχεδίου που το κοινό δεν διάβασε! Όσο για την πρόσφατη συμφωνία Κύπρου-Ισραήλ, αυτό θα απαιτούσε έγκριση ξεχωριστών πλειοψηφιών ώστε οι Τ/κ και Τούρκοι έποικοι αντιπρόσωποί τους να την εγκρίνουν!

Το «Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης» που αφορούσε τις Αγγλικές Βάσεις ήταν μέρος του Σχεδίου Ανάν, έξω από το κυρίως μέρος και προνοούσε ότι: «Η Κύπρος δεν θα απαιτήσει, ως μέρος των χωρικών υδάτων της, τα ύδατα μεταξύ των γραμμών οι οποίες περιγράφονται στην έκθεση που αναφέρεται στο Πρόσθετο Πρωτόκολλο …» και ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να απολάβει πλήρους και ανεμπόδιστης πρόσβασης για ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ σκοπό στα ύδατα μεταξύ των υδάτων τα οποία η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία ΔΕΝ θα διεκδικήσει…». Στο κείμενο υπήρχε αναφορά σε «νέα σύνορα» (!) τα οποία θα καθορίζονταν από πρόσωπο που θα διόριζε η Αγγλία, μετά την αποδοχή του Σχεδίου. Παράλληλα, δεσμευόταν η Κύπρος για πάντα πως οποιαδήποτε διαφορά ΔΕΝ μπορούσε να τεθεί ενώπιον διεθνούς δικαστηρίου. Ξεκαθαρίζουμε ότι η ευθύνη ΔΕΝ αφορά όσους αποδέχτηκαν το Σχέδιο, αλλά εκείνους τους πολιτικούς που γνώριζαν και εντούτοις σιώπησαν.  Άλλωστε, ο κόσμος είχε να επιλέξει με βάση την όποια ενημέρωση είχε και την εμπιστοσύνη που έτρεφε προς συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα.

Η ρύθμιση λοιπόν της ΑΟΖ είναι μια εξέλιξη με τεράστια πολιτική σημασία που προκύπτει ως ευτυχές συνεπακόλουθο της απόρριψης του Σχεδίου Ανάν με  πλήρη ένταξη στην Ε.Ε. Αυτό είναι που διατήρησε ζωντανή την δυνατότητα για αξιοποίηση του ενεργειακού πλούτου, την στιγμή που «σημαίνοντες» πολιτικοί -από το Προεδρικό μέχρι εκείνους στην αντιπολίτευση που ονειρεύονται το Προεδρικό- αλληθώριζαν στην κρίσιμη ώρα. Σήμερα όμως έχουν άποψη και για το πώς πρέπει να διανεμηθούν τα κέρδη που θα προκύψουν! Την ώρα όμως που απαιτούνταν σθένος, πολιτικός ρεαλισμός και διορατικότητα, την ώρα των εξελίξεων που τα πράγματα ήταν ρευστά,  άλλα βαρίδια επικράτησαν και ζύγισαν περισσότερο στα μυαλά τους. Σήμερα, χρόνια αργότερα, όταν τα πράγματα έχουν κριθεί και εδραιωθεί, προβάλλουν απόψεις για το τι πρέπει να γίνει. Χωρίς να εξηγήσουν γιατί δεν «είδαν» εκείνα που απλοί πολίτες εντόπισαν και πρόβαλαν. Η διορατικότητα είναι πολιτική αρετή όταν αφορά το παρόν και το μέλλον, όχι το παρελθόν. Γι αυτό και η σημερινή μεταστροφή τους δημιουργεί περισσότερη καχυποψία για την τότε στάση τους.

Η ρύθμιση των θαλάσσιων ορίων γύρω από την Κύπρο, μαζί με την ρήξη στις σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ, σηματοδοτούν μια μοναδική πολιτική ευκαιρία, πέραν της οριοθέτησης της θαλάσσιας ζώνης ανάμεσα στις δύο χώρες. Το Ισραήλ ήδη έμπρακτα κάνει γεωπολιτική στροφή μέσω Κύπρου και Ελλάδας, ως την μοναδική του έξοδο προς την Ευρώπη π.χ.  η εγκατάσταση τερματικού στο Βασιλικό της Κύπρου και όχι στο Τσειχάν της Τουρκίας σημαίνει πολλά. Αν δε συνυπολογιστεί ότι το Ισραήλ, ως κύριος παίχτης στην περιοχή διαθέτει  δυνατούς δεσμούς στήριξης από τις ΗΠΑ, οι κινήσεις του σημαίνουν πάρα πολλά.

/parisis.wordpress.com/ gdailynews.wordpress.com

 

http://www.newstrap.gr/m-episimainoume/mek-episimainoume/7636-sxedio

Posted in Κύπρος | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

Αντί-μνημοσύνου για τον Τάσσο

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 12 Δεκεμβρίου 2010

Της Μικαέλλας Λοίζου.

Ο στενός συνεργάτης του Τάσσου Παπαδόπουλου, ο Χρύσης Παντελίδης, ανατρέχει στις προσωπικές του εμπειρίες και σκιαγραφεί στη «Σ» το προφίλ του «Προέδρου του ΟΧΙ».

Τελείται αύριο, στις 9 το πρωί, στον ιερό ναό Αγίου Νικολάου στην Κάτω Δευτερά, το δεύτερο ετήσιο μνημόσυνο του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Τάσσου Παπαδόπουλου. Του μνημοσύνου θα προστεί ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, ενώ επιμνημόσυνο λόγο θα εκφωνήσει ο Γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας και προσωπικός φίλος του Τάσσου Παπαδόπουλου, βουλευτής Ανδρέας Λυκουρέντζος. Ακολούθως θα τελεστεί τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων στο Κοιμητήριο Δευτεράς.

Τον τελευταίο ένα χρόνο, το όνομα του τέως Προέδρου έχει γίνει συνώνυμο με το ειδεχθές έγκλημα της κλοπής της σορού του, ένα γεγονός που ταρακούνησε την κυπριακή κοινωνία και κατάφερε να επισκιάσει τη μνήμη του. Ο στενός του συνεργάτης Χρύσης Παντελίδης μιλά στη «Σ» για τον Τάσσο Παπαδόπουλο όπως τον έζησε, με τις δικές του τις μνήμες για τον άνθρωπο, για τον Πρόεδρο, για τον συνεργάτη. Για τον Τάσσο που θυμάται στους διαδρόμους του Προεδρικού, να νοιάζεται και να αγωνίζεται.

Δίκαιος και προσιτός
«Αυτό που πρέπει να λεχθεί για τον Τάσσο Παπαδόπουλο ως άνθρωπο, αλλά και ως Πρόεδρο, επικεφαλής του κράτους αλλά και του Προεδρικού Μεγάρου, είναι το γεγονός πως ήταν ένας πάρα πολύ δίκαιος άνθρωπος. Δίκαιος απέναντι στα ζητήματα που είχε να χειριστεί και κυρίως απέναντι στους συνεργάτες του. Ήθελε να ακούει τις απόψεις των συνεργατών του, των υπουργών του, των ανθρώπων που ήταν δίπλα του στο Προεδρικό. Ήθελε να συζητά», αναφέρει ο κ. Παντελίδης. Ήθελε τους συνεργάτες του να μελετούν και να διαβάζουν όλα τα θέματα, όχι να είμαστε μονόπλευροι ή να ασχολούμαστε μόνο με τα θέματα της αρμοδιότητάς μας, εξηγεί.

«Επιδίωκε να ακούσει την αντίθετη άποψη, παρά το γεγονός ότι πολλοί επιχείρησαν να δημιουργήσουν την εικόνα ότι ήταν κατά κάποιον τρόπο απρόσιτος. Όχι μόνο δεν φοβόμασταν να εκφράσουμε αντίθετη άποψη ή κριτική, αλλά μας ενεθάρρυνε να το κάνουμε, γιατί θεωρούσε ότι μέσα από αυτές τις συζητήσεις θα έβγαινε και το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα», προσθέτει.

Ήταν πάρα πολύ εργατικός. Εργαζόταν 15-18 ώρες το 24ωρο, γνώριζε όλα τα θέματα, δηλώνει ο κ. Παντελίδης. «Έχω ζήσει πάρα πολλές συσκέψεις, όπου ο Τάσσος Παπαδόπουλος γνώριζε τα θέματα καλύτερα από τους Υπουργούς ή τους δημόσιους λειτουργούς που τα χειρίζονταν, ακριβώς διότι είχε συσσωρεμένη εμπειρία πενήντα χρόνων ενασχόλησης με τα κοινά, που του έδινε ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα απέναντι στους άλλους», παρατηρεί.

Αντιλαμβανόταν τη σημειολογία
«Ενέπνεε ασφάλεια, εμπιστοσύνη και προσέδιδε κύρος στο θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Όταν έβλεπες τον Τάσσο Παπαδόπουλο, αναγνώριζες στα λόγια, στην ομιλία του, στην κίνησή του και σε κάθε του ενέργεια, τον Πρόεδρο ενός κράτους», θυμάται ο Χρύσης Παντελίδης. Ήθελε αυτό το κύρος του θεσμού να το διαφυλάξει, υπογραμμίζει. «Κάποιοι λένε ότι ο Πρόεδρος θα πρέπει να δίνει την εντύπωση ότι είναι ένας από εμάς. Ήταν ένας από εμάς, με την έννοια ότι ήταν ίσος ανάμεσα σε ίσους, αλλά, στο τέλος της ημέρας, ήταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, άρα έπρεπε να δώσει το μήνυμα», επισημαίνει.

Και στις σχέσεις του με τους ξένους, είτε ήταν ομόλογοί του είτε ήταν διπλωμάτες είτε άλλες προσωπικότητες που συναντούσε, λειτουργούσε ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Προσπαθούσε, δηλαδή, με κάθε τρόπο να διαφυλάξει το κύρος και την αξιοπρέπεια του κράτους του, αναφέρει ο Χρύσης Παντελίδης. «Συνειδητοποιούσε στο μέγιστο βαθμό ότι ήταν ο Πρόεδρος μιας χώρας μικρής σε μέγεθος, η οποία αναζητεί το δίκαιό της τα τελευταία 35 χρόνια και αισθανόταν την ευθύνη να λειτουργήσει ως Πρόεδρος αυτής της χώρας, προφυλάσσοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα συμφέροντά της», εξηγεί.

Δεν ήταν προτεραιότητα για τον Τάσσο οι χειραψίες, οι αγκαλιές και τα φιλιά, λέει ο κ. Παντελίδης. «Όταν εσυναντάτο με έναν ξένο ήξερε από πριν τι θα πει, ποια θέματα θα έθετε, τι θα ζητούσε και ήμασταν βέβαιοι στο τέλος ότι αυτούς τους στόχους που είχε θέσει θα τους ικανοποιούσε», εξομολογείται. «Προετοιμαζόταν πάρα πολύ και όταν είχα την τιμή και το προνόμιο να είμαι με τον Τάσσο σε συζητήσεις με ξένους, ένιωθα διπλά περήφανος. Ένιωθα ότι η Κύπρος έχει Πρόεδρο που εξυπηρετεί τα συμφέροντά της», εξηγεί.

Η σπουδή στην αλήθεια
Δεν μπορούσες να κρύψεις κάτι από τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Είχε μια χαρακτηριστική ικανότητα-ταλέντο, σύμφωνα με τον κ. Παντελίδη. Εάν έπαιρνε στα χέρια του ένα έγγραφο 100 σελίδων, μπορούσε σε πολύ σύντομο χρόνο να εντοπίσει την ουσία. Είχε πολύ καλή μνήμη, η οποία στηριζόταν σε αυτή του την ικανότητα. Δεν χανόταν σε ανούσια κείμενα ή ζητήματα που θα τον έκαναν να κουράσει το μυαλό του, αναφέρει ο συνεργάτης του.

«Τον διέκρινε η εμμονή του, η σπουδή του και η αφοσίωσή του στην αλήθεια, στο να είναι ειλικρινής και έντιμος με όλους. Γι’ αυτό άλλωστε, ακόμα και στην προεκλογική περίοδο, που ο κόσμος κατακλυζόταν από ψεύτικες υποσχέσεις και δεσμεύσεις, δεν δέχθηκε ποτέ να υποσχεθεί πράγματα ανέφικτα ή να δεσμευτεί για πράγματα τα οποία ήξερε εκ των προτέρων ότι δεν μπορούν να υλοποιηθούν, όπως π.χ. το θέμα των εκτάκτων, που τρία χρόνια μετά δεν έχει επιλυθεί και το θέμα της μείωσης της θητείας, το οποίο πανηγυρικά έχει καταρριφθεί και για το οποίο πολλοί λένε ότι μπορεί να του στοίχησε τις εκλογές. Ο Τάσσος επέμεινε να είναι ειλικρινής και έντιμος απέναντι στους συμπολίτες μας», υπογραμμίζει.

Εξιστορεί στη «Σ» ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, όταν επισκέφθηκε ένα χωριό στην Πάφο και τον πλησίασε μια έκτακτη δημόσια υπάλληλος, λέγοντας στον Πρόεδρο τα παράπονά της. Τότε ο Τάσσος Παπαδόπουλος της είπε ότι δεν επρόκειτο να συμβεί αυτό που ζητούσε, γιατί δεν ήταν εφικτό και έκατσε και επί 20 λεπτά της τεκμηρίωνε τη θέση του. Η κοπέλα άκουσε, αλλά έφυγε απογοητευμένη. Κάποιος από τους παρευρισκομένους, σύμφωνα με τον κ. Παντελίδη, γύρισε και του είπε «Πρόεδρε, αποκλείεται να σε ψηφίσει η κοπέλα με τούτα που της είπες». Τότε, ο κ. Παπαδόπουλος απάντησε, «για μένα προτεραιότητα δεν είναι να με ψηφίσει, αλλά ότι ήμουν απέναντί της έντιμος και ειλικρινής, και όταν θα επιβεβαιωθεί αυτό, θα ξέρει ότι εγώ της είπα την αλήθεια».

Τα δάκρυα του Τάσσου
Ζητήσαμε από τον κ. Παντελίδη να μας μιλήσει για τα περιβόητα δάκρυα του τέως Προέδρου, κατά το διάγγελμα πριν από το δημοψήφισμα, τα οποία είχαν δαιμονοποιηθεί και είχαν χαρακτηριστεί ψεύτικα από κάποιους. «Ο Τάσσος Παπαδόπουλος, από τα 20 του χρόνια, ήταν αγωνιστής της ΕΟΚΑ.

Διορίστηκε Υπουργός του κράτους στα 25 του. Από το 1960 μέχρι το τέλος της ζωής του υπηρέτησε σε όλα τα αξιώματα της δημόσιας ζωής και παρήγαγε τεράστιο έργο. Μπορεί δίκαια να καταταγεί μέσα στις ελάχιστες προσωπικότητες που ουσιαστικά έκτισαν αυτό που ονομάζεται Κυπριακή Δημοκρατία. Και βρέθηκε στις 7/4/2004, 44 χρόνια μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, να κάθεται σε μια καρέκλα στο Προεδρικό Μέγαρο, να εκφωνήσει ένα διάγγελμα, το οποίο θα καθόριζε το μέλλον αυτού του κράτους και ουσιαστικά θα έκρινε το αν η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνέχιζε να υπάρχει ή θα διαλυόταν. Κάτω από αυτή τη φόρτιση, το άγχος και την ψυχολογική πίεση που αισθάνεται ένας ηγέτης την ώρα που ολόκληρος ο λαός περίμενε να ακούσει την άποψή του, ο Τάσσος Παπαδόπουλος δάκρυσε, μη μπορώντας να συγκρατήσει τα αισθήματα αγωνίας για το μέλλον αυτού του τόπου», απάντησε. Πρόσθεσε ότι θεωρεί πως αυτό το πράγμα ο κόσμος το καταλαβαίνει. «Και αυτόν το μύθο και αυτό το ψέμα για τα δάκρυα του Προέδρου, είναι μόνο ορισμένοι που έχουν εμμονές προς τον Τάσσο Παπαδόπουλο που τα συντηρούν», συμπλήρωσε.

«Με όλο το σεβασμό προς τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον έχουμε δει να δακρύζει πάρα πολλές φορές και για λιγότερο σημαντικά θέματα.

Δεν άκουσα κανέναν να τον κατηγορήσει για ψεύτικα δάκρυα», σημείωσε ο Χρύσης Παντελίδης. «Αλίμονο, αν ένας ηγέτης δεν μπορεί να δακρύσει τη στιγμή που διακυβεύεται το μέλλον του τόπου του», κατέληξε.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ

Posted in Κύπρος | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 20ΕΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ VII

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 18 Ιανουαρίου 2010

 

Η ΑΧΙΛΛΕΙΟΣ ΠΤΕΡΝΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ

Tου ΝΕΟΚΛΗ ΣΑΡΡΗ

Δύο χρόνια μετά την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, η Άγκυρα πίστευε ότι είχε «λύσει» το κυπριακό πρόβλημα και πως ήταν ζήτημα χρόνου η ελληνική πλευρά να το «χωνέψει». Σειρά είχαν το πλέγμα των υπολοίπων ζητημάτων που θεωρούσαν ότι ήταν σε εκκρεμότητα, δίδοντας άμεση προτεραιότητα στο Αιγαίο, για το οποίο κάτω από το πρόσχημα της χάραξης της υφαλοκρηπίδας του (στο οποίο με τον χρόνο προστέθηκαν και οι θεωρίες των «γκρίζων» ζωνών) υπέβοσκε η ίδια με την Κύπρο στοχοθεσία: μια ιδιότυπη ελληνοτουρκική συγκυριαρχία με βαρύνουσα σ’ αυτήν την τουρκική επικυριαρχία επί του συνόλου, κατά τον τύπο «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μας».

Το απογοητευτικό αυτό τοπίο είχε όμως ένα δυο αχίλλειες πτέρνες, τις οποίες μπορούσε να διακρίνει ένα προσεκτικό μάτι και οι οποίες φαίνονταν έμμεσα αλλά σαφώς από τις ίδιες τις ίδιες τις τουρκικές πηγές από τις οποίες προέκυπτε ο όλος σχεδιασμός. Ο Τουράν Γκιουνές ειδικά, πέραν των όσων ανέφερα, μου εξήγησε διά μακρών τους λόγους για τους οποίους η Τουρκία φοβάται και προσπαθεί όπως αποφύγει τη διχοτόμηση στην Κύπρο. Είχε μάλιστα, με τη θυμοσοφία που τον χαρακτήριζε, σχεδιάσει και τι μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση διαμελισμού της Μεγαλονήσου. Στο τμήμα το οποίο θα περιερχόταν στην Ελλάδα θα ήταν δυνατόν να εγκατασταθούν, για παράδειγμα, βαλλιστικά οπλικά συστήματα τα οποία να απειλούσαν και την κεντρική ακόμη Μικρά Ασία (εάν κανείς μελετήσει το περισπούδαστο σύγγραμμα του σημερινού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγική σε Βάθος», θα διαπιστώσει τον φόβο που προκάλεσε στην Άγκυρα η πιθανότητα εγκατάστασης των πυραύλων S300 στην Κύπρο (ανάλογη ενέργεια προς εκείνη του Μακαρίου που απετράπη το 1964, γεγονός που τον είχε κάνει γνωστό ως «Κάστρο της Μεσογείου»).
Έτσι η Τουρκία, κατά τον Γκιουνές, «στοχεύει στον έλεγχο ολοκλήρου της Κύπρου». Η πρόθεσή της αυτή δεν έχει άμεση σχέση με την ύπαρξη των Τουρκοκυπρίων, αλλά σχετίζεται με τα ευρύτερα συμφέροντά της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Άλλωστε και ο Νταβούτογλου σήμερα, στο ίδιο σύγγραμμά του, προκλητικά αναφέρει πως «και αν δεν υπήρχαν Τούρκοι στην Κύπρο», η πολιτική της Τουρκίας έναντι αυτής θα ήταν η ίδια, δεδομένου ότι διακυβεύονται (τα ηγεμονικά της) συμφέροντα στην ευρύτερη γεωστρατηγική περιοχή και προς επίρρωση του ισχυρισμού του τονίζει ότι το ίδιο συμβαίνει με τα νησιά του Αιγαίου τα οποία «κατέχει η Ελλάδα», όπως είναι η Δωδεκάνησος, στην οποία, αν και δεν διαβιούν πλέον ενάριθμοι Τούρκοι, η Τουρκία επιδεικνύει (ή πρέπει να επιδείξει) το ανάλογο προς την Κύπρο ενδιαφέρον.

Με βάση τα παραπάνω στόχος της Τουρκίας είναι ο έλεγχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή η μετατροπή της σε ελεεινό ανδρείκελο της Άγκυρας. Πώς όμως μπορεί λοιπόν να συμβεί αυτό;
Το πλεονέκτημα της διεθνούς προσωπικότητας

 

Οι οθωμανικές δομές των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου
Συμπερασματικά από τα λεγόμενα του Γκιουνές προέκυπτε η αναδιοργάνωση επί νέων βάσεων του κράτους στην Κύπρο, στο οποίο η διπεριφεριακή (και διζωνική) ομοσπονδιακή βάση (στην αρχή του συνεταιρισμού στη βάση 50% και 50% των δύο μερών) ήταν αναπόφευκτη. Οποιαδήποτε όμως λύση δεν θα προέβλεπε την επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους. Οι Έλληνες θα έπρεπε να το έπαιρναν απόφαση, δηλαδή να το χώνευαν. Το διαζύγιο ήταν οριστικό και αμετάκλητο. Προκειμένου να νοηματοδοτήσει τις τουρκικές προθέσεις θα πρέπει να ανατρέξει στις σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στα τουρκικά και οι οποίες δηλώνουν τις μορφές συνύπαρξης. Η πρώτη από αυτές είναι το ic – ice (ιτς – ιστέ) που σημαίνει «ο ένας εντός του άλλου», δηλαδή σε κατάσταση ανάμειξης. Ο δεύτερος είναι yan – yana (ο ένας δίπλα στον άλλο), δηλαδή μαζί και χώρια και ο τρίτος το ayrι – ayrι (αϊρί – αϊρί), που σημαίνει απολύτως χωριστά. Ο όρος που χρησιμοποιούσε ο συνομιλητής μου ήταν ο τελευταίος. Αυτή η τουρκική στοχοθεσία όμως δεν είναι δυνατό να κατανοηθεί δίχως μια επιβεβλημένη εμβάθυνση στον τρόπο διαβίωσης των διαφόρων εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων κατά την οσμανική περίοδο με βάση τη δομή που ανέφερα προηγουμένως. Επί αιώνες οι μη μουσουλμανικές κοινότητες (cemmaatι gayrι muslimin) διαβίωναν στις πόλεις (αλλά και σε χωριά) σε ξεχωριστές συνοικίες (σε κάποιες πόλεις μάλιστα, όπως στο Φανάρι στην Κωνσταντινούπολη, περιβάλλονταν από τείχη των οποίων η πύλη έκλεινε τη νύχτα). Αυτό όσον αφορά τους τόπους διαμονής και κατοικίας (και λέμε διαμονής, γιατί απαγορευόταν η έστω και διαφορετικού θρησκευτικού δόγματος, ομοθρήσκου ή «ομοεθνούς» διαμονή, όπως γραικού καθολικού χριστιανού (φράγκου), (Τηνιακού λόγου χάριν ή Σαντορινιού, σε οικία ορθοδόξου γραικού (Ρωμιού) με κίνδυνο αφορισμού του φιλοξενούντος ή εκμισθωτή). Η μόνη κοινή για όλες τις κοινότητες περιοχή ήταν η έκταση που περιέκλειε την αγορά (το «παζάρι») και τα κτίρια της διοίκησης. Αυτός είναι ο τρόπος του «μαζί και χώρια» και ανταποκρίνεται σ’ έναν κοινωνικό τύπο όπως της οσμανικής κοινωνίας που είναι παραδοσιακός. Με άλλη έκφραση ως παραδοσιακή κοινωνία το μόρφωμα, η γκετοποίηση, όπως θα λέγαμε σήμερα, ήταν λειτουργική, όπως λειτουργικές ήταν και οι εθικοθρησκευτικές (φυλετικές) διακρίσεις (η υποχρέωση των μη μουσουλμάνων να φέρουν ενδύματα από υφάσματα κατώτερης ποιότητας απ’ ό,τι οι μουσουλμάνοι ή εν πάση περιπτώσει διαφορετικού χρώματος, όπως και η υποχρέωση να φέρουν αναλόγου προς το θρήσκευμά τους χρώματος υποδήματα). Επίσης και η υποχρέωσή τους να σκύβουν γονυπετείς όταν περνούσε από μπροστά τους μουσουλμάνος (συνήθεια που επέζησε μέχρι πρόσφατα σε χωριά της Μικράς Ασίας από φανατικές μουσουλμάνες που έπρατταν το ίδιο στη θέα ανδρών – σε ένδειξη σεβασμού και υπακοής προς αυτούς). Ακόμη τα σπίτια των μη μουσουλμάνων δεν μπορούσαν να είναι βαμμένα άσπρα (αλλά να είναι σκούρου χρώματος) και σαφώς χαμηλότερα του ύψους των μη μουσουλμανικών σπιτιών. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της αρχής κατά την οποία ο πρώτος τη τάξει των μη μουσουλμάνων ακολουθούσε τον τελευταίο στην τάξη μουσουλμάνο. Αρχή από την οποία προκύπτει και το διπλό κριτήριο το οποίο εφαρμόζουν οι Τούρκοι στις σχέσεις τους με την Ελλάδα (αλλά συνήθως και με τους Έλληνες σε μακροχρόνια διαβίωση μ’ αυτούς). Το διπλό αυτό κριτήριο είναι ακριβώς εκδηλωτικό της δομής εξουσίας η οποία διέπει τις σχέσεις της Τουρκίας με βάση την κάθετη αντίληψη των σχέσεών της με τρίτους τους οποίους θεωρούν ως υποκείμενους, ως ασθενέστερους, στη δική της εξουσία.

Σχετικά κάποτε, σε φιλική συζήτηση με τον συνάδελφο, πολύ γνωστό και καλό καθηγητή Ιστορίας Ζαφέρ Τοπράκ του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου (και μαθητή και αυτού του κοινού μας δασκάλου Ταρίκ Ζαφέρ Τούναγια), συμφώνησε στην παρατήρησή μου ότι «δεν γίνεται τίποτε, Ζαφέρ, γιατί οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται τις σχέσεις τους με τους άλλους κάθετα, όχι οριζόντια», σηκώθηκε όρθιος και μου είπε «να σε φιλήσω, εσύ ακτινογράφησες την ψυχή των Τούρκων» (sen Turklerin ruhunu rontgen etmissin).

 

Παρενθετικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα παραπάνω δεν είναι άσχετα και με την Κύπρο, αλλά και με όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στην Κύπρο, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η γενεσιουργός της Κυπριακής Δημοκρατίας Συνθήκη του Λονδίνου στηρίχτηκε στην οσμανική αρχή των εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων και μάλιστα πολύ χονδροειδώς, γιατί την εξέλαβε με βάση τον διαχωρισμό μουσουλμάνων – μη μουσουλμάνων. Απόδειξη αυτού είναι ότι οι κοινότητες Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων της Μεγαλόνησου υπολογίστηκαν (και υπολογίζονται) στο ποσοστό των Ρωμιών (όπως αποκαλούν τους Ελληνοκυπρίους οι Τούρκοι και η Τουρκία, που σημαίνει ορθόδοξοι χριστιανοί – με αντίστοιχο για την άλλη πλευρά το μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι).

 

Το τρίτο σχήμα της συμβίωσης και η Κύπρος

 

Από τα παραπάνω λοιπόν είναι ολοφάνερο ότι η βασική πρόθεση της Τουρκίας για τη Μεγαλόνησο εξαρχής ήταν η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως νομικού προσώπου, ως διεθνούς προσωπικότητας και η επιβολή όχι μιας διχοτόμησης, αλλά ενός ιδιότυπου «συνομοσπονδιακού» κράτους όπου η μειονότητα του 18%, η οποία με την πάροδο του χρόνου διά των εποίκων ή μετακινουμένων ελευθέρως λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης πληθυσμών από την Τουρκία θα γίνει πλειοψηφία, θα είναι σε θέση να ελέγχει απολύτως όλη την έκταση του κράτους της Κύπρου (σε επίρρωση άλλωστε της παρατήρησης του «πατέρα» της Ζυρίχης Νιχάτ Ερίμ, που έγινε στην έκθεσή του προς την τουρκική κυβέρνηση το 1956 παρακαλώ, ότι «η πλειοψηφία των Ρωμιών στην Κύπρο είναι περιστασιακή και μπορεί σε βάθος χρόνου να ανατραπεί»).

Σκόπιμα αναφέρω «κράτος της Κύπρου» και όχι «Κυπριακή Δημοκρατία». Ακριβώς το Σχέδιο Ανάν προέβλεπε τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάστασή της από νέο κράτος που θα πληρούσε τις προδιαγραφές που ήθελε η Τουρκία (και του οποίου ένθερμοι θιασώτες ήταν σχεδόν σύσσωμος ο ελληνικός πολιτικός κόσμος και οι «καθωσπρέπει», δηλαδή όχι οι «φαιδροί» ή «γραφικοί», διαμορφωτές της κοινής γνώμης και «σοβαροί» ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, όπως η κ. Θ. Δραγώνα και ο Νίκος Μουζέλης – είναι όντως συγκινητικό, αλλά από τότε φαίνεται χρονολογείται και το αμοιβαίο αίσθημα το οποίο και τους ένωσε αργότερα). Το επάρατο αυτό σχέδιο στην Κύπρο, που έτυχε υποστήριξης από τον εσμό των χρηματοδοτούμενων, όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, από ξένα κέντρα κεκρακτών ή ελεεινών ψιττακίσκων της δοτής άνωθεν προς αυτούς εντολής. Αλλά κατά τα φαινόμενα και το κυοφορούμενο από τις συνεχιζόμενες επί του Κυπριακού διαπραγματεύσεις της Τουρκίας (που χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο του Ταλάτ) με τον Πρόεδρο Χριστόφια κατατείνει και αυτό ωσαύτως στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήλθε φαίνεται ο χρόνος για να «χωνέψουν» (κατά την έκφραση του Γκιουνές το 1976) οι Έλληνες σε Ελλάδα και Κύπρο τα τετελεσμένα του 1974.

Κοντός ψαλμός αλληλούια!

Posted in Ελλάδα, Ελληνική εξωτερική πολιτική & Αμυνα, Κύπρος, Τουρκία | Με ετικέτα: , , , , | Leave a Comment »

H TOYΡΚΙΑ ΕΠΙΜΕΝΕΙ ΣΕ ΛΥΣΗ ΑΝΑΝ

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 28 Νοεμβρίου 2009

του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

 Τα τρία ¨σενάρια» της ‘Αγκυρας:
α) λύση Ανάν, β) πολιτική απενοχοποίηση, γ) διχοτόμηση

Το κυπριακό «καταλαμβάνει την ατζέντα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής», αναφέρει η τελευταία έκθεση του Τουρκικού Ιδρύματος SETA, από την ανάγνωση της οποίας τεκμαίρεται αβίαστα πόσο μείζον πρόβλημα είναι για την ‘Αγκυρα και πόσο η «εξάλειψή» του συγκαταλέγεται στις πρώτες προτεραιότητες και πολιτικο-διπλωματικές ανάγκες της ‘Αγκυρας.

Η έκθεση αναφέρεται στα «προβλήματα και τις δυνατότητες» του κυπριακού για την Τουρκία και εκπονήθηκε υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή Ταρίκ Ογκουζλού, του Πανεπιστημίου Μπιλκέντ. Το SETΑ (Ίδρυμα Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών) είναι κοντά στην κυβέρνηση ενώ πολλοί πιστεύουν ότι εμπνέεται από τις ιδέες του ισλαμιστή, εξ Αμερικής «δάσκαλου», Γκιουλέν.

Σύμφωνα με την έκθεση, «όσο συνεχίζεται το αδιέξοδο… θα κινδυνεύουν και οι προοπτικές ένταξης της Τουρκίας και η θεσμική σχέση ΕΕ-ΝΑΤΟ». Αυξάνεται επίσης η δυτική δυσφορία για το μπλοκάρισμα της συνεργασίας ΕΕ-ΝΑΤΟ και την αδυναμία χρήσης ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνατοτήτων σε Αφγανιστάν και Κόσοβο. Από την άλλη ο Ομπάμα χρειάζεται πολύ την ‘Αγκυρα για τη μεσανατολική πολιτική του, για να διαταράξει τις σχέσεις του συγκρουόμενος με τις τουρκικές επιδιώξεις στην Κύπρο

Η έκθεση επιβεβαιώνει αυτό που πιστεύουν πολλοί διπλωματικές αναλυτές: Λευκωσία και Αθήνα διαθέτουν τώρα αξιοσημείωτη ισχύ έναντι της ‘Αγκυρας. Θεσμικά, αφού από τη συγκατάθεσή τους εξαρτάται απολύτως η τουρκική ενταξιακή πορεία. Πολιτικά, αφού δεν είναι υπερασπίσιμη η «σουρεαλιστική» κατάσταση υποψήφιας χώρας που δεν αναγνωρίζει και κατέχει στρατιωτικά τμήμα εδάφους χώρας-μέλους της ΕΕ. Η αντικειμενική ισχύς όμως δεν προδικάζει τίποτα, αφού όλα εξαρτώνται από το αν και πως η ελληνική και κυπριακή διπλωματία θα χρησιμοποιήσουν (ή όχι) αυτή την ισχύ, κάτι που δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. ‘Ενα δίλημμα π.χ. μπροστά σε Αθήνα και Λευκωσία είναι αν θα δυσκολέψουν την ‘Αγκυρα τον Δεκέμβρη, συζητώντας για τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, ή θα προτιμήσουν να της δώσουν παράταση, διακινδυνεύοντας να τη δουν να πιέζει αφόρητα για λύση του κυπριακού στα δικά της μέτρα αμέσως μετά.

Κεντρική τουρκική επιδίωξη (και μόνη αποδεκτή λύση πλην της διοχτομήσεως), σύμφωνα με την έκθεση, παραμένει η υιοθέτηση από τους Κυπρίους του σχεδίου Ανάν ή μίας παραλλαγής του, αρκετά παρόμοιας «στο γράμμα και στο πνεύμα», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Στις τουρκικές αξιώσεις περιλαμβάνεται επίσης η διαιώνιση των τουρκικών δικαιωμάτων επέμβασης. Η έκθεση απαριθμεί παράγοντες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επιδίωξη αυτή, οι συντάκτες της όμως δεν είναι βέβαιοι για το αν τελικά οι Κύπριοι θα συγκατατεθούν σε μια τέτοια λύση. Σε κάθε περίπτωση όμως διαφαίνεται μέσα από τις γραμμές η επιδίωξη, ακόμη κι αν ένα νέο σχέδιο απορριφθεί σε δημοψήφισμα, να φτάσει τουλάχιστον μέχρις εκεί, ώστε ένα δεύτερο «όχι» των Ελληνοκυπρίων, και μάλιστα εναντίον σχεδίου που έχει προσυπογράψει ο ηγέτης τους να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια ως πολιτικό μέσο «ενοχοποίησης» της ελληνοκυπριακής και «αθώωσης» της τουρκικής πλευράς.

Αν αυτό συμβεί, ο Ερντογάν μπορεί να διεκδικήσει τη λύση του ζητήματος με τη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους (ΤΔΒΚ), σημειώνει η έκθεση, υπενθυμίζοντας τη μεγάλη αυτοπεποίθηση και τις σχετικές, απειλητικές δηλώσεις Ερντογάν και Νταβούτογλου.

Διερωτάται κανείς αν πρόκειται για ρεαλιστική επιδίωξη ή για έντεχνα διατυπωμένη απειλή προς τους Κυπρίους, να αποδεχθούν όσα «προσφέρονται» έναντι της απειλής διχοτόμησης. Δύσκολα βλέπει κανείς πως, υπό τις προβλέψιμες διεθνείς συνθήκες, και αν δεν κάνουν όλα τα λάθη του κόσμου Αθήνα και Λευκωσία, μπορεί να εφαρμοσθεί σενάριο Κοσόβου στην Κύπρο, εις βάρος μάλιστα χώρας-μέλους της ΕΕ. Εντούτοις, η έκθεση αποκαλύπτει τη «διπλή» τουρκική στρατηγική: προώθηση λύσης Ανάν, εφόσον γίνεται, χρήση αλλοιώς των διαπραγματεύσεων και ενός πιθανού δημοψηφίσματος για διεθνή απομόνωση της Κύπρου, ελπίζοντας, στην καλύτερη και δύσκολα επιτεύξιμη περίπτωση να δημιουργήσει πολιτικές προϋποθέσεις αποδοχής της διχοτόμησης.

Τόσο από την έκθεση, όσο και από όσα ντοκουμέντα μας έρχονται από την Τουρκία, προκύπτει εδραία η εντύπωση ότι η ‘Αγκυρα, παρά τις διακηρύξεις για «μηδέν προβλήματα με τους γείτονες», εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται τις σχέσεις της με όρους γεωπολιτικού ανταγωνισμού (κάτι που δεν είναι βέβαιο ότι συμβαίνει με Λευκωσία και Αθήνα). Η διαφορά με τους ισλαμιστές είναι ότι δίνουν πολύ μεγαλύτερη σημασία απότι στο παρελθόν στον πολιτικό παράγοντα. Η έκθεση σημειώνει εν προκειμένω τα σημαντικά διεθνή πολιτικά κέρδη της Τουρκίας μετά το κυπριακό δημοψήφισμα του 2004, κέρδη που οφείλονται στο ότι ούτε η Λευκωσία, ούτε η Αθήνα υπερασπίστηκαν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος διεθνώς. Ταυτόχρονα, οι δύο διπλωματίες έχουν «αποσύρει» εδώ και χρόνια τη διεθνή πολιτικο-διπλωματική «ατζέντα» κάθε σοβαρή αιτίαση για την εισβολή, εθνοκάιθαρση και κατοχή, με αποτέλεσμα να κυκλοφορούν και να επικρατούν οι τουρκικές θέσεις. Ο μεγάλος ευρωπαϊκός τύπος π.χ. εξίσωνε, στις επετειακές αναφορές για το 1974 του περασμένου Ιουλίου, θύτες και θύματα.

Στηριζόμενο στην επιτυχή εμπειρία της εκμετάλλευσης του δημοιψηφίσματος, το SETA προτείνει στην κυβέρνηση να ασκήσει «προενεργό» πολιτική, για να μεγιστοποιήσει τα πολιτικά κέρδη της ‘Αγκυρας σε κάθε περίπτωση, δεν εξειδικεύει όμως τα μέτρα που εισηγείται (υποθέτει κανείς ότι η ‘Αγκυρα θα προβεί σε κινήσεις «καλής θέλησης», όπως π.χ. μια απόσυρση στρατιωτικών δυνάμεων ή μια συζήτηση για την Αμμόχωστο, υψηλού συμβολικού και ασήμαντου ουσιαστικού περιεχομένου). Προφανής επιδίωξη να έρθουν οι Ελληνοκύπριοι σε κατάσταση «loose-loose», είτε δηλ. να υποχρεωθούν να «εγκλωβισθούν» σε αποδοχή σχεδίου που δεν θέλουν, είτε να το απορρίψουν αθώνοντας την ‘Αγκυρα.

Η έκθεση υπογραμμίζει τη σημασία της συμφωνίας Χριστόφια-Ταλάτ για τη μορφή της λύσης, όπως αποτυπώνεται στο ανακοινωθέν της 23.5.2008: «ο συνεταιρισμός θα έχει μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση με μία διεθνή προσωπικότητα, όπως και ένα τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος και ένα ελληνοκυπριακό συνιστών κράτος, ισότιμου (equal) καθεστώτος». Σημειώνει όμως ταυτόχρονα τις μεγάλες διαφορές που απομένουν. Οι Ελληνοκύπριοι «δεν μοιάζουν να παραιτήθηκαν από την επιδίωξη να δουν το νησί ενωμένο κάτω από ισχυρή ομοσπονδιακή κυβέρνηση και με τους Τουρκοκύπριους σε ενισχυμένο καθεστώς μειονότητας» και «θέλουν η υπάρχουσα Κυπριακή Δημοκρατία να εξακολουθήσει να υπάρχει ως κυρίαρχη οντότητα και μετά την ενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στη διοικητική δομή» (δηλαδή, σε απλούστερα ελληνικά, επιθυμούν να διατηρήσουν το κυπριακό κράτος!!!).

Εκεί που η έκθεση θέτει ίσως τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων είναι όταν υπογραμμίζει ότι «ορισμένες πρόσφατες δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν ότι αυτό που καταλαβαίνουν οι Τουρκοκύπριοι με τη λέξη «λύση» διαφέρει ριζικά από την ερμηνεία που δίνουν οι Ελληνοκύπριοι. Η αντίληψη της κοινής γνώμης για τις λεπτομέρειες οποιασδήποτε τελικής συμφωνίας διεφέρουν σημαντικά μεταξύ των κοινοτήτων». Η επισήμανση αυτή επιβεβαιώνει όσους αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι διάφορες διαδικασίες «συμφιλίωσης-επαναπροσέγγισης», αλλά και οι ίδιες οι συνομιλίες δεν στηρίζονται σε πραγματικό ξεκαθάρισμα διαφορών, αλλά σε «εποικοδομητικές ασάφειες», βρετανικής μεν προέλευσης, αλλά που μετετράπησαν σε «δεύτερη φύση» πολλών Ελληνοκυπρίων, παγιδεύοντάς τους. Απαραίτητη προϋπόθεση βιώσιμης λύσης είναι η επίτευξη πραγματικού, ειλικρινούς συμβιβασμού, η άρση, όχι το «κουκούλωμα» των διαφορών, όπως το 1960. Διαφορετικά, οι δύο κοινότητες θα τσακώνονται από την επομένη της υπογραφής.

Πέραν της «προενεργού» πολιτικής, η τουρκική διπλωματία μπορεί επίσης, κατά την έκθεση του SETA, να στηριχθεί στους εξής παράγοντες για την επίτευξη των στόχων της

– Πίεση στην Αθήνα να πιέσει εκείνη τη Λευκωσία, ώστε να μη θέτει προσκόμματα στην τουρκική ενταξιακή πορεία

– Χρήση του αυξημένου ειδικού βάρους που αποκτά η Τουρκία ως «κόμβος υδρογονανθράκων» (κάτι που κάνει ακόμα πιο αξιοπερίεργη την ελληνική εμμονή για εισαγωγή αερίου μέσω Τουρκίας, ή την υποστήριξη αγωγών που περνάνε από το έδαφός της)

– Χρήση του ενδιαφέροντος αμερικανικών πετρελαϊκών εταιρειών για λύση ώστε να γίνει εκμετάλλευση κοιτασμάτων στην Αν. Μεσόγειο

Δημοσιεύτηκε στον ¨Κόσμο του Εοενδυτή», 21.11.2009

Posted in Ελλάδα, Ελληνική εξωτερική πολιτική & Αμυνα, Κύπρος, Τουρκία | Με ετικέτα: , , | Leave a Comment »

«Η λύση που προωθείται στο Κυπριακό θα βλάψει εξίσου την Ελλάδα και την Κύπρο»

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 10 Αυγούστου 2009

Συνέντευξη του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου στην εφημερίδα «Αριστερά!» (www.koel.gr) τ. 272, 31-7-09

Ερ. Πριν λίγο καιρό παρουσιάσατε στην Κύπρο το βιβλίο σας «Η Κύπρος σε παγίδα». Πως το υποδέχθηκε η κυπριακή κοινή γνώμη;
Απ. Η κυπριακή κοινή γνώμη, όπως και η κοινή γνώμη της Ελλάδας είναι περισσότερο υποψιασμένη από τους πολιτικούς της. ‘Oσο προχωράει η συζήτηση για τα διακυβεύματα στην Κύπρο, τόσο περισσότερο οξύνεται μια αίσθηση ανησυχίας για το τι θα βγει από τις συνομιλίες της Λευκωσίας, για τη βάση αυτών των συνομιλιών, μια βάση που, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκει σύμφωνο τον κυπριακό λαό και εγείρει και ένα ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας, γιατί ο κ. Χριστόφιας εξελέγη για να κυβερνήσει το κράτος, όχι για να το αλλάξει. Πρόεδρος είναι όχι συντακτική ή αναθεωρητική συνέλευση και νομίζω καλό θα ήταν και για τον ίδιο να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι Ελληνοκύπριοι τι είδους λύση θέλουν.
‘Οσο για την Ελλάδα, τείνουμε να αποδεχθούμε ότι το ζήτημα αυτό αφορά μόνο την Κύπρο, υπάρχει και μια αίσθηση κόπωσης, και μια προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων να φορτώσουν στον Χριστόφια μια λύση που γνωρίζουν ότι δεν θα είναι καλή. Στην πραγματικότητα όμως ότι συμφωνηθεί στην Κύπρο θα έχει κολοσσιαίες συνέπειες για την Ελλάδα. Αν συμφωνηθεί στην Κύπρο μη βιώσιμη λύση, τότε οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για τον ελληνικό λαό στο σύνολό του, ιδιαίτερα για την αριστερά και κεντροαριστερά αν επωμισθούν την ευθύνη τέτοιων λύσεων. Θα υποστούν αυτό που υπέστη η ελληνική Δεξιά μετά το 1960 και το 1974, όταν οι συνθήκες της Ζυρίχης και η όλη πολιτική της οδήγησε στην τραγωδία της τουρκικής εισβολής.

Ερ. Τι σας ανησυχεί στη βάση των διαπραγματεύσεων;
Απ. Το πρώτο που με ανησυχεί είναι η υποχρεωτική εναλλαγή ‘Ελληνα και Τούρκου Προέδρου, που είναι μάλιστα πρόταση Χριστόφια. Κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Ο Πρόεδρος του κράτους πρέπει να εκφράζει την ενότητα του κράτους και του λαού, το σύνολο των πολιτών, ανεξαρτήτως εθνότητος ή θρησκεύματος. Είναι στοιχειώδες. Φανταστείτε π.χ. αν το 1963 ή το 1974, στις κρίσεις, ήταν Τούρκος Πρόεδρος αντί για τον Μακάριο. Θα έπαιρνε το κράτος, αφού θα ήταν ο νόμιμα διεθνώς αναγνωρισμένος Πρόεδρος και θα το εκπροσωπούσε διεθνώς. Δεν αντιλαμβάνομαι επίσης τη στάθμιση των ψήφων ανάλογα με την εθνότητα. Το ΑΚΕΛ λέει ότι είναι αριστερό. Είναι δυνατόν ένας αριστερός να συμφωνεί να μετράνε περισσότερο οι τουρκικές από τις ελληνικές ψήφους; Υπάρχουν διακόσια κράτη στον κόσμο με μειονότητες. ‘Εχουν εφαρμοσθεί πουθενά τέτοιες εξωφρενικές ρυθμίσεις; ‘Οσως μόνο στον Λίβανο, με τα αποτελέσματα που νωρίζουμε.
Η δική μου κριτική και στο σχέδιο Ανάν και στις σημερινές προτάσεις Χριστόφια, δεν είναι ότι δίνουν πολλά στους Τούρκους και λίγα σους Έλληνες. Αυτό έχει σημασία, γιατί μια λύση για να λειτουργήσει πρέπει νάχει το στοιχείο της δικαιοσύνης. Το κύριο πρόβλημα όμως είναι ότι συζητάνε πράγματα που θα αποδειχθούν μη βιώσιμα και θα κινδυνεύσουν να οδηγήσουν σε συρράξεις και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με ότι συνεπάγεται αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αντί να λύσουν το κυπριακό, θα το ξανανοίξουν με πολύ χειρότερους όρους τόσο για τους Ελληνοκύπριους, που είναι αδερφέ το 80% του πληθυσμού, κοντεύουμε να ντρεπόμαστε να το πούμε, όσο και για το σύνολο του ελληνικού λαού.

Ερ. Ποια θεωρείτε βιώσιμη λύση;
Απ. ‘Οπως αντιλαμβάνεσθε, το αν και ποιά λύση θα βρεθεί δεν εξαρτάται μόνο από μία πλευρά. Κατά τη γνώμη μου, μια λύση για να είναι βιώσιμη, για να οδηγεί δηλαδή σε ειρήνη και όχι σε πόλεμο, θα πρέπει να διατηρεί τους Ελληνοκύπριους υπό προστασία κανονικού κράτους. Βεβαίως μπορεί κάποιος να κάνει μία εισβολή σε ένα κράτος ανεξάρτητο κλπ. Αλλά πολιτικά αυτό είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα. Είναι τελείως διαφορετικό το κράτος να έχει στο εσωτερικό του, στο σύνταγμά του και στις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει, το σπέρμα αδιεξόδων που μπορούν να προκαλέσουν εθνοτική διαμάχη ή ξένη επέμβαση ή να συνομολογήσει το ίδιο δικαίωμα τρίτων να επέμβουν. Γιατί η «λύση» που δόθηκε στο κυπριακό πρόβλημα το 1960 κατέρρευσε με πόλεμο; Για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι το σύνταγμά αυτό, όπως λένε και οι πιο διαπρεπείς άγγλοι συνταγματολόγοι ήταν απολύτως ανεφάρμοστο γιατί παραχωρούσε στη μειονότητα βέτο σε κάθε ζήτημα. Και δεύτερον διότι με τις συνθήκες εγγυήσεως και συμμαχίας που υπεγράφησαν στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο, η Τουρκία είχε δικαίωμα επέμβασης στην Κύπρο. Μπορεί να έκανε κατάχρηση του δικαιώματος αυτού. Αλλά αν δεν υπήρχε το δικαίωμα θα ήταν πολιτικά πολύ δυσκολότερη μία εισβολή.

Κανονικό κράτος σημαίνει ότι δικαίωμα αποφάσεων επί του πληθυσμού έχουν μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί του. Αυτό καταργούσε το σχέδιο Ανάν, που υπήγαγε την εκτελεστική, δικαστική και νομοθετική εξουσία σε τρεις ξένους δικαστές που θα διόριζε ο Ανάν και θα διόριζαν τους διαδόχους τους! (‘και μαζί καταργούσε τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία του «κράτους»). Είναι απορίας άξιο μάλιστα πως βρέθηκαν άνθρωποι που λένε ότι ανήκουν στην αριστερά, να συμφωνήσουν με τέτοιες ρυθμίσεις, που απορρίπτει οποιοσδήποτε δημοκράτης. Γιατί καταργούσε τη δημοκρατία το σχέδιο Ανάν; Γιατί στην Κύπρο, λένε, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η αρχή της ισότητας των πολιτών, ούτε ο ορισμός του Θουκυδίδη για τη δημοκρατία (το των πλειόνων κράτος), επειδή αντιφάσκοιυν προς την ισότητα των κοινοτήτων, δηλαδή την ισότητα μειοψηφίας και πλειοψηφίας. Πρέπει να προστατεύονται οι μειοινότητες, δεν μπορεί όμως εν ονόματι αυτής της προστασίας να καταργείται κάθι ο κανόνας της πλειοωηψίας γιατί ένα τέτοιο καθεστώς ονομάζεται δικτατορία. Το κράτος των συμφωνιών του 60 δεν μπορούσε να λειτουργήσει γιατί προβλεπόταν γενικό βέτο της μειονότητας – τώρα δεν προβλέπουν ούτε καν βέτο για την πλειονότητα! Ο κ. Χριστόφιας επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο, συμβιβάζοντας την ισότητα των πολιτών με την ισότητα μειοψηφίας-πλειοψηφίας και το αποτέλεσμα είναι τερατογέννεση! Εναλλάξ πρόεδρος, σταθμισμένη ψήφος, πάλι ξένος δικαστής, που είχε υποσχεθεί ότι δεν θα υπήρχε, ένας διαδικαστικός δαίδαλος που εγγυάται κατάρρευση εντός έξη μηνών και πάντως αντιπαράθεση, όχι συμφιλίωση κοινοτήτων.

Δεύτερο, όπως κάθε κανονικό κράτος πρέπει να έχει δικαίωμα και μέσα να ασκήσει την κυριαρχία του και να αμυνθεί. Λέει οι κ. Χριστόφιας μία κυριαρχία, αλλά οι προτάσεις προβλέπουν δύο κράτη με δύο αστυνομίες, που θα είναι στην πραγματικότητα μασκαρεμένοι στρατοί, ενώ δεν προβλέπει δικαίωμα και μέσο αυτοάμυνας της Δημοκρατίας. Φτάσαμε στον τραγέλαφο η ελληνική πλευρά, θύμα εισβολής και εθνοκάθαρσης, να ζητάει αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Να ζητάει δηλαδή την κατάργηση του δικαιώματός της να αμυνθεί. Σε αυτό το είδος ραγιαδισμού και υποτέλειας έχουμε φτάσει και δυστυχώς υπάρχουν και δυνάμεις που αυτοκαλούνται αριστερές και έχουν συμφωνήσει με τέτοιες ρυθμίσεις. Χωρίς μάλιστα να θέτουν το ζήτημα του βρετανικού στρατού που θα παραμείνει στο υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένο νησί. Ο κ. Χριστόφιας πήγε μετά την εκλογή του στο Λονδίνο και υπέγραψε μνημόνιο που διαιωνίζει την κυριαρχία των Βάσεων και αναγνωρίζει τις συνθήκες Λονδίνου και Ζυρίχης, που δεν ενέκρινε ποτέ ο κυπριακός λαός! Μην έχοντας κοινά σχολειά και κοινό στρατό, με διαφορετική ιστορική συνείδηση και με δαιδαλώδη λαβύρινθο συντάγματος και νόμων, όπου τα πάντα θα αποφασίζονται επί τη βάσει της εθνότητας, λες και είμαστε στη Νότιο Αφρική, είναι προφανές ότι ‘Ελληνες και Τούρκοι δεν θα συμφιλωθούν ποτέ. Αυτή η λύση είναι μετααποικιακή, θέλει να διαιωνίσει την αντιπαράθεση για να επιτρέψει στον αποικιοκράτη, Βρετανία και ΗΠΑ, να διαφεντεύουν το νησί ως επιδιαιτητές. Και φυσικά τέτοιες λύσεις έχουν τόση σχέση με την αριστερά, όση και ο φάντης με το ρετσινόλαδο.

Θα πουν βέβαια οι φίλοι του ΑΚΕΛ ότι, τι να κάνουμε, εδώ που φτάσαμε, πρέπει να κάνουμε οδυνηρό συμβιβασμό, να τελειώνουμε. Σύμφωνοι, άμα ο κυπριακός λαός και ο ελληνικός λαός το θέλουν, ας τον κάνουν τον συμβιβασμό, όχι όμως συνθηκολόγηση. Ας κάνουν σκόντο στις αρχές αυτές στη ζώνη που θα αποφασίσουν να δώσουν στους Τουρκοκύπριους. ‘Οχι όμως στην ελληνοκυπριακή. Το ξαναλέω ακόμα μια φορά. Αν αναγνωριστεί σε τρίτους, ξένους δικαστές, ξένες χώρες, εναλλάξ προέδρους, οποιονδήποτε πέραν των αιρετών εκπροσώπων, δικαίωμα επέμβασης και στερηθούν οι Ελληνοκύπριοι από το δικαίωμα και το μέσο της κυριαρχίας και της αυτοάμυνας, τότε, αργά ή γρήγορα, ο πληθυσμός θα έρθει σε σύγκρουση με αυτούς που θάχουν νόμιμο πλέον δικαίωμα να ασκούν κυριαρχία πάνω του. Δεν έχουν μεταβληθεί οι Κύπριοι, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία σε αγγέλους.

Σήμερα υπάρχει μια ισορροπία στην Κύπρο ανάμεσα στην ισχύ της Τουρκίας και των αποικιακών δυνάμεων από τη μια και τη δύναμη του δικαίου της πλειοψηφίας από την άλλη. Αν καταργήσουν οι Ελληνοκύπριοι με την ψήφο τους τα αυτονόητα δικαιώματά τους θα καταστρέψουν αυτή την ισορροπία και αυτό θα δημιουργήσει μια ανισορροπία που είναι βασική προϋπόθεση πολέμου. Επιπλέον οι Ελληνοκύπριοι είναι μαθημένοι να ζουν σε σχετικά κανονικό κράτος, θα υπάρξει λοιπόν μια μερίδα του πληθυσμού που θα αντιδράσει σε τέτοιο σχέδιο και μπορεί να ξανάχουμε τα καλά της περιόδου 1972-1974!

Οι συνέπειες τέτοιοιων τυχοδιωκτισμών δεν θα περιορισθούν στην Κύπρο, που είναι πολύ μεγάλη για να γίνει ειρηνικά ‘Ιμβρος ή Τένεδος. Η Ελλάδα θα γίνει όμηρος μιας κακής λύσης, γιατί θα βασίζεται στην καλή θέληση της ‘Αγκυρας και των δυτικών, να μην πάθουν τίποτα οι Ελληνοκύπριοι. ‘Οχι συμφωνίες για αγωγούς με τον Πούτιν, ούτε την κυριαρχία της στο Αιγαίο και τη Θράκη δεν θα μπορεί να ασκήσει!

Ερ. Μιλώντας για την αριστερά, πως βλέπετε την στάση της στο ζήτημα;
Απ. Η ισότητα είναι στο κέντρο της αριστερής ιδεολογίας. Δεν μπορεί ένας αριστερός να δέχεται ότι η ψήφος του ‘Ελληνα και η ψήφος του Τούρκου θα μετράνε διαφορετικά, ούτε θα ζητήσουμε συγγνώμη γιατί οι ‘Ελληνες είναι 80% του πληθυσμού! Σας θυμίζω εδώ τη θέση του Λένιν, που τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης των εθνών μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού: «Πάλη ενάντια στα προνόμια και τη βία του έθνους που καταπιέζει, καμία ανοχή της επιδίωξης προνομίων από το καταπιεζόμενο έθνος». Αυτή είναι η αριστερή άποψη που εμπεδώνει τη δικαιοσύνη, δημιουργεί δυνατότητες όσμωσης των εθνικών ομάδων, υπέρβασης και όχι διαιώνισης του εθνικού ανταγωνισμού.
Ο κ. Χριστόφιας επισημαίνει συχνά τις ευθύνες των εθνικιστών, των σωβινιστών, της ΕΟΚΑ Β΄ κλπ. Ωραία όλα αυτά, αλλά δεν πρέπει να τα βάζουμε μόνο με τα συμπτώματα, πρέπει να βλέπουμε και τα αίτια. Το αίτιο της ανάπτυξης του εθνικισμού, του σωβινισμού και της ακροδεξιάς στην Κύπρο ήταν ιστορικά η μη εκπλήρωση των θεμιτών εθνικών πόθων των Ελληνοκυπρίων, η ματαίωσή τους, που δημιούργησε το πολιτικό έδαφος για την εκμετάλλευση από την ακροδεξιά και τις ξένες υπηρεσίες. Και να σας πω εδώ και μια υποιψία μου. Βλέπω αυτή την υποιστήριξη προς τη συζητούμενη λύση από κύκλους της σκληρής κυπριακής δεξιάς και ακροδεξιάς. Τι έγιναν αυτοί, φίλοι των Τουρκοκυπρίων; ‘Οχι βέβαια, ούτε να τους μυρίσουν δεν θέλουν. Ενδεχομένως σκέφτονται ότι υποστηρίζοντας τη συζητούμενη λύση κάνουν το χατήρι των Αγγλοαμερικανών, που θέλουν να βγάλουν το κυπριακό από τη μέση της τουρκικής ένταξης, και να δώσουν από τώρα τη μισή ψήφο της Κύπρου στην Τουρκία. Στη συνέχεια, όταν καταρρεύσει η λύση, θα φορτώσουν τις ευθύνες στο ΑΚΕΛ και θα μείνουν εθνικιστικά αφεντικά, με τη συνδρομή των Αγγλοιαμερικανών, στη μισή Κύπρο. Τι βέβαιο πάντως είναι ότι, όχι μόνο στην Κύπρο, και στην Ελλάδα, αν η αριστερά αφήσει το έργο της υπεράσπισης των συμφερόντων του ελληνικού λαού διεθνώς στην άκρα δεξιά, τότε θα προσφέρει ιστορική υπηρεσία και στην ακροδεξιά και στον νεοφασισμό.
Η ηγεμονία της ελληνικής Δεξιάς στην Ελλάδα κατέρρευσε εξαιτίας της πολιτικής της στο κυπριακό. Αν η ελληνική και κυπριακή αριστερά-κεντροαριστερά επωμισθούν ρυθμίσεις που κινδυνεύουν να προκαλέσουν νέα τραγωδία, θα έχουμε ένα 1974 από την ανάποδη! Δεν θα επιβιώσει πολιτικο-ιδεολογικά μια παράταξη αν συμβάλει σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, όπως δεν επεβίωσε το ΚΚΕ από τη συμφωνία της Βάρκιζας ή το ΚΚΣΕ από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ελπίζω ότι δεν θα ζήσουμε τέτοιες καταστάσεις. Είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί πριν μερικές μέρες, ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέκος Αλαβάνος, που μούκανε μεγάλη τιμή παρουσιάζοντας το βιβλίο μου στην Αθήνα, έσπασε την αφωνία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξωτερική πολιτική ζητώντας να παγώσει η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, που πράγματι έχει φτάσει σε σημεία σουρεαλισμού.

Ερ. Γιατί σουρεαλισμού;
Απ. Γιατί μιλάμε για χώρα που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέχει στρατιωτικά τμήμα της, παραβιάζει όλες τις αποφάσεις του ΟΗΕ, στέλνει πολεμικά πλοία να δημιουργήσουν επεισόδια στην Πάφο και το Καστελόριζο, κάνει ασκήσεις βομβαρδισμού και φωτογραφίζει ελληνικά νησιά, το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, τους Φούρνους, διατηρεί casus belli κατά της Ελλάδος, διατηρεί απέναντι από τη Σάμο και τη Μυτιλήνη τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στον κόσμο! Και τα θύματα αυτών των πολιτικών δεν περνάει μέρα που να μην πούνε ότι υποστηρίζουν την ένταξή της στην ΕΕ. ‘Οχι γιατί κανείς στην Ελλάδα πιστεύει σε μια τέτοια πολιτική, όχι γιατί οι πολίτες της Ελλάδας και της Κύπρου την υποστηρίζουν στην πλειοψηφία τους, αλλά γιατί αυτό επιθυμεί η Ουάσιγκτον!

Ερ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα βοηθήσει στην επίλυση των διαφορών.
Απ. Και τότε γιατί η Τουρκία έχει αποθρασυνθεί από τότε που η Ελλάδα άλλαξε τη θέση της και αποδέχτηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Σε τι βοήθησε αυτό την επίλυση των διαφορών; Χειρότερες τις έκανε! Γιατί η Τουρκία αντελήφθη ότι η ελληνική υποστήριξη στην ένταξή της είναι προϊόν φόβου και υποτέλειας και νομίζω ότι εδώ ο φόβος χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει και οργανώσει την υποτέλεια. Αν η Ελλάδα, και η Ευρώπη εδώ που τα λέμε, σεβόντουσαν τον εαυτό τους θα έθεταν τον τερματισμό της κατοχής και της απειλής ως προαπαιτούμενο οποιασδήποτε ενταξιακής πορείας. Αφού η Τουρκία βλέπει ότι εμείς, η άρχουσα τάξη μας δηλαδή και το πολιτικό προσωπικό μας, δεν διαθέτει αυτοσεβασμό, δεν θα μας σεβαστεί περισσότερο από όσο εμείς τον εαυτό μας! Θα επιδιώξει να μπει με το σύνολο των διεκδικήσεών της στην ‘Ενωση και να επιβάλει την ικανοποίησή των αξιώσεών της μέσα σε αυτή, αφού η ένταξη θα της προσφέρει πολύ μεγαλύτερο πολιτικο-διπλωματικό βάρος.
Λένε βέβαια ότι η ένταξη θα κάνει την Τουρκία δημοκρατία και θα αδυνατίσει τον ρόλο του στρατού. Πρόκειται για σύγχυση αιτίου και αιτιατού. Η δύναμη του στρατού στην Τουρκία αντανακλά διάφορους ιστορικούς, κοινωνικούς και διεθνείς παράγοντες, δεν έχει σχέση όμως κατανάγκην με τον επεκτατισμό. Οι στρατιωτικοί οι μάλλον συντηρητικότεροι στο τουρκικό κατεστημένο, αυτοί που θέλουν λιγότερες περιπέτειες. Με ισχυρούς πολιτικούς πρωθυπουργούς υπήρξαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στα ελληοτουρκικά. Ο Ερμπακάν ζητούσε το 1974 την κατάληψη όλης της Κύπρου. Ο Ερντογάν σήμερα διεκδικεί την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας να συνθέσει τη δύναμη εθνικιστικής και ισλαμικής ταυτότητας. Από την αρχαία Αθήνα μέχρι τις ΗΠΑ και τη Βρετανία σήμερα, δημοκρατίες, με τη συμβατική τουλάχιστο έννοια του όρου, ξεκίνησαν τις μεγαλύτερες εισβολές και σφαγές στην ιστορία.
Μήπως άλλωστε η συμμετοχή Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ απέτρεψε τη σύγκρουση στην Κύπρο; Η από κοινού συμμετοχή σε έναν οργανισμό
όπως η ΕΕ δεν εξασφαλίζει την ειρήνη. Η ένταξη όμως της Τουρκίας καθιστά δυσμενέστερο τον συσχετισμό δυνάμεων για την Ελλάδα, Αν σήμερα η Τουρκία δοκιμάσει να επιτεθεί, θα είναι επίθεση κατά ευρωπαϊκής χώρας. Αύριο θα είναι διαμάχη δύο ευρωπαϊκών χωρών.
Κοιτάξτε, εγώ διαφωνώ γενικότερα με την πολιτική της διεύρυνσης της ΕΕ, γιατί η διεύρυνση είναι, μαζί με την αέναη απελευθέρωση των αγορών, κατεξοχήν εργαλείο εμπέδωσης ενός νεοφιλελεύθερου και ατλαντικού οικοδομήματος στην Ευρώπη, μιας «αυτοκρατορίας», όπως την ονόμασε ο Μπαρόζο, ιδεολογικού και οικονομικού παραπληρώματος του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι πολίτες το καταλαβαίνουν ενστικτωδώς. Δεν το καταλαβαίνει η ευρωπαϊκή αριστερά, δυστυχώς και στην ριζοσπαστική συνιστώσα της, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ο Λαφονταίν ή ο Φαμπιούς. Αφήνει έτσι ένα τεράστιο πεδίο να το εκμεταλλευθεί η δεξιά και ακροδεξιά. Αυτός ήταν βασικός λόγος που βγήκε ο Σαρκοζί.
Πρέπει να είμαστε σοβαροί. Η ανατολική Ευρώπη μπήκε χωρίς να υπάρχει καμία προϋπόθεση ομαλής ενσωμάτωσης και εναρμόνισης προς τα πάνω των κοινωνικών, των οικολογικών στάνταρ, χώρια του ότι φέρονται ως αμερικανικά προτεκτοράτα. Αν θέλουμε να διαλύσουμε την Ευρώπη ως δυνάμει χειραφετήσιμο και να υπονομεύουσμε το κοινωνικό κράτος της Δυτικής Ευρώπης αυτός είναι ο τρόπος να το κάνουμε. Και γι’ αυτό υποστηρίζουν με τόσο φανατισμό τη διεύρυνση Βρετανία, ΗΠΑ και Ισραήλ, που είναι μια κρυφή υπερδύναμη και θέλει να μπει κι αυτό μετά την Τουρκία. Αλλά τι δουλειά έχει αυτό με την αριστερά; Δεν λέω ότι δεν θα μπορούσε υπό άλλους όρους και άλλες πολιτικές να γίνει διεύρυνση, αλλά αυτό θα προϋπέθετε μία αποσαφήνιση σε προοδευτική κατεύθυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, ριζική αλλαγή του μοντέλου της ΕΕ, σχέδιο Μάρσαλ κλπ. Σήμερα έχουμε ένα αντιδραστικό ευρωπαϊκό σχέδιο, που γίνεται πιο αντιδραστικό με κάθε νέα ένταξη.
Σήμερα γίνεται μια σύγκρουση στην Ευρώπη. Υπάρχουν δυνάμεις που, με τρόπο ασυνεπή βεβαίως, δεδομένης και της ταξικής τους φύσης, τάσσονται υπέρ μιας πιο ανεξάρτητης Ευρώπης. Υπάρχει μια κοινή γνώμη που αντιδρά ενστικτωδώς στη διεύρυνση, που, στο κάτω-κάτω, είναι μια απόφαση που οφείλουν να πάρουν οι λαοί, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουμε εμείς. Η Ελλάδα, η αριστερά της, με ποιό στρατόπεδο έχει συμφέρον να συμμαχήσει; Με τους Αγγλοαμερικανούς και την «αυτοκρατορία», ή με όσους, έστω ασυνεπώς, θυμούνται ακόμα την ιδέα της ανεξάρτητης Ευρώπης, ή εκφράζουν την αντίθεση των λαών στη διεύρυνση, που είναι ουσιαστικά αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση, ενστικτώδης προσπάθεια προστασίας ενός εθνικού πλαισίου που εξασφαλίζει κάποια δημοκρατία και κοινωνική προστασία;

Ερ. Ένα μεγάλο ζήτημα για την αριστερά σήμερα είναι το πως αντιλαμβάνεται τον διεθνισμό…

Απ. Η λέξη διεθνισμός προϋποθέτει έθνη. Διότι υπάρχει μια θεωρία ότι είναι αυθαίρετα. Μια χονδροειδής αφομοίωση του μαρξισμού λέει ότι όλα είναι παραγωγική βάση, ο καπιταλισμός χρειάζεται φαντασιώσεις, μία από τις οποιίες είναι το ‘έθνος. Αλλά δεν υπήρχε καπιταλισμός στην εποχή του Ηροδότου! Στην Ελλάδα έχουμε πολλά αυθαίρετα, νομίζουμε ότι και οι έννοιες και τα πάντα είναι αυθαίρετα. Αυτός είναι, για όσους ενδιαφέρονται για μαρξιστικές εξηγήσεις, ο πραγματικός τρόπος που το υλικό οικοδόμημα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα δηλαδή και η υπόσχεση μιας καλής καριέρας, επηρεάζουν το «εποικοδόμημα», τις ιδέες των επαγγελματιών εξ οφίτσιο διανοουμένων. Για να ξαναγυρίσω στην ερώτηση, διεθνισμός σημαίνει να ενώσουμε τα έθνη, σε συνεργασία και όχι αντιπαράθεση. Για να τοι κάνουμε, πρέπει να λύσουμε δίκαια τις διαφορές τους, όχι να πριμοδοτήσουμε την καταπίεση του ενός από το άλλο. Γιατί οι Έλληνες της Κύπρου να μην έχουν τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους τους λαούς, πρέπει μήπως να ζητήσουν συγγνώμη γιατί είναι 80%; Όταν μάλιστα κομμουνιστές δώσανε τη ζωή τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα που ήταν μια άσκηση του δικαιώματος για την αυτοδιάθεση. ‘Οταν ο μεγάλος Τούρκος ποιητής και κομμουνιστής Ναζίμ Χικμέτ καλούσε τους συμπατριώτες του να μην αντιτάσσονται στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου.
Υπάρχει και ο «διεθνισμός της αυτοκρατορίας», για τον οποίο κάθε εθνικισμός που αντιτάσσεται, ο ρώσικος, ο σέρβικος, ο ιρανικός, ο παλαιστινιακός είναι κακός, κάθε εθνικισμός που συμμαχεί, ο γεωργιανός π.χ. είναι καλός. Ακούμε πολλά για εθνικισμούς, δεν ακούμε ποτέ τίποτα αμεριικανικό ή βρετανικό εθνικισμός, για εβραϊκό φονταμενταλισμό; Αυτές οι δυνάμεις που επιδιώκουν να χτυπήσουν το έθνος-κράτος για να θεμελιώσουν μία παγκόσμια δικτατορία «των αγορών», ολοκληρωτική «αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης». Αυτού του είδους η ένωση των εθνών, αυτού του είδους ο «διεθνισμός» είναι βαθιά αντιδραστικός και αντιδημοκρατικός.

Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες. Δεν μπορούμε να εξισώνουμε αποικιοκρέτες και αποικιοκρατούμενους, θύτες και θύματα, καταπιεστές και καταπιεζόμενους. Ιδιαίτερα πρέπει να το κάνουμε σε μία χώρα όπου το επαναστατικό, δημοκρατικό, πληβειακό, κοινωνικό στοιχείο, από τον Κολοκοτρώνη μέχρι το δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο ήταν αυτό που αντιστάθηκε κυρίως στις ξένες επιβουλές, μια χώρα που της ζητάνε εθνικά επώδυνες και αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις και «προσαρμογές» και η άρχουσα τάξη της οποίας είναι χαρακτηριστικά απρόθυμη να την υπερασπιστεί; ‘Η μήπως η αριστερά θα μπορέσει να κάνει προοδευτικότερη πολιτική, αν η Ελλάδα και η Κύπρος γίνουν προτεκτοράτα;
Τα τελευταία χρόνια, λυπάμαι και ντρέπομαι που το λέω, αναπτύχθηκε στη χώρα μας ένα είδος αντιθενικιστικής «αριστεράς», αμερικανικής στην πραγματικότητα «αριστεράς». Ελπίζω ότι πρόκειται περί λάθους και ιδεοληψίας. Αλλά δεν είναι δυνατόν να διαβάζω, σε μια χώρα που η αριστερά της έδωσε ποτάμια αίματος για την υπεράσπισή της, που ηγήθηκε της εθνικής αντίστασης, που υπέστη αποστασία και δικτατορία για να «λυθεί» το κυπριακό, δεν μπορώ να διαβάζω τον Ηρακλείδη, που υποστηρίζει ότι είναι μαθητής του Κύρκου, και διερωτώμαι τι λέει ο Κύρκος για τους μαθητές του, να γράφει ότι δεν βρέθηκε απόδειξη του ρόλου της CIA στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου! Εκπλήσσομαι ακόμα πιο δυσάρεστα βλέποντας την Αυγή, αντί να προβάλει τις δηλώσεις Αλαβάνου, να δημοσιεύει σε περίοπτη θέση ανεκδιήγητο άρθρο ενός Θεοδωρίδη, που λέει ότι η κυπριακή τραγωδία είναι προϊόν του ελληνικού εθνικισμού ή ότι φταίμε γιατί επεκτείναμε το ελληνικό κράτος οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830, ή την «πλατφόρμα» Μηλιού, Θεοδωρίδη, Βωβού υπέρ της αναγνώρισης των αποτελεσμάτων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο! Δεν θα ήθελα να το πω, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν είναι καθόλου δυσαρεστημένοι στην αμερικανική πρεσβεία με παρόμοιες θέσεις.
Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σήμερα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της. Κρίση οικονομική, κοινωνική, πολιτική και εθνική. Είναι τέτοια η δύναμη του φαινομένου, τέτοιο το βάθος αυτής της κρίσης, που θα σαρώσει πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν να πουν τίποτα, πέραν ευχολογίων και γενικοτήτων, που θα μπορούσαν να διατυπωθούν με την ίδια ευκολία και προ 30 ετών και μετά 30 χρόνια, που δεν έχουν άποψη για την οικονομία, την κοινωνία, την εξωτερική πολιτική, που δεν έχουν διέξοδο να προτείνουν στον ελληνικό λαό, να απαντήσουν στα πραγματικά ζητήματα που βιώνει και τον ανησυχούν. Αργά ή γρήγορα ο ελληνικός λαός θα αναζητήσει πολιτικές δυνάμεις για να τον βγάλουν από την κρίση. Αν δεν προσφέρει τη διέξοδο η αριστερά, θα βρεθούνε άλλοι. Κι αν η σημερινή ηγεσία της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν έχει απαντήσει σε όλα, ας ανοίξει τουλάχιστο τη συζήτηση, στα πλαίσια ενός δημοκρατικά οργανωμένου, από τη βάση στην κορυφή, κινήματος, ας απευθυνθεί στην κοινωνία, αντί να φυλάει καρέκλες και οφίτσια.

Posted in Ελλάδα, Κύπρος | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

«Η λύση που προωθείται στο Κυπριακό θα βλάψει εξίσου την Ελλάδα και την Κύπρο»

Posted by βιβλιοπωλείο "χωρίς όνομα" στο 4 Αυγούστου 2009

Συνέντευξη του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου στην εφημερίδα «Αριστερά!» (www.koel.gr) τ. 272, 31-7-09

Ερ. Πριν λίγο καιρό παρουσιάσατε στην Κύπρο το βιβλίο σας «Η Κύπρος σε παγίδα». Πως το υποδέχθηκε η κυπριακή κοινή γνώμη;
Απ. Η κυπριακή κοινή γνώμη, όπως και η κοινή γνώμη της Ελλάδας είναι περισσότερο υποψιασμένη από τους πολιτικούς της. ‘Oσο προχωράει η συζήτηση για τα διακυβεύματα στην Κύπρο, τόσο περισσότερο οξύνεται μια αίσθηση ανησυχίας για το τι θα βγει από τις συνομιλίες της Λευκωσίας, για τη βάση αυτών των συνομιλιών, μια βάση που, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, δεν βρίσκει σύμφωνο τον κυπριακό λαό και εγείρει και ένα ουσιαστικό ζήτημα δημοκρατίας, γιατί ο κ. Χριστόφιας εξελέγη για να κυβερνήσει το κράτος, όχι για να το αλλάξει. Πρόεδρος είναι όχι συντακτική ή αναθεωρητική συνέλευση και νομίζω καλό θα ήταν και για τον ίδιο να προκηρύξει ένα δημοψήφισμα για να αποφασίσουν οι Ελληνοκύπριοι τι είδους λύση θέλουν.
‘Οσο για την Ελλάδα, τείνουμε να αποδεχθούμε ότι το ζήτημα αυτό αφορά μόνο την Κύπρο, υπάρχει και μια αίσθηση κόπωσης, και μια προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων να φορτώσουν στον Χριστόφια μια λύση που γνωρίζουν ότι δεν θα είναι καλή. Στην πραγματικότητα όμως ότι συμφωνηθεί στην Κύπρο θα έχει κολοσσιαίες συνέπειες για την Ελλάδα. Αν συμφωνηθεί στην Κύπρο μη βιώσιμη λύση, τότε οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές για τον ελληνικό λαό στο σύνολό του, ιδιαίτερα για την αριστερά και κεντροαριστερά αν επωμισθούν την ευθύνη τέτοιων λύσεων. Θα υποστούν αυτό που υπέστη η ελληνική Δεξιά μετά το 1960 και το 1974, όταν οι συνθήκες της Ζυρίχης και η όλη πολιτική της οδήγησε στην τραγωδία της τουρκικής εισβολής.

Ερ. Τι σας ανησυχεί στη βάση των διαπραγματεύσεων;
Απ. Το πρώτο που με ανησυχεί είναι η υποχρεωτική εναλλαγή ‘Ελληνα και Τούρκου Προέδρου, που είναι μάλιστα πρόταση Χριστόφια. Κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι. Ο Πρόεδρος του κράτους πρέπει να εκφράζει την ενότητα του κράτους και του λαού, το σύνολο των πολιτών, ανεξαρτήτως εθνότητος ή θρησκεύματος. Είναι στοιχειώδες. Φανταστείτε π.χ. αν το 1963 ή το 1974, στις κρίσεις, ήταν Τούρκος Πρόεδρος αντί για τον Μακάριο. Θα έπαιρνε το κράτος, αφού θα ήταν ο νόμιμα διεθνώς αναγνωρισμένος Πρόεδρος και θα το εκπροσωπούσε διεθνώς. Δεν αντιλαμβάνομαι επίσης τη στάθμιση των ψήφων ανάλογα με την εθνότητα. Το ΑΚΕΛ λέει ότι είναι αριστερό. Είναι δυνατόν ένας αριστερός να συμφωνεί να μετράνε περισσότερο οι τουρκικές από τις ελληνικές ψήφους; Υπάρχουν διακόσια κράτη στον κόσμο με μειονότητες. ‘Εχουν εφαρμοσθεί πουθενά τέτοιες εξωφρενικές ρυθμίσεις; ‘Οσως μόνο στον Λίβανο, με τα αποτελέσματα που νωρίζουμε.
Η δική μου κριτική και στο σχέδιο Ανάν και στις σημερινές προτάσεις Χριστόφια, δεν είναι ότι δίνουν πολλά στους Τούρκους και λίγα σους Έλληνες. Αυτό έχει σημασία, γιατί μια λύση για να λειτουργήσει πρέπει νάχει το στοιχείο της δικαιοσύνης. Το κύριο πρόβλημα όμως είναι ότι συζητάνε πράγματα που θα αποδειχθούν μη βιώσιμα και θα κινδυνεύσουν να οδηγήσουν σε συρράξεις και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με ότι συνεπάγεται αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αντί να λύσουν το κυπριακό, θα το ξανανοίξουν με πολύ χειρότερους όρους τόσο για τους Ελληνοκύπριους, που είναι αδερφέ το 80% του πληθυσμού, κοντεύουμε να ντρεπόμαστε να το πούμε, όσο και για το σύνολο του ελληνικού λαού.

Ερ. Ποια θεωρείτε βιώσιμη λύση;
Απ. ‘Οπως αντιλαμβάνεσθε, το αν και ποιά λύση θα βρεθεί δεν εξαρτάται μόνο από μία πλευρά. Κατά τη γνώμη μου, μια λύση για να είναι βιώσιμη, για να οδηγεί δηλαδή σε ειρήνη και όχι σε πόλεμο, θα πρέπει να διατηρεί τους Ελληνοκύπριους υπό προστασία κανονικού κράτους. Βεβαίως μπορεί κάποιος να κάνει μία εισβολή σε ένα κράτος ανεξάρτητο κλπ. Αλλά πολιτικά αυτό είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα. Είναι τελείως διαφορετικό το κράτος να έχει στο εσωτερικό του, στο σύνταγμά του και στις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει, το σπέρμα αδιεξόδων που μπορούν να προκαλέσουν εθνοτική διαμάχη ή ξένη επέμβαση ή να συνομολογήσει το ίδιο δικαίωμα τρίτων να επέμβουν. Γιατί η «λύση» που δόθηκε στο κυπριακό πρόβλημα το 1960 κατέρρευσε με πόλεμο; Για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι το σύνταγμά αυτό, όπως λένε και οι πιο διαπρεπείς άγγλοι συνταγματολόγοι ήταν απολύτως ανεφάρμοστο γιατί παραχωρούσε στη μειονότητα βέτο σε κάθε ζήτημα. Και δεύτερον διότι με τις συνθήκες εγγυήσεως και συμμαχίας που υπεγράφησαν στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο, η Τουρκία είχε δικαίωμα επέμβασης στην Κύπρο. Μπορεί να έκανε κατάχρηση του δικαιώματος αυτού. Αλλά αν δεν υπήρχε το δικαίωμα θα ήταν πολιτικά πολύ δυσκολότερη μία εισβολή.

Κανονικό κράτος σημαίνει ότι δικαίωμα αποφάσεων επί του πληθυσμού έχουν μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί του. Αυτό καταργούσε το σχέδιο Ανάν, που υπήγαγε την εκτελεστική, δικαστική και νομοθετική εξουσία σε τρεις ξένους δικαστές που θα διόριζε ο Ανάν και θα διόριζαν τους διαδόχους τους! (‘και μαζί καταργούσε τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία του «κράτους»). Είναι απορίας άξιο μάλιστα πως βρέθηκαν άνθρωποι που λένε ότι ανήκουν στην αριστερά, να συμφωνήσουν με τέτοιες ρυθμίσεις, που απορρίπτει οποιοσδήποτε δημοκράτης. Γιατί καταργούσε τη δημοκρατία το σχέδιο Ανάν; Γιατί στην Κύπρο, λένε, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η αρχή της ισότητας των πολιτών, ούτε ο ορισμός του Θουκυδίδη για τη δημοκρατία (το των πλειόνων κράτος), επειδή αντιφάσκοιυν προς την ισότητα των κοινοτήτων, δηλαδή την ισότητα μειοψηφίας και πλειοψηφίας. Πρέπει να προστατεύονται οι μειοινότητες, δεν μπορεί όμως εν ονόματι αυτής της προστασίας να καταργείται κάθι ο κανόνας της πλειοωηψίας γιατί ένα τέτοιο καθεστώς ονομάζεται δικτατορία. Το κράτος των συμφωνιών του 60 δεν μπορούσε να λειτουργήσει γιατί προβλεπόταν γενικό βέτο της μειονότητας – τώρα δεν προβλέπουν ούτε καν βέτο για την πλειονότητα! Ο κ. Χριστόφιας επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο, συμβιβάζοντας την ισότητα των πολιτών με την ισότητα μειοψηφίας-πλειοψηφίας και το αποτέλεσμα είναι τερατογέννεση! Εναλλάξ πρόεδρος, σταθμισμένη ψήφος, πάλι ξένος δικαστής, που είχε υποσχεθεί ότι δεν θα υπήρχε, ένας διαδικαστικός δαίδαλος που εγγυάται κατάρρευση εντός έξη μηνών και πάντως αντιπαράθεση, όχι συμφιλίωση κοινοτήτων.

Δεύτερο, όπως κάθε κανονικό κράτος πρέπει να έχει δικαίωμα και μέσα να ασκήσει την κυριαρχία του και να αμυνθεί. Λέει οι κ. Χριστόφιας μία κυριαρχία, αλλά οι προτάσεις προβλέπουν δύο κράτη με δύο αστυνομίες, που θα είναι στην πραγματικότητα μασκαρεμένοι στρατοί, ενώ δεν προβλέπει δικαίωμα και μέσο αυτοάμυνας της Δημοκρατίας. Φτάσαμε στον τραγέλαφο η ελληνική πλευρά, θύμα εισβολής και εθνοκάθαρσης, να ζητάει αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Να ζητάει δηλαδή την κατάργηση του δικαιώματός της να αμυνθεί. Σε αυτό το είδος ραγιαδισμού και υποτέλειας έχουμε φτάσει και δυστυχώς υπάρχουν και δυνάμεις που αυτοκαλούνται αριστερές και έχουν συμφωνήσει με τέτοιες ρυθμίσεις. Χωρίς μάλιστα να θέτουν το ζήτημα του βρετανικού στρατού που θα παραμείνει στο υποτίθεται αποστρατιωτικοποιημένο νησί. Ο κ. Χριστόφιας πήγε μετά την εκλογή του στο Λονδίνο και υπέγραψε μνημόνιο που διαιωνίζει την κυριαρχία των Βάσεων και αναγνωρίζει τις συνθήκες Λονδίνου και Ζυρίχης, που δεν ενέκρινε ποτέ ο κυπριακός λαός! Μην έχοντας κοινά σχολειά και κοινό στρατό, με διαφορετική ιστορική συνείδηση και με δαιδαλώδη λαβύρινθο συντάγματος και νόμων, όπου τα πάντα θα αποφασίζονται επί τη βάσει της εθνότητας, λες και είμαστε στη Νότιο Αφρική, είναι προφανές ότι ‘Ελληνες και Τούρκοι δεν θα συμφιλωθούν ποτέ. Αυτή η λύση είναι μετααποικιακή, θέλει να διαιωνίσει την αντιπαράθεση για να επιτρέψει στον αποικιοκράτη, Βρετανία και ΗΠΑ, να διαφεντεύουν το νησί ως επιδιαιτητές. Και φυσικά τέτοιες λύσεις έχουν τόση σχέση με την αριστερά, όση και ο φάντης με το ρετσινόλαδο.

Θα πουν βέβαια οι φίλοι του ΑΚΕΛ ότι, τι να κάνουμε, εδώ που φτάσαμε, πρέπει να κάνουμε οδυνηρό συμβιβασμό, να τελειώνουμε. Σύμφωνοι, άμα ο κυπριακός λαός και ο ελληνικός λαός το θέλουν, ας τον κάνουν τον συμβιβασμό, όχι όμως συνθηκολόγηση. Ας κάνουν σκόντο στις αρχές αυτές στη ζώνη που θα αποφασίσουν να δώσουν στους Τουρκοκύπριους. ‘Οχι όμως στην ελληνοκυπριακή. Το ξαναλέω ακόμα μια φορά. Αν αναγνωριστεί σε τρίτους, ξένους δικαστές, ξένες χώρες, εναλλάξ προέδρους, οποιονδήποτε πέραν των αιρετών εκπροσώπων, δικαίωμα επέμβασης και στερηθούν οι Ελληνοκύπριοι από το δικαίωμα και το μέσο της κυριαρχίας και της αυτοάμυνας, τότε, αργά ή γρήγορα, ο πληθυσμός θα έρθει σε σύγκρουση με αυτούς που θάχουν νόμιμο πλέον δικαίωμα να ασκούν κυριαρχία πάνω του. Δεν έχουν μεταβληθεί οι Κύπριοι, η Τουρκία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία σε αγγέλους.

Σήμερα υπάρχει μια ισορροπία στην Κύπρο ανάμεσα στην ισχύ της Τουρκίας και των αποικιακών δυνάμεων από τη μια και τη δύναμη του δικαίου της πλειοψηφίας από την άλλη. Αν καταργήσουν οι Ελληνοκύπριοι με την ψήφο τους τα αυτονόητα δικαιώματά τους θα καταστρέψουν αυτή την ισορροπία και αυτό θα δημιουργήσει μια ανισορροπία που είναι βασική προϋπόθεση πολέμου. Επιπλέον οι Ελληνοκύπριοι είναι μαθημένοι να ζουν σε σχετικά κανονικό κράτος, θα υπάρξει λοιπόν μια μερίδα του πληθυσμού που θα αντιδράσει σε τέτοιο σχέδιο και μπορεί να ξανάχουμε τα καλά της περιόδου 1972-1974!

Οι συνέπειες τέτοιοιων τυχοδιωκτισμών δεν θα περιορισθούν στην Κύπρο, που είναι πολύ μεγάλη για να γίνει ειρηνικά ‘Ιμβρος ή Τένεδος. Η Ελλάδα θα γίνει όμηρος μιας κακής λύσης, γιατί θα βασίζεται στην καλή θέληση της ‘Αγκυρας και των δυτικών, να μην πάθουν τίποτα οι Ελληνοκύπριοι. ‘Οχι συμφωνίες για αγωγούς με τον Πούτιν, ούτε την κυριαρχία της στο Αιγαίο και τη Θράκη δεν θα μπορεί να ασκήσει!

Ερ. Μιλώντας για την αριστερά, πως βλέπετε την στάση της στο ζήτημα;
Απ. Η ισότητα είναι στο κέντρο της αριστερής ιδεολογίας. Δεν μπορεί ένας αριστερός να δέχεται ότι η ψήφος του ‘Ελληνα και η ψήφος του Τούρκου θα μετράνε διαφορετικά, ούτε θα ζητήσουμε συγγνώμη γιατί οι ‘Ελληνες είναι 80% του πληθυσμού! Σας θυμίζω εδώ τη θέση του Λένιν, που τάχθηκε υπέρ της αυτοδιάθεσης των εθνών μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού: «Πάλη ενάντια στα προνόμια και τη βία του έθνους που καταπιέζει, καμία ανοχή της επιδίωξης προνομίων από το καταπιεζόμενο έθνος». Αυτή είναι η αριστερή άποψη που εμπεδώνει τη δικαιοσύνη, δημιουργεί δυνατότητες όσμωσης των εθνικών ομάδων, υπέρβασης και όχι διαιώνισης του εθνικού ανταγωνισμού.
Ο κ. Χριστόφιας επισημαίνει συχνά τις ευθύνες των εθνικιστών, των σωβινιστών, της ΕΟΚΑ Β΄ κλπ. Ωραία όλα αυτά, αλλά δεν πρέπει να τα βάζουμε μόνο με τα συμπτώματα, πρέπει να βλέπουμε και τα αίτια. Το αίτιο της ανάπτυξης του εθνικισμού, του σωβινισμού και της ακροδεξιάς στην Κύπρο ήταν ιστορικά η μη εκπλήρωση των θεμιτών εθνικών πόθων των Ελληνοκυπρίων, η ματαίωσή τους, που δημιούργησε το πολιτικό έδαφος για την εκμετάλλευση από την ακροδεξιά και τις ξένες υπηρεσίες. Και να σας πω εδώ και μια υποιψία μου. Βλέπω αυτή την υποιστήριξη προς τη συζητούμενη λύση από κύκλους της σκληρής κυπριακής δεξιάς και ακροδεξιάς. Τι έγιναν αυτοί, φίλοι των Τουρκοκυπρίων; ‘Οχι βέβαια, ούτε να τους μυρίσουν δεν θέλουν. Ενδεχομένως σκέφτονται ότι υποστηρίζοντας τη συζητούμενη λύση κάνουν το χατήρι των Αγγλοαμερικανών, που θέλουν να βγάλουν το κυπριακό από τη μέση της τουρκικής ένταξης, και να δώσουν από τώρα τη μισή ψήφο της Κύπρου στην Τουρκία. Στη συνέχεια, όταν καταρρεύσει η λύση, θα φορτώσουν τις ευθύνες στο ΑΚΕΛ και θα μείνουν εθνικιστικά αφεντικά, με τη συνδρομή των Αγγλοιαμερικανών, στη μισή Κύπρο. Τι βέβαιο πάντως είναι ότι, όχι μόνο στην Κύπρο, και στην Ελλάδα, αν η αριστερά αφήσει το έργο της υπεράσπισης των συμφερόντων του ελληνικού λαού διεθνώς στην άκρα δεξιά, τότε θα προσφέρει ιστορική υπηρεσία και στην ακροδεξιά και στον νεοφασισμό.
Η ηγεμονία της ελληνικής Δεξιάς στην Ελλάδα κατέρρευσε εξαιτίας της πολιτικής της στο κυπριακό. Αν η ελληνική και κυπριακή αριστερά-κεντροαριστερά επωμισθούν ρυθμίσεις που κινδυνεύουν να προκαλέσουν νέα τραγωδία, θα έχουμε ένα 1974 από την ανάποδη! Δεν θα επιβιώσει πολιτικο-ιδεολογικά μια παράταξη αν συμβάλει σε ένα τέτοιο αποτέλεσμα, όπως δεν επεβίωσε το ΚΚΕ από τη συμφωνία της Βάρκιζας ή το ΚΚΣΕ από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ελπίζω ότι δεν θα ζήσουμε τέτοιες καταστάσεις. Είμαι πολύ ευχαριστημένος γιατί πριν μερικές μέρες, ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέκος Αλαβάνος, που μούκανε μεγάλη τιμή παρουσιάζοντας το βιβλίο μου στην Αθήνα, έσπασε την αφωνία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξωτερική πολιτική ζητώντας να παγώσει η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, που πράγματι έχει φτάσει σε σημεία σουρεαλισμού.

Ερ. Γιατί σουρεαλισμού;
Απ. Γιατί μιλάμε για χώρα που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέχει στρατιωτικά τμήμα της, παραβιάζει όλες τις αποφάσεις του ΟΗΕ, στέλνει πολεμικά πλοία να δημιουργήσουν επεισόδια στην Πάφο και το Καστελόριζο, κάνει ασκήσεις βομβαρδισμού και φωτογραφίζει ελληνικά νησιά, το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, τους Φούρνους, διατηρεί casus belli κατά της Ελλάδος, διατηρεί απέναντι από τη Σάμο και τη Μυτιλήνη τον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στον κόσμο! Και τα θύματα αυτών των πολιτικών δεν περνάει μέρα που να μην πούνε ότι υποστηρίζουν την ένταξή της στην ΕΕ. ‘Οχι γιατί κανείς στην Ελλάδα πιστεύει σε μια τέτοια πολιτική, όχι γιατί οι πολίτες της Ελλάδας και της Κύπρου την υποστηρίζουν στην πλειοψηφία τους, αλλά γιατί αυτό επιθυμεί η Ουάσιγκτον!

Ερ. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα βοηθήσει στην επίλυση των διαφορών.
Απ. Και τότε γιατί η Τουρκία έχει αποθρασυνθεί από τότε που η Ελλάδα άλλαξε τη θέση της και αποδέχτηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων; Σε τι βοήθησε αυτό την επίλυση των διαφορών; Χειρότερες τις έκανε! Γιατί η Τουρκία αντελήφθη ότι η ελληνική υποστήριξη στην ένταξή της είναι προϊόν φόβου και υποτέλειας και νομίζω ότι εδώ ο φόβος χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει και οργανώσει την υποτέλεια. Αν η Ελλάδα, και η Ευρώπη εδώ που τα λέμε, σεβόντουσαν τον εαυτό τους θα έθεταν τον τερματισμό της κατοχής και της απειλής ως προαπαιτούμενο οποιασδήποτε ενταξιακής πορείας. Αφού η Τουρκία βλέπει ότι εμείς, η άρχουσα τάξη μας δηλαδή και το πολιτικό προσωπικό μας, δεν διαθέτει αυτοσεβασμό, δεν θα μας σεβαστεί περισσότερο από όσο εμείς τον εαυτό μας! Θα επιδιώξει να μπει με το σύνολο των διεκδικήσεών της στην ‘Ενωση και να επιβάλει την ικανοποίησή των αξιώσεών της μέσα σε αυτή, αφού η ένταξη θα της προσφέρει πολύ μεγαλύτερο πολιτικο-διπλωματικό βάρος.
Λένε βέβαια ότι η ένταξη θα κάνει την Τουρκία δημοκρατία και θα αδυνατίσει τον ρόλο του στρατού. Πρόκειται για σύγχυση αιτίου και αιτιατού. Η δύναμη του στρατού στην Τουρκία αντανακλά διάφορους ιστορικούς, κοινωνικούς και διεθνείς παράγοντες, δεν έχει σχέση όμως κατανάγκην με τον επεκτατισμό. Οι στρατιωτικοί οι μάλλον συντηρητικότεροι στο τουρκικό κατεστημένο, αυτοί που θέλουν λιγότερες περιπέτειες. Με ισχυρούς πολιτικούς πρωθυπουργούς υπήρξαν τα μεγαλύτερα προβλήματα στα ελληοτουρκικά. Ο Ερμπακάν ζητούσε το 1974 την κατάληψη όλης της Κύπρου. Ο Ερντογάν σήμερα διεκδικεί την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας να συνθέσει τη δύναμη εθνικιστικής και ισλαμικής ταυτότητας. Από την αρχαία Αθήνα μέχρι τις ΗΠΑ και τη Βρετανία σήμερα, δημοκρατίες, με τη συμβατική τουλάχιστο έννοια του όρου, ξεκίνησαν τις μεγαλύτερες εισβολές και σφαγές στην ιστορία.
Μήπως άλλωστε η συμμετοχή Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ απέτρεψε τη σύγκρουση στην Κύπρο; Η από κοινού συμμετοχή σε έναν οργανισμό
όπως η ΕΕ δεν εξασφαλίζει την ειρήνη. Η ένταξη όμως της Τουρκίας καθιστά δυσμενέστερο τον συσχετισμό δυνάμεων για την Ελλάδα, Αν σήμερα η Τουρκία δοκιμάσει να επιτεθεί, θα είναι επίθεση κατά ευρωπαϊκής χώρας. Αύριο θα είναι διαμάχη δύο ευρωπαϊκών χωρών.
Κοιτάξτε, εγώ διαφωνώ γενικότερα με την πολιτική της διεύρυνσης της ΕΕ, γιατί η διεύρυνση είναι, μαζί με την αέναη απελευθέρωση των αγορών, κατεξοχήν εργαλείο εμπέδωσης ενός νεοφιλελεύθερου και ατλαντικού οικοδομήματος στην Ευρώπη, μιας «αυτοκρατορίας», όπως την ονόμασε ο Μπαρόζο, ιδεολογικού και οικονομικού παραπληρώματος του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι πολίτες το καταλαβαίνουν ενστικτωδώς. Δεν το καταλαβαίνει η ευρωπαϊκή αριστερά, δυστυχώς και στην ριζοσπαστική συνιστώσα της, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως ο Λαφονταίν ή ο Φαμπιούς. Αφήνει έτσι ένα τεράστιο πεδίο να το εκμεταλλευθεί η δεξιά και ακροδεξιά. Αυτός ήταν βασικός λόγος που βγήκε ο Σαρκοζί.
Πρέπει να είμαστε σοβαροί. Η ανατολική Ευρώπη μπήκε χωρίς να υπάρχει καμία προϋπόθεση ομαλής ενσωμάτωσης και εναρμόνισης προς τα πάνω των κοινωνικών, των οικολογικών στάνταρ, χώρια του ότι φέρονται ως αμερικανικά προτεκτοράτα. Αν θέλουμε να διαλύσουμε την Ευρώπη ως δυνάμει χειραφετήσιμο και να υπονομεύουσμε το κοινωνικό κράτος της Δυτικής Ευρώπης αυτός είναι ο τρόπος να το κάνουμε. Και γι’ αυτό υποστηρίζουν με τόσο φανατισμό τη διεύρυνση Βρετανία, ΗΠΑ και Ισραήλ, που είναι μια κρυφή υπερδύναμη και θέλει να μπει κι αυτό μετά την Τουρκία. Αλλά τι δουλειά έχει αυτό με την αριστερά; Δεν λέω ότι δεν θα μπορούσε υπό άλλους όρους και άλλες πολιτικές να γίνει διεύρυνση, αλλά αυτό θα προϋπέθετε μία αποσαφήνιση σε προοδευτική κατεύθυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, ριζική αλλαγή του μοντέλου της ΕΕ, σχέδιο Μάρσαλ κλπ. Σήμερα έχουμε ένα αντιδραστικό ευρωπαϊκό σχέδιο, που γίνεται πιο αντιδραστικό με κάθε νέα ένταξη.
Σήμερα γίνεται μια σύγκρουση στην Ευρώπη. Υπάρχουν δυνάμεις που, με τρόπο ασυνεπή βεβαίως, δεδομένης και της ταξικής τους φύσης, τάσσονται υπέρ μιας πιο ανεξάρτητης Ευρώπης. Υπάρχει μια κοινή γνώμη που αντιδρά ενστικτωδώς στη διεύρυνση, που, στο κάτω-κάτω, είναι μια απόφαση που οφείλουν να πάρουν οι λαοί, ανεξαρτήτως του τι πιστεύουμε εμείς. Η Ελλάδα, η αριστερά της, με ποιό στρατόπεδο έχει συμφέρον να συμμαχήσει; Με τους Αγγλοαμερικανούς και την «αυτοκρατορία», ή με όσους, έστω ασυνεπώς, θυμούνται ακόμα την ιδέα της ανεξάρτητης Ευρώπης, ή εκφράζουν την αντίθεση των λαών στη διεύρυνση, που είναι ουσιαστικά αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση, ενστικτώδης προσπάθεια προστασίας ενός εθνικού πλαισίου που εξασφαλίζει κάποια δημοκρατία και κοινωνική προστασία;

Ερ. Ένα μεγάλο ζήτημα για την αριστερά σήμερα είναι το πως αντιλαμβάνεται τον διεθνισμό…

Απ. Η λέξη διεθνισμός προϋποθέτει έθνη. Διότι υπάρχει μια θεωρία ότι είναι αυθαίρετα. Μια χονδροειδής αφομοίωση του μαρξισμού λέει ότι όλα είναι παραγωγική βάση, ο καπιταλισμός χρειάζεται φαντασιώσεις, μία από τις οποιίες είναι το ‘έθνος. Αλλά δεν υπήρχε καπιταλισμός στην εποχή του Ηροδότου! Στην Ελλάδα έχουμε πολλά αυθαίρετα, νομίζουμε ότι και οι έννοιες και τα πάντα είναι αυθαίρετα. Αυτός είναι, για όσους ενδιαφέρονται για μαρξιστικές εξηγήσεις, ο πραγματικός τρόπος που το υλικό οικοδόμημα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα δηλαδή και η υπόσχεση μιας καλής καριέρας, επηρεάζουν το «εποικοδόμημα», τις ιδέες των επαγγελματιών εξ οφίτσιο διανοουμένων. Για να ξαναγυρίσω στην ερώτηση, διεθνισμός σημαίνει να ενώσουμε τα έθνη, σε συνεργασία και όχι αντιπαράθεση. Για να τοι κάνουμε, πρέπει να λύσουμε δίκαια τις διαφορές τους, όχι να πριμοδοτήσουμε την καταπίεση του ενός από το άλλο. Γιατί οι Έλληνες της Κύπρου να μην έχουν τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους τους λαούς, πρέπει μήπως να ζητήσουν συγγνώμη γιατί είναι 80%; Όταν μάλιστα κομμουνιστές δώσανε τη ζωή τους για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα που ήταν μια άσκηση του δικαιώματος για την αυτοδιάθεση. ‘Οταν ο μεγάλος Τούρκος ποιητής και κομμουνιστής Ναζίμ Χικμέτ καλούσε τους συμπατριώτες του να μην αντιτάσσονται στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου.
Υπάρχει και ο «διεθνισμός της αυτοκρατορίας», για τον οποίο κάθε εθνικισμός που αντιτάσσεται, ο ρώσικος, ο σέρβικος, ο ιρανικός, ο παλαιστινιακός είναι κακός, κάθε εθνικισμός που συμμαχεί, ο γεωργιανός π.χ. είναι καλός. Ακούμε πολλά για εθνικισμούς, δεν ακούμε ποτέ τίποτα αμεριικανικό ή βρετανικό εθνικισμός, για εβραϊκό φονταμενταλισμό; Αυτές οι δυνάμεις που επιδιώκουν να χτυπήσουν το έθνος-κράτος για να θεμελιώσουν μία παγκόσμια δικτατορία «των αγορών», ολοκληρωτική «αυτοκρατορία της παγκοσμιοποίησης». Αυτού του είδους η ένωση των εθνών, αυτού του είδους ο «διεθνισμός» είναι βαθιά αντιδραστικός και αντιδημοκρατικός.

Πρέπει να ορίσουμε τις έννοιες. Δεν μπορούμε να εξισώνουμε αποικιοκρέτες και αποικιοκρατούμενους, θύτες και θύματα, καταπιεστές και καταπιεζόμενους. Ιδιαίτερα πρέπει να το κάνουμε σε μία χώρα όπου το επαναστατικό, δημοκρατικό, πληβειακό, κοινωνικό στοιχείο, από τον Κολοκοτρώνη μέχρι το δημοψήφισμα του 2004 στην Κύπρο ήταν αυτό που αντιστάθηκε κυρίως στις ξένες επιβουλές, μια χώρα που της ζητάνε εθνικά επώδυνες και αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις και «προσαρμογές» και η άρχουσα τάξη της οποίας είναι χαρακτηριστικά απρόθυμη να την υπερασπιστεί; ‘Η μήπως η αριστερά θα μπορέσει να κάνει προοδευτικότερη πολιτική, αν η Ελλάδα και η Κύπρος γίνουν προτεκτοράτα;
Τα τελευταία χρόνια, λυπάμαι και ντρέπομαι που το λέω, αναπτύχθηκε στη χώρα μας ένα είδος αντιθενικιστικής «αριστεράς», αμερικανικής στην πραγματικότητα «αριστεράς». Ελπίζω ότι πρόκειται περί λάθους και ιδεοληψίας. Αλλά δεν είναι δυνατόν να διαβάζω, σε μια χώρα που η αριστερά της έδωσε ποτάμια αίματος για την υπεράσπισή της, που ηγήθηκε της εθνικής αντίστασης, που υπέστη αποστασία και δικτατορία για να «λυθεί» το κυπριακό, δεν μπορώ να διαβάζω τον Ηρακλείδη, που υποστηρίζει ότι είναι μαθητής του Κύρκου, και διερωτώμαι τι λέει ο Κύρκος για τους μαθητές του, να γράφει ότι δεν βρέθηκε απόδειξη του ρόλου της CIA στο πραξικόπημα κατά του Μακαρίου! Εκπλήσσομαι ακόμα πιο δυσάρεστα βλέποντας την Αυγή, αντί να προβάλει τις δηλώσεις Αλαβάνου, να δημοσιεύει σε περίοπτη θέση ανεκδιήγητο άρθρο ενός Θεοδωρίδη, που λέει ότι η κυπριακή τραγωδία είναι προϊόν του ελληνικού εθνικισμού ή ότι φταίμε γιατί επεκτείναμε το ελληνικό κράτος οκτώ φορές εις βάρος της Τουρκίας μετά το 1830, ή την «πλατφόρμα» Μηλιού, Θεοδωρίδη, Βωβού υπέρ της αναγνώρισης των αποτελεσμάτων της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο! Δεν θα ήθελα να το πω, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν είναι καθόλου δυσαρεστημένοι στην αμερικανική πρεσβεία με παρόμοιες θέσεις.
Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σήμερα μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της μεταπολεμικής ιστορίας της. Κρίση οικονομική, κοινωνική, πολιτική και εθνική. Είναι τέτοια η δύναμη του φαινομένου, τέτοιο το βάθος αυτής της κρίσης, που θα σαρώσει πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν να πουν τίποτα, πέραν ευχολογίων και γενικοτήτων, που θα μπορούσαν να διατυπωθούν με την ίδια ευκολία και προ 30 ετών και μετά 30 χρόνια, που δεν έχουν άποψη για την οικονομία, την κοινωνία, την εξωτερική πολιτική, που δεν έχουν διέξοδο να προτείνουν στον ελληνικό λαό, να απαντήσουν στα πραγματικά ζητήματα που βιώνει και τον ανησυχούν. Αργά ή γρήγορα ο ελληνικός λαός θα αναζητήσει πολιτικές δυνάμεις για να τον βγάλουν από την κρίση. Αν δεν προσφέρει τη διέξοδο η αριστερά, θα βρεθούνε άλλοι. Κι αν η σημερινή ηγεσία της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν έχει απαντήσει σε όλα, ας ανοίξει τουλάχιστο τη συζήτηση, στα πλαίσια ενός δημοκρατικά οργανωμένου, από τη βάση στην κορυφή, κινήματος, ας απευθυνθεί στην κοινωνία, αντί να φυλάει καρέκλες και οφίτσια.

Posted in Ελλάδα, Κύπρος | Με ετικέτα: , | Leave a Comment »

 
Αρέσει σε %d bloggers: